Wolf: Η Ευρώπη και το σύνδρομο της χρόνιας ανεπάρκειας

Ιαπωνία και ευρωζώνη είναι οι πιο αδύναμοι κρίκοι της παγκόσμιας οικονομίας. Ανίκανες να δημιουργήσουν ζήτηση οι κεντρικές τράπεζες, παρά την πιο επιθετική νομισματική πολιτική στην Ιστορία. Το σύνδρομο χρόνιας ανεπάρκειας στη ζήτηση και οι προτεινόμενες θεραπείες.

  • του Martin Wolf
Wolf: Η Ευρώπη και το σύνδρομο της χρόνιας ανεπάρκειας

Ο Ντέιβιντ Κάμερον, ο πρωθυπουργός της Βρετανίας, δηλώνει ότι «τα κόκκινα φωτάκια κινδύνου αναβοσβήνουν και πάλι στον πίνακα ελέγχου της παγκόσμιας οικονομίας». Τα φωτάκια δεν είναι τόσο έντονα όσο ήταν το 2008. Σε κάθε περίπτωση, όμως, οι δυσκολίες που δημιουργούνται από τη δημοσιονομική λιτότητα που συνιστά η κυβέρνησή του έχουν γίνει προφανείς στην Ιαπωνία και στην ευρωζώνη. Αυτές οι στάσιμες οικονομίες υψηλού εισοδήματος είναι οι πιο αδύναμοι κρίκοι της παγκόσμιας οικονομίας. Για να κατανοήσουμε τους λόγους, θα πρέπει να αναλύσουμε την πιο σημαντική οικονομική ασθένεια της σημερινής εποχής: το σύνδρομο χρόνιας ανεπάρκειας ζήτησης.

Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Τζακ Λιου, μιλώντας στο Σιάτλ πριν από το G20, περιέγραψε μία εικόνα που δημιουργεί προβληματισμό. Όπως σημείωσε, ο κόσμος απέχει πολύ από την επίτευξη «ισχυρής, βιώσιμης και ισορροπημένης» ανάπτυξης, όπως είχε υποσχεθεί στη σύνοδο του 2009.

Η παγκόσμια ανάκαμψη είναι «άνιση, με απότομα διαφορικές τροχιές» είπε. «Στις ΗΠΑ, η εγχώρια ζήτηση ξεπέρασε τα προ κρίσης επίπεδα το πρώτο τρίμηνο του 2012 και τώρα βρίσκεται 6% ψηλότερα από ό,τι προ κρίσης. Η εγχώρια ζήτηση τόσο στην Ιαπωνία όσο και στη Βρετανία είναι περίπου 2% μεγαλύτερη» συμπλήρωσε. «Η ζήτηση στην ευρωζώνη όμως δεν έχει ακόμη καλύψει το έδαφος που χάθηκε κατά την κρίση και παραμένει 4% χαμηλότερη από τα προ κρίσης επίπεδα».

Αυτό που δεν πρόσθεσε ο κ. Λιου ήταν πως αυτή η ισχνή απόδοση -ακόμη και η αύξηση 6% στην πραγματική ζήτηση των ΗΠΑ σε διάστημα μεγαλύτερο των έξι ετών είναι πολύ χαμηλή εάν συγκριθεί με ιστορικού όρους-  καταγράφεται παρά τις πιο επιθετικές νομισματικές πολιτικές στην Ιστορία. Τα επίσημα επιτόκια παρέμβασης της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, της Τράπεζας της Αγγλίας και της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας βρίσκονται κοντά σε μηδενικά επίπεδα από τα τέλη του 2008. Η ΕΚΤ προσπάθησε να αυξήσει τα επιτόκιά της πάνω από 1% το 2011, αλλά έκτοτε αυτά έχουν υποχωρήσει και πάλι στο μηδέν. Η Τράπεζα της Ιαπωνίας προσφέρει σχεδόν μηδενικά επιτόκια εδώ και δύο δεκαετίες.

Ακόμη και αυτά όμως δεν ήταν αρκετά. Οι κεντρικές τράπεζες αύξησαν απότομα τους ισολογισμούς τους. Στις ΗΠΑ και στη Βρετανία, η επέκταση του ισολογισμού σταθεροποιήθηκε. Στην ευρωζώνη, η συρρίκνωση που καταγράφηκε από το 2012, τώρα ανατρέπεται, ενώ ο ισολογισμός της Τράπεζας της Ιαπωνίας οδεύει στην οικονομική στρατόσφαιρα με το 80% του ΑΕΠ της χώρας, και συνεχίζει.

Πώς ερμηνεύεται όμως αυτή η αδύναμη ζήτηση, ειδικότερα στην ευρωζώνη και στην Ιαπωνία; Μόνο εάν απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα έχουμε κάποια ελπίδα να ακολουθήσουμε τη σωστή θεραπευτική αγωγή. Υπάρχουν τρεις βασικές εξηγήσεις:

1. Η πρώτη εστιάζει στο μεγάλο ιδιωτικό χρέος που υπήρχε προ κρίσης και στη ζημιά που προκλήθηκε στην εμπιστοσύνη με την απότομη κατάρρευση του χρηματοοικονομικού συστήματος. Η επίσημη αντίδραση ήταν η εκκαθάριση των ισολογισμών και η επιβεβλημένη κεφαλαιακή ένωση στο τραπεζικό σύστημα, με τη στήριξη των stress tests, ώστε να πειστεί το κοινό ότι το χρηματοοικονομικό σύστημα είναι και πάλι αξιόπιστο. Σε αυτό θα πρέπει να προστεθεί δημοσιονομική και νομισματική στήριξη της ζήτησης. Βάσει αυτού του σεναρίου, η επιστροφή στην ανάπτυξη θα πρέπει να είναι άμεση.

2. Η δεύτερη εξήγηση διαφωνεί με τις προϋποθέσεις της πρώτης. Σε αυτό το σενάριο, η ζήτηση προ κρίσης ήταν μη βιώσιμη επειδή βασίστηκε στην τεράστια συγκέντρωση ιδιωτικού και δημόσιου χρέους - το πρώτο σχετίζεται με τη φούσκα στις τιμές των ακινήτων.  Η Ιαπωνία βίωσε ένα τέτοιο σκάσιμο φούσκας στη συγκέντρωση ιδιωτικού δανεισμού μετά τη δεκαετία του 1990. Στις ΗΠΑ, στη Βρετανία και στην Ισπανία η φούσκα έσκασε μετά το 2008. Η επίπτωση είναι πως αυτές οι οικονομίες δεν επλήγησαν μόνο από την ύφεση των ισολογισμών, αλλά και από την ανικανότητά τους να δημιουργήσουν ζήτηση που να βασίζεται στην πίστωση, στα προ κρίσης επίπεδα. Η μη βιωσιμότητα της ζήτησης που υπήρχε προ κρίσης αποδίδεται σε παγκόσμιες ανισορροπίες, σε αλλαγές της διανομής εισοδήματος και σε δομικά αδύναμες επενδύσεις. Ένα σύμπτωμα είναι τα χρόνια χρηματοοικονομικά πλεονάσματα (πλεονάζον εισόδημα σε σύγκριση με τις δαπάνες) στον ιδιωτικό τομέα, τόσο στην Ιαπωνία όσο και στην ευρωζώνη.

3. Η τρίτη εξήγηση δείχνει την επιβράδυνση της δυνητικής ανάπτυξης, λόγω του συνδυασμού κάποιων δημογραφικών αλλαγών, της επιβράδυνσης στην παραγωγικότητα και των αδύναμων επενδύσεων. Σε αυτό το σενάριο όμως, οι ερμηνείες αφορούν άμεσα και τη δεύτερη εξήγηση. Εάν η ανάπτυξη της δυνητικής προσφοράς αναμένεται να επιβραδυνθεί, τότε θα είναι αδύναμες επίσης οι επενδύσεις και η κατανάλωση. Το αποτέλεσμα θα είναι αναιμική ανάπτυξη  της ζήτησης. Εάν οι κεντρικές τράπεζες κινηθούν ενάντια σε αυτήν την τάση, τότε δημιουργούν φούσκες. Εάν την αποδεχθούν, τότε η αδύναμη ανάπτυξη της προσφοράς μετατρέπεται σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.

Οι οικονομίες υψηλού εισοδήματος υποφέρουν και από τις τρεις αυτές νοσηρές καταστάσεις, σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό. Οι ΗΠΑ λιγότερο, η Ιαπωνία και η ευρωζώνη περισσότερο. Ακόμη και η Κίνα, αν και απολαμβάνει πολύ υψηλότερο ρυθμό δυνητικής ανάπτυξης, υποφέρει από τη δεύτερη και την τρίτη  ασθένεια – αν και ακόμη δεν έχει βιώσει χρηματοοικονομική κρίση. Η ανάπτυξή της τα τελευταία χρόνια καθοδηγήθηκε από μη βιώσιμη ταχεία συγκέντρωση χρέους και μη βιώσιμο ρυθμό επενδύσεων, δεδομένης της επιβράδυνσης που καταγράφει στον ρυθμό ανάπτυξης.

Η ακραία πολιτική ήταν αναποτελεσματική επειδή οι οικονομίες πάσχουν από βαθιά ριζωμένες ασθένειες. Το θέμα δεν είναι μόνο η αδύναμη προσφορά ούτε μόνο η αδύναμη ζήτηση. Δεν είναι μόνο το πρόβλημα των μεγάλων χρεών ούτε τα χρηματοοικονομικά σοκ. Κάθε οικονομία βιώνει έναν διαφορετικό συνδυασμό όλων αυτών των ασθενειών.

Για τις ΗΠΑ, οι πιθανότητες να γλιτώσουν είναι μεγαλύτερες από ό,τι για την ευρωζώνη ή για την Ιαπωνία, καθώς είναι μία δημογραφικά δυναμική και πιο καινοτόμος οικονομία, με χαμηλό ποσοστό ιδιωτικών αποταμιεύσεων.  Παρομοίως, η Κίνα θα πρέπει να πετύχει μία διαχειρίσιμη προσαρμογή, καθώς είναι οικονομία με αναπτυξιακό δυναμική.

Η ευρωζώνη και η Ιαπωνία, όμως, έχουν να αντιμετωπίσουν μεγαλύτερες προκλήσεις. Κι αυτό γιατί ο ιδιωτικός τους  τομέας δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει τις αποταμιεύσεις που θέλει να δημιουργήσει. Κι έτσι, μένουν με επιλογές αντισυμβατικής πολιτικής, πιθανώς πιο αντισυμβατικής από ό,τι έχουν ήδη χρησιμοποιήσει. Εάν προχωρήσουν περισσότερο, οι πολιτικές επιπτώσεις μπορεί να είναι καταστροφικές, ειδικότερα στην ευρωζώνη.  

© The Financial Times Limited 2014. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v