Οι κεντρικοί τραπεζίτες «ξέχασαν» τις αγορές μετοχών

Η στροφή επενδυτών από τις αγορές ομολόγων στα χρηματιστήρια δημιουργεί νέα δεδομένα για τις μετοχές. Οι παράπλευρες συνέπειες των αρνητικών επιτοκίων και πώς επηρεάζουν τις στρατηγικές των CEOs. Γιατί οι εισηγμένες μειώνουν τις επενδύσεις.

  • του Robert Buckland*
Οι κεντρικοί τραπεζίτες «ξέχασαν» τις αγορές μετοχών

Για τους φορείς χάραξης νομισματικής πολιτικής, η ενστικτώδης αντίδραση στην ανάπτυξη που πέφτει και τον πληθωρισμό, είναι να προχωρήσουν σε ακόμη δραστικότερα μέτρα.

Η Τράπεζα της Ιαπωνίας έχει μετατοπιστεί σε αρνητικά επιτόκια. Η ΕΚΤ ανακοίνωσε πως θα τα μειώσει κι άλλο, θα αρχίσει να αγοράζει εταιρικά ομόλογα και θα αυξήσει τα κίνητρα προς τις τράπεζες για δανεισμό. Η Fed υπαινίχθηκε πως οι αυξήσεις στα επιτόκια θα είναι πιο αργές απ' ό,τι αναμενόταν προηγουμένως. Αλλά οι αγορές γίνονται όλο και πιο καχύποπτες. Υποψιάζονται ξεκάθαρα πως οι αποδόσεις από την νομισματική πολιτική ελαττώνονται.

Το μεγαλύτερο μέρος των αναλύσεων σχετικά με τα εξαιρετικά χαμηλά επιτόκια εστιάζει στους παραδοσιακούς μηχανισμούς μετάδοσης –τις αγορές ομολόγων, τα credit spreads, τις αγορές νομισμάτων και τις αποφάσεις των τραπεζών που συνδέονται με το δανεισμό.

Ωστόσο, πάντα βρίσκαμε παράξενο το γεγονός ότι, πέραν των συνηθισμένων συνεπειών στον πλούτο, οι φορείς χάραξης πολιτικής έχουν δείξει ελάχιστο ενδιαφέρον στο ρόλο που παίζουν οι αγορές μετοχών. Ίσως απλά πιστεύουν πως οι τιμές των μετοχών αντανακλούν αυτό το οποίο συμβαίνει. Φυσικά αυτό είναι αληθές, αλλά οι τιμές των μετοχών επηρεάζουν κιόλας αυτό το οποίο συμβαίνει.

Στέλνουν σημάδια ώστε οι εισηγμένες εταιρίες να συμπεριφέρονται με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Αν οι διευθύνοντες σύμβουλοι αγνοήσουν αυτά τα σημάδια, τότε μπορεί να μείνουν χωρίς δουλειά. Εξάλλου, σε ένα καπιταλιστικό χρηματιστήριο, οι μάνατζερς έχουν ευθύνη πρώτα απ' όλα στους μετόχους, όχι στους φορείς χάραξης πολιτικής.

Για παράδειγμα, οι κεντρικές τράπεζες θα έπρεπε να παρακολουθούν πιο στενά τα χρηματιστήρια στην αναζήτηση μιας εξήγησης για τη μεγαλύτερη ίσως σπαζοκεφαλιά που αντιμετωπίζουν αυτή τη στιγμή –το γιατί η εταιρική επένδυση δεν ανταποκρίνεται στα χαμηλά επιτόκια. Εκτιμούμε πως η παγκόσμια επένδυση των εισηγμένων εταιριών (κεφαλαιουχική δαπάνη + έρευνα και ανάπτυξη) συρρικνώθηκε 2% πέρυσι. Αυτό είναι σε έντονη αντίθεση με τον τελευταίο κύκλο, όταν αναπτύχθηκε με διψήφιο ρυθμό.

Αυτό μπορεί να αποδοθεί μερικώς στην αβέβαιη προοπτική παγκοσμίως. Αλλά υποπτευόμαστε επίσης ότι οι CEOs διστάζουν να επενδύσουν διότι το χρηματιστήριο δεν θέλει να το κάνουν. Οι εταιρίες που μοιράζουν περισσότερο κεφάλαιο απ' ότι επενδύουν, παραδοσιακά λαμβάνουν τις υψηλότερες αποτιμήσεις. Το μήνυμα προς τους διευθύνοντες συμβούλους είναι σαφές –αν θέλετε υψηλότερη τιμή μετοχής, τότε επανεπενδύστε λιγότερο στην επιχείρησή σας και πληρώστε περισσότερα στους μετόχους.

Αυτό αντανακλά μια αθέλητη συνέπεια της τρέχουσας νομισματικής πολιτικής. Οι κεντρικές τράπεζες έχουν επιτυχημένα μεταφέρει κεφάλαια εκτός των αγορών αμυντικών χαμηλής απόδοσης ενεργητικών, όπως είναι τα μετρητά ή τα κυβερνητικά ομόλογα. Κάποια από αυτά βρήκαν το δρόμο προς τις αγορές μετοχών. Αλλά αυτοί οι «πρόσφυγες» από την αγορά ομολόγων φέρνουν μαζί τους τη νοοτροπία του σταθερού εισοδήματος.

Ενδιαφέρονται πολύ περισσότερο για τα μερίσματα και την ασφάλεια του κεφαλαίου, σε σχέση με τα πιο επικίνδυνα πονταρίσματα στην κεφαλαιουχική δαπάνη και τη μελλοντική ανάπτυξη. Αυτοί οι CEOs που επιθυμούν να προσελκύσουν αυτούς τους αγοραστές, χρειάζεται να τους δώσουν αυτό που θέλουν. Αυτό συνήθως σημαίνει μεγαλύτερες πληρωμές μερισμάτων και λιγότερη κεφαλαιουχική δαπάνη, και αυτό δεν είναι αυτό που θέλουν οι φορείς χάραξης πολιτικής.

Η επιθετική νομισματική πολιτική έχει σταθεί πολύ επιτυχής στη μείωση του κόστους δανεισμού για τις επιχειρήσεις. Αλλά δεν κατάφερε να πιέσει προς τα πάνω την αποτίμηση των μετοχών.

Αυτό το διευρυνόμενο χάσμα, το λεγόμενο equity risk premium, καθιστά πιο ελκυστικές τις επαναγορές μετοχών και τις εξαγορές και συγχωνεύσεις. Εξάλλου, γιατί να πάρει κανείς το ρίσκο του να χρησιμοποιήσει φθηνό χρέος για να χτίσει ένα εργοστάσιο, όταν μπορεί να το χρησιμοποιήσει για να αγοράσει μια έτοιμη εκδοχή στο χρηματιστήριο. Αυτό βοηθά στη στήριξη των τιμών των περιουσιακών στοιχείων, αλλά δεν κάνει πολλά για να ενθαρρύνει την οικονομική ανάπτυξη. Και πάλι, δεν είναι κάτι που θέλουν οι φορείς χάραξης πολιτικής.

Η επιρροή της αγοράς μετοχών είναι ιδιαίτερα σημαντική για τις τράπεζες της ευρωζώνης αυτή τη στιγμή. Η ΕΚΤ τις ενθαρρύνει να δανείσουν. Αλλά, με το κόστος των μετοχών των τραπεζών να είναι μεγαλύτερο από την απόδοσή τους, οι μέτοχοι κάνουν το αντίθετο. Φαίνεται πως η αγορά μετοχών κερδίζει αυτή τη μάχη. Μετά βίας περνά μια μέρα χωρίς ο διευθύνων σύμβουλος κάποιας ευρωπαϊκής τράπεζας να υπόσχεται μια περαιτέρω συρρίκνωση του ισολογισμού. Για άλλη μια φορά, κάτι που δε θέλουν οι φορείς χάραξης πολιτικής.

Τι σημαίνουν όλα αυτά; Ίσως θα έπρεπε οι φορείς χάραξης πολιτικής να αφήσουν την καχυποψία απέναντι στην κεφαλαιουχική δαπάνη να κάνει τον κύκλο της.

Τα κενά στην παραγωγή θα κλείσουν γρηγορότερα και ο πληθωρισμός θα επιστρέψει πιο σύντομα αν οι εταιρίες σταματήσουν να οικοδομούν νέα παραγωγική ικανότητα. Ίσως πρέπει να αυξήσουν τα επιτόκια. Αν και αρχικά θα είναι επώδυνο, αυτό θα μπορούσε να στείλει τους πρόσφυγες της αγοράς ομολόγων πίσω στη θέση τους και να επιτρέψει στην αγορά μετοχών να επιστρέψει στην προσπάθεια για ανάπτυξη.

Ή ίσως θα έπρεπε να αποκλείσουν εντελώς τις χρηματοπιστωτικές αγορές και να τονώσουν τις οικονομίες με «χρήματα από το ελικόπτερο». Το λιγότερο που ελπίζουμε είναι πως θα δώσουν μεγαλύτερη προσοχή στην αγορά μετοχών. Εξάλλου, το πρώτο πράγμα που κοιτάει ένας CEO κάθε μέρα είναι η τιμή της μετοχής του, όχι των ομολόγων του.

 

*Ο Robert Buckland είναι ανώτατος στρατηγικός αναλυτής για τις μετοχές παγκοσμίως, στο Citi

© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v