Στην πρωινή διαπραγμάτευση στην Ευρώπη, ο δείκτης δολαρίου ΗΠΑ υποχώρησε κατά 0,25% σε 93,6. Το δολάριο υποχώρησε κατά 0,48% έναντι του ιαπωνικού γεν, στα 112,9 γεν ανά δολάριο. Στην Ευρώπη, η βρετανική λίρα καταγράφει άνοδο 0,17% στο 1,3186$ ανά στερλίνα και το ευρώ κέρδισε 0,36% στο 1,1838 δολάρια.
Οι επενδυτές αναμένουν τα στοιχεία για τον πληθωρισμό, στις 8:30 π.μ. (τοπική ώρα) στην Ουάσινγκτον. Ο δομικός δείκτης τιμών καταναλωτή προβλέπεται από τους οικονομολόγους να έχει αυξηθεί σε ετήσιο ποσοστό κατά 1,7%, σταθερό από τον προηγούμενο μήνα, αλλά πολύ χαμηλότερο από το 2,1% που καταγράφηκε τον περασμένο Οκτώβριο. Η ανάγνωση του 1,7% θα ήταν επίσης χαμηλότερη από το 2% του στόχου της Ομοσπονδιακής Τράπεζας.
«Σε αυτό που θα αποτελέσει ένα τεστ για τις προοπτικές αύξησης των επιτοκίων τον Δεκέμβριο από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα, τα σημερινά στοιχεία του πληθωρισμού έρχονται σε μια εποχή όπου υπάρχουν αυξανόμενα στοιχεία, που δείχνουν ένα πιο διαρθρωτικό πρόβλημα χαμηλού πληθωρισμού στην αμερικανική οικονομία», δήλωσε ο υπεύθυνος Στρατηγικής για το Συνάλλαγμα της ING, Viraj Patel. «Κοιτάζοντας τους βραχυπρόθεσμους ασταθείς παράγοντες, είναι αρκετά δύσκολο να βρούμε ένα σύνθετο μέτρο των τιμών των ΗΠΑ, που κατά μέσο όρο έδειξε 2% ετήσιο πληθωρισμό, από την κρίση του 2007-2008 και μετά».
Ο Michael Sneyd, υπεύθυνος στρατηγικής της BNP Paribas, σημείωσε ότι «η αγορά τιμολογεί πλήρως, περιμένοντας αύξηση του επιτοκίου τον Δεκέμβριο από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα και πιστεύουμε ότι είναι πολύ απίθανο η αποτύπωση του πληθωρισμού να εκτροχιάσει αυτές τις προσδοκίες».
Από την άλλη πλευρά της εξίσωσης, το ευρώ σημείωσε ιδιαίτερα έντονα κέρδη από το δολάριο. Είναι 1,7% πάνω, από το τέλος της περασμένης εβδομάδας. Ισχυρά στοιχεία για τη γερμανική οικονομία που κυκλοφόρησαν χθες έχουν προστεθεί στην αίσθηση για ανάκαμψη στην ευρωζώνη.
«Δεν είναι υπερβολή να περιγράψουμε τις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις ως σχεδόν άνευ προηγουμένου, από τότε που ξεκίνησε το ευρώ το 1999», δήλωσε ο υπεύθυνος στρατηγικής της MUFG Derek Halpenny. «Οι έντονες εισροές τελευταία υποδηλώνουν ότι έχει ήδη γίνει προσαρμογή και πιστεύουμε ότι αυτό πρέπει να συνεχιστεί, δεδομένης της κλίμακας της ανόδου και του πόσο σπάνιο είναι αυτό, κατά τη διάρκεια της ζωής του ευρώ».