Υπάρχουν ανησυχίες για την πιθανότητα μιας πολιτιστικής ασυμβατότητας μεταξύ LSE και Deutsche Börse.
Η ενδεχόμενη πώληση του London Stock Exchange Group σε έναν ξένο ανταγωνιστή έχει διχάσει την ελίτ του Σίτι του Λονδίνου, με σθεναρές διαφορές απόψεων για το αν έχει σημασία το γεγονός πως τα 300 χρόνια ανεξαρτησίας του χρηματιστηρίου φτάνουν στο τέλος τους.
Οι μέτοχοι τόσο του London Stock Exchange όσο και του Deutsche Börse ζυγίζουν τα πλεονεκτήματα μιας προτεινόμενης συγχώνευσης που σκιαγραφήθηκε αυτό το μήνα και η οποία θα μπορούσε να δημιουργήσει έναν από τους μεγαλύτερους χρηματιστηριακούς φορείς. Το Intercontinental Exchange των Ηνωμένων Πολιτειών εξετάζει την πιθανότητα μιας αντίπαλης προσφοράς για το LSE.
Ο λόρδος Μέρβιν Ντέιβις, επιφανής τραπεζίτης και πρώην υπουργός Εμπορίου με τους Εργατικούς, ανέφερε στο FT City Network ότι δε θα έπρεπε να έχουν λόγο αποκλειστικά οι μέτοχοι για την πώληση του LSE. Θα έπρεπε να εφαρμοστεί ένα κυβερνητικό «τεστ δημόσιου ενδιαφέροντος», είπε στην επιτροπή κορυφαίων χρηματοοικονομικών συμβούλων.
«Είναι βασικό μέρος της υποδομής μας», υποστήριξε ο λόρδος Ντέιβις. «Και παρότι οι μέτοχοι θα πρέπει να έχουν λόγο, όπως το ίδιο και το συμβούλιο, είναι επίσης απαραίτητο η Βρετανία να διασφαλίσει την προστασία της υποδομής της».
Ο Jean-Pierre Mustier, πρώην επικεφαλής των δραστηριοτήτων επενδυτικής τραπεζικής των Société Générale και UniCredit, εξέφρασε ανοικτά παρόμοια άποψη. «Το Σίτι χρειάζεται ένα ανεξάρτητο London Stock Exchange για το καλό του Ηνωμένου Βασιλείου», υπογράμμισε. Όσο πιο πολύ απομακρύνεται ένα χρηματιστήριο από την εθνική βάση του, τόσο λιγότερο πιθανό είναι να υπηρετήσει το βασικό σκοπό του δίνοντας στις εταιρίες πρόσβαση σε κεφάλαια, προειδοποίησε.
Δεν είναι σαφές αν η προτεινόμενη συγχώνευση μεταξύ Deutsche Börse και LSE, ή οποιαδήποτε εναλλακτική συμφωνία, θα ξεπερνούσε τα ρυθμιστικά εμπόδια. Αλλά οι αναλυτές πιστεύουν πως ο καταιγισμός ενδιαφέροντος για το LSE σχεδόν σίγουρα υπαινίσσεται το τέλος των τριών αιώνων ανεξαρτησίας του χρηματιστηρίου.
Άλλα μέλη του FT City Network –το οποίο περιλαμβάνει πάνω από 50 χρηματοοικονομικούς συμβούλους και φορείς χάραξης πολιτικής- εξέφρασαν κατά τη διάρκεια ενός διαδικτυακού debate, την ανησυχία τους για άλλα πιθανά μειονεκτήματα μιας συμφωνίας.
Ο Manny Roman, ο διευθύνων σύμβουλος του Man Group, προειδοποίησε για τους κινδύνους χρηματιστηρίων που είναι «πολύ μεγάλα για να αποτύχουν» και επιβάλουν χρεώσεις «μονοπωλίου».
Αλλά η κυρίαρχη άποψη μεταξύ των μελών του δικτύου ήταν ιδιαίτερα θετική σχετικά με τα πιθανά πλεονεκτήματα του συνδυασμού Deutsche Börse και LSE.
Ο Robert Swannell, πρώην τραπεζίτης και νυν πρόεδρος της Marks and Spencer, επιδοκιμάστηκε ευρέως για την ανάλυσή του σύμφωνα με την οποία το LSE θα έπρεπε να είναι μέρος ενός μεγαλύτερου επιτυχημένου ομίλου, «αντί να ασχολείται εμμονικά με την ιδιοκτησία του ή την εθνικότητα του διευθύνοντος συμβούλου του».
Ανέφερε ότι με δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας, νερού και τηλεφώνου και με αεροδρόμια υπό τον έλεγχο μιας πληθώρας μη Βρετανών ιδιοκτητών, είναι παράλογο να εφαρμοστεί ένα κρίσιμο τεστ υποδομής για το LSE.
Ο Xavier Rolet, διευθύνων σύμβουλος του LSE, επίσης αποτελεί μέλος του FT City Network, αλλά δε συμμετείχε στο διάλογο.
Ωστόσο, σε συνέντευξή του επιχειρηματολόγησε κατά της ιδέας μιας απώλειας ανεξαρτησίας: «Το θέμα της συμμετοχής είναι κάτι που πραγματικά μας έχει μπερδέψει λίγο», ανέφερε ο Rolet. «Σήμερα υπάρχουν περισσότεροι Βρετανοί μέτοχοι στο Deutsche Börse απ' ότι Γερμανοί».
Υπό τους όρους της προτεινόμενης συγχώνευσης, οι μέτοχοι του Deutsche Börse θα έχουν στην κατοχή τους το 54,4% του συνδυασμένου ομίλου. Οι μέτοχοι του LSE θα έχουν το υπόλοιπο.
Η νέα εταιρία θα έχει την έδρα της στο Λονδίνο και ο Carsten Kengeter, ο διευθύνων σύμβουλος του Deutsche Börse, αναμένεται να έχει τον ίδιο τίτλο στον μεγαλύτερο όμιλο.
Στο μεταξύ, οι επικρίσεις κατά της συμφωνίας αυξάνονται στη Γερμανία, όπου τοπικοί πολιτικοί και ειδικοί της βιομηχανίας έχουν εκφράσει ανησυχίες πως θα υπονομεύσει το status της Φρανκφούρτης ως παγκόσμιο χρηματοοικονομικό κέντρο.
Ο Manfred Zass, πρώην μέλος του εποπτικού συμβουλίου του Deutsche Börse, ανέφερε στην Boersen-Zeitung, μια γερμανική επιχειρηματική εφημερίδα, πως η συμφωνία περιλαμβάνει μια «αισθητή τάση απομάκρυνσης από τη Φρανκφούρτη».
© The Financial Times Limited 2016. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation