Γιατί η Fed θα υποχωρήσει... περισσότερο!

Γιατί η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ τελικά θα κάνει το χατήρι των αγορών. Ο ρόλος του Ντόναλντ Τραμπ, ο... εκβιασμός και ο πραγματικός κίνδυνος για τα διεθνή χρηματιστήρια. Γράφει ο Γ. Λαγαρίας.

Γιατί η Fed θα υποχωρήσει... περισσότερο!
  • του Γιώργου Λαγαρία*

Η διόρθωση των προηγούμενων ημερών, η οποία συνεχίζεται σε ένα βαθμό, ήταν λίγο ως πολύ αναμενόμενη, καθώς η διαφορά ανάμεσα στη νομισματική διευκόλυνση που περίμεναν οι αγορές από τη Fed και οι διαθέσεις της ίδιας της κεντρικής τράπεζας διέφεραν δραματικά. Σε περιστάσεις που δεν υπάρχει κρίση, τότε συνήθως οι μετοχές προσαρμόζονται στη Fed και όχι το ανάποδο. Έτσι συνέβη και τις προηγούμενες ημέρες. Όμως όταν υπάρξει κρίση, τότε είναι η Fed που υποχωρεί… 

Μετά την μεταστροφή της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας στην αρχή του έτους, με τον Πρόεδρο της Jerome Powell σταδιακά όλο και πιο φιλικό προς τις αγορές, οι traders άρχισαν να γίνονται πιο επιθετικοί. Πριν την συνεδρίαση της Fed του Ιουλίου, ανέμεναν τον κεντρικό τραπεζίτη να δώσει το σύνθημα για τρεις, ίσως και τέσσερις μειώσεις των επιτοκίων. Ο κ. Powell όμως δεν είχε τέτοιες διαθέσεις. 

Η Fed οφείλει κυρίως να ελέγξει τον πληθωρισμό και την ανεργία, και δευτερευόντως να υποστηρίξει την ανάπτυξη και να βεβαιωθεί ότι το χρηματοπιστωτικό σύστημα (τράπεζες-χρηματιστήριαα) είναι σταθερό. Τι έβλεπε λοιπόν ο κ. Powell; 

Ότι η οικονομία της Αμερικής αναπτύσσεται μεν με πιο βραδείς ρυθμούς αλλά το ΑΕΠ εξακολουθεί μεγαλώνει ικανοποιητικά, κοντά στο 2% το χρόνο.  Ο δομικός πληθωρισμός είναι αρκετά κοντά στο στόχο του (1,6%), η οικονομία σε κατάσταση σχεδόν πλήρους απασχόλησης (ανεργία σε χαμηλά 50ετίας, υποαπασχόληση σε χαμηλά 20ετίας) και το χρηματοπιστωτικό σύστημα είναι σταθερό. Τα χρηματιστήρια βρισκόταν σε υψηλά όλων των εποχών. Συνεπώς δεν είχε κίνητρο να μειώσει επιτόκια. Αν, δε πίστευε ότι τα χαμηλά επίπεδα ανεργίας δεν είναι απαραίτητα πληθωριστικά, τότε δεν είχε λόγο να αυξήσει και επιτόκια. 

Συνεπώς προχώρησε σε μια μείωση, κυρίως για να ανασχέσει τις πιέσεις που δεχόταν, και μίλησε για «μεσοκυκλική τροποποίηση» (“mid cycle adjustment”) των επιτοκίων. Όπερ έστι μεθερμηνευόμενον: «μην περιμένετε επιθετικές μειώσεις επιτοκίων». 

Η Fed είναι ο κύριος -αν όχι ο μοναδικός- καταλύτης για τις κινήσεις των αγορών εδώ και μια δεκαετία. Το σχόλιο ήταν αρκετό για τους traders να αρχίσουν τις πωλήσεις. Σχεδόν μια μέρα αργότερα -ίσως όχι τυχαία- η κίνηση του Ντ. Τράμπ να αυξήσει τους δασμούς στην Κίνα λειτούργησε σαν σπίρτο και οι αγορές διόρθωσαν 6%-7%.

Τι γίνεται από εδώ και πέρα; 

Από εδώ που είμαστε, οι πιθανότητες είναι ότι η Fed θα υποχωρήσει και άλλο, και τελικά θα αναγκαστεί να κάνει το χατίρι των αγορών. Η Fed είναι -στη θεωρία- μια ανεξάρτητη κεντρική τράπεζα. Ο ρόλος της είναι αντί-κυκλικός: όταν η οικονομία επιταχύνει, πρέπει να ανεβάσει επιτόκια για να αποφύγει την υπερθέρμανση και τον πληθωρισμό. Όταν η οικονομία επιβραδύνει, μειώνει το κόστος του χρήματος για να αποφύγει το κραχ και την οικονομική κατάθλιψη. 

Με τα χρόνια όμως απέκτησε δύο ακόμα ρόλους: αυτόν του ρυθμιστή της αγοράς, και, στο σημείο που το δολάριο είναι ο θεμέλιο λίθος της παγκόσμιας οικονομίας, αυτόν του κεντρικού τραπεζίτη για τον υπόλοιπο κόσμο. 

Η ανεξαρτησία της όμως δεν είναι απόλυτη. Και ως εκ τούτου όχι πραγματική. Ένας Αμερικανός Πρόεδρος χωρίς ιδιαίτερες ευαισθησίες για τον υπόλοιπο κόσμο μπορεί να εξαναγκάσει τη Fed να υιοθετήσει την νομισματική πολιτική που τον εξυπηρετεί. Και αν η Fed δεν υποχωρήσει σε παροτρύνσεις, μπορεί απλώς να ανάψει μια φωτιά, αναγκάζοντας την κεντρική τράπεζα να παρέμβει για να τη σβήσει. 

Ο Ντόναλντ Τραμπ, ενόψει και των εκλογών του 2020, χρειάζεται δυνατή ανάπτυξη, καθώς γνωρίζει ότι η οικονομία είναι το κλειδί για την επανεκλογή του. Πέρσι πέρασε ένα σημαντικό φορολογικό νομοσχέδιο, ενισχύοντας την κερδοφορία των αμερικανικών εταιριών και οδηγώντας σε σημαντικό επαναπατρισμό δολαρίων, αυξάνοντας την ανάπτυξη της χώρας του. Φέτος, με το Κογκρέσο στους Δημοκρατικούς, τέτοιες δημοσιονομικές πρωτοβουλίες αποκλείονται. Άρα πέφτει και πάλι το βάρος στη νομισματική πολιτική. Ο κ. Τράμπ θέλει ανάπτυξη, δεν μπορεί να την νομοθετήσει, και έτσι ελπίζει να εξαναγκάσει τη Fed να την αγοράσει για αυτόν.

Με την οικονομία όμως καλά, και την ανεργία χαμηλά, τι δικαιολογία έχει η Fed να μειώσει επιτόκια; Αντί να βλάψει την οικονομία του, και τον εαυτό του, σήμερα, ο Κ. Τράμπ επέλεξε μια στρατηγική μελλοντικού ρίσκου. Η κίνηση να επιβάλλει επιπλέον δασμούς στην Κίνα αμέσως μετά την σχετικά αμυντική δήλωση του κ. Powell, δείχνει ότι είναι διατεθειμένος να αυξήσει τα μελλοντικά ρίσκα, έναν εμπορικό πόλεμο, για να αναγκάσει τη Fed να δράσει σήμερα. Έτσι μπορεί να έχει (σήμερα) την οικονομία που χρειάζεται, καθώς και τα επιτόκια που χρειάζεται και να μετακυλίσει το ρίσκο για αργότερα. 

Οι traders που οδήγησαν το Αυγουστιάτικο ξεπούλημα, είναι οι καλύτεροι σύμμαχοι του. Η αύξηση εξωτερικών ρίσκων δεν μπορεί πλέον να αγνοηθεί από την αμερικανική κεντρική τράπεζα, και οι αγορές πιέζουν. Σε μια «κρίση», έστω και κατασκευασμένη, είπαμε ότι η Fed αλλάζει πορεία, όχι οι επενδυτές.

Τι σημαίνει αυτό για τους επενδυτές;

Αν η Fed μειώσει επιτόκια 2 φορές ακόμα για φέτος (προσωπική πιθανότητα 70%), οι αγορές κερδίζουν. Η πολιτική στρατηγικής αποκομιδής κερδών στα υψηλά και επένδυσης στις πτώσεις θα εξακολουθήσει να είναι κερδοφόρα. Οι μετοχικές αγορές κατά πάσα πιθανότητα θα συνεχίσουν να κινούνται σιγά σιγά ανοδικά. Οι ομολογιακές είναι λίγο πιο δύσκολο, καθώς είναι αρκετά ακριβές. Μόλις η «κρίση» περάσει, είναι αρκετά πιθανό να δούμε κάπως πιο υψηλά επιτόκια. Οι βραχυπρόθεσμοι και μεσοπρόθεσμοι επενδυτές παίρνουν αυτό που θέλουν. Μακροπρόθεσμα όμως τα ρίσκα αυξάνονται. 

Κίνδυνοι

Το πρώτο ρίσκο είναι βεβαίως η ζωή μετά τον Τραμπ. Ας πούμε ότι το 2020 ο Αμερικανός Πρόεδρος γίνεται ο πέμπτος Πρόεδρος σε 120 χρόνια που αποτυγχάνει να επανεκλεγεί. Έχοντας αφήσει μια οικονομία με μεγάλο έλλειμμα, σε επιβράδυνση και με χαμηλά επιτόκια, η Fed δεν θα έχει μεγάλες δυνατότητες περαιτέρω μειώσεων για να επιταχύνει την οικονομία. Όμως σε αυτό το σενάριο, η ποσοτική χαλάρωση είναι εφικτή και δοκιμασμένη λύση. 

Ο βασικός κίνδυνος είναι άλλος. Το 2008 οι κεντρικές τράπεζες λειτούργησαν ανεξάρτητα από τις φοβισμένες κυβερνήσεις  τους και σε συνεννόηση μεταξύ τους για να αποφύγουν την καταστροφή του καπιταλισμού. Στο μέλλον ίσως τέτοια παρέμβαση δεν είναι δυνατή.  Ήδη στις ΗΠΑ και την ΕΕ οι Πρόεδροι των κεντρικών τραπεζών επιλέγονται με πολιτικά κριτήρια (Powell, Lagarde). Στην Κίνα έτσι και αλλιώς συμβαίνει αυτό. Στη Βρετανία, αρκετοί Brexiteers θέλουν Βρετανό «πατριώτη» στο τιμόνι της κεντρικής τράπεζας. 

Κεντρικές τράπεζες που σκοπό έχουν να υποβαθμίζουν, για παράδειγμα, το νόμισμα τους για να αυξήσουν τις εξαγωγές των κρατών του, μπορεί τελικά να οδηγήσουν σε παγκόσμια ύφεση. Με τους πολιτικού πλέον να μειώνουν την ανεξαρτησία των κεντρικών τραπεζών ώστε να τις καταστήσουν όπλα σε ένα παγκόσμιο εμπορικό μερκαντιλιστικό πόλεμο, τελικά αυξάνουν τις πιθανότητες αυτός ο πόλεμος να συμβεί. 

 

* Ο Γιώργος Λαγαρίας είναι Οικονομικός Αναλυτής και εργάζεται στο Λονδίνο.


Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v