Ο Donald Trump έκανε τη Σαουδική Αραβία τον πρώτο προορισμό του στο εξωτερικό ως προέδρου των ΗΠΑ. Τον είχε πείσει ο γαμπρός του, Jared Kushner, πως ο Mohammed bin Salman, ο νεαρός διάδοχος του Σαουδαραβικού θρόνου, είναι «κλειδί» για την πολιτική των ΗΠΑ στη Μέση Ανατολή και για την εκστρατεία «μέγιστης πίεσης» του κ. Trump κατά του Ιράν.
Ο Joe Biden, που την περασμένη εβδομάδα έγινε ο εκλεγμένος πρόεδρος, έχει πολλά περισσότερα να σκεφτεί από τη Μέση Ανατολή. Θα κληρονομήσει μια φορτισμένη εσωτερική ατζέντα που περιλαμβάνει την τσαπατσούλικη αντίδραση στην πανδημία της Covid-19 και την καταστροφή που επέφερε στην αμερικανική οικονομία, καθώς και τον αναβρασμό στον οποίον βρίσκεται η χώρα λόγω των φυλετικών και μετεκλογικών εντάσεων.
Αλλά το ίδιο συνέβη και με τη νεοεισερχόμενη τότε κυβέρνηση του κ. Barack Obama, στην οποία ο κ. Biden υπηρέτησε ως αντιπρόεδρος από το 2008. Και πέρασε τρία τέταρτα της διαχείρισης κρίσης της στην περιοχή.
Ηγέτες σε όλη την περιοχή περιμένουν πως μια κυβέρνηση Biden προμηνύεται μετάβαση από την αλλοπρόσαλλη και συναλλακτική εποχή Trump σε έναν πιο πολιτισμένο και πολυμερή τρόπο διπλωματίας. Ο εισερχόμενος πρόεδρος θα είναι προσεκτικός απέναντι στις «περιπέτειες» των ΗΠΑ που απαιτούν πόρους και δυνάμεις. Ο κ. Biden στήριξε την αμερικανική εισβολή στο Ιράκ το 2003, αλλά τάχθηκε εναντίον της επέμβαση στη Λιβύη το 2011. Μπορεί επίσης να θελήσει να αποφύγει την εμβάθυνση του κενού εξουσίας που έχει αφήσει ο κ. Trump σε προβληματικές περιοχές της Μέσης Ανατολής, στις οποίες με ενθουσιασμό «πάτησαν» Ρωσία, Ιράν και Τουρκία για να καλύψουν το κενό.
Υπάρχουν αρκετά σημεία στα οποία θα πρέπει να δοθεί προσοχή. Ο κ. Biden έχει δεσμευτεί να επανεντάξει τις ΗΠΑ στην πυρηνική συμφωνία του 2015 με το Ιράν, την οποία υπέγραψαν οι ΗΠΑ με πέντε παγκόσμιες δυνάμεις, υπό την προϋπόθεση πως η Τεχεράνη θα συμμορφωθεί και πάλι σε ό,τι αφορά τα όρια εμπλουτισμού ουρανίου.
Ο κ. Trump απέσυρε μονομερώς τις ΗΠΑ από τη συμφωνία το 2018, αλλά ο κ. Biden περιστοιχίζεται από ανθρώπους που τον είχαν βοηθήσει να διαπραγματευτεί την ανακωχή και οι οποίοι έχουν προσωπικό συμφέρον να την αναβιώσουν. Ο απερχόμενος κ. Trump μπορεί και πάλι να προσπαθήσει να «δηλητηριάσει» το κλίμα επιβάλλοντας ακόμα περισσότερες κυρώσεις στο Ιράν και τους συμμάχους του.
Αν και ο κ. Biden είναι ένας παραδοσιακά φιλοϊσραηλινός Δημοκρατικός, θα θελήσει να αποθαρρύνει την προσάρτηση οικισμών της Δυτικής Όχθης από το Ισραήλ, την οποία ενθάρρυνε ο κ. Trump. Αν στηρίξει μια τέτοια προσάρτηση, τότε θα νομιμοποιήσει την αρπαγή γης ή εξουσίας σε άλλα σημεία του κόσμου: από τη Ρωσία (στην Κριμαία και στην ανατολική Ουκρανία), από την Τουρκία (στη βόρεια Συρία και στη βόρεια Κύπρο), από την Κίνα (στο Χονγκ Κονγκ) ή από την Ινδία (στο Κασμίρ).
Ο κ. Biden και οι περισσότεροι στο κόμμα του χαιρετίζουν την «ομαλοποίηση» των σχέσεων μεταξύ του Ισραήλ και των αραβικών κρατών, με πρώτα τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Οπωσδήποτε θα ήθελαν να την επεκτείνουν, αλλά όχι ως «πράσινο φως» για μονομερή προσάρτηση των κατεχόμενων Παλαιστινιακών εδαφών.
Ο κ. Biden έχει επίσης πει πως θα επανεκτιμήσει την αμερικανική πολιτική έναντι της Σαουδικής Αραβίας, που πέρυσι αποκάλεσε «παρία» για την δολοφονία του δημοσιογράφου Jamal Khashoggi στο προξενείο της Σ. Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη το 2018. Οι πωλήσεις όπλων και τα ανθρωπιστικά ζητήματα, καθώς και η στήριξη του καταστροφικού πολέμου το Πρίγκηπα Mohammed στην Υεμένη, θα μπουν το μικροσκόπιο. Ο κ. Trump στήριξε τον πρίγκηπα διάδοχο το 2018, αλλά έκτοτε ο ριψοκίνδυνος και επιθετικός τρόπος διακυβέρνησης του πρίγκηπα έχει σχεδόν ενώσει το Κογκρέσο των ΗΠΑ εναντίον του. Οι ΗΠΑ έχουν επενδύσει βαριά τα τελευταία 75 χρόνια στο βασίλειο, όχι όμως το ίδιο με τον διάδοχο του θρόνου.
Ένας άλλος περιφερειακός ηγέτης που διαθέτει τη σπάνια ικανότητα να ενώνει τους Αμερικάνους εναντίον του είναι ο Τούρκος πρόεδρος Recep Tayyip Erdogan. Η κατ’ εξακολούθηση ανάπτυξη των στρατιωτική δυνάμεών του από τη Λιβύη και την ανατολική Μεσόγειο, μέχρι τη Συρία, το Ιράκ και το Κατάρ, συγκρούεται με τα αμερικανικά συμφέρονται και συμμάχους. Η ανοχή που έδειξε ο κ. Trump έχει πιθανότατα λήξει.
Και πάλι, σε αντίθεση με τον κ. Trump, ο κ. Biden είναι απίθανο να αναφερθεί στον Abdul Fattah al-Sisi, τον στρατηγό που ήρθε στην εξουσία της Αιγύπτου με το πραξικόπημα του 2013, ως «τον αγαπημένο του δικτάτορα». Η πολιτική των ΗΠΑ έναντι της Αιγύπτου είχε διάφορες διακυμάνσεις κατά την περίοδο διακυβέρνησης του Obama, που συναίνεση στην πτώση του προέδρου Hosni Mubarak το 2011 και τη σύντομη άνοδο της Μουσουλμανικής Αδελφότητας. Η μακροπρόθεσμη άποψη της Ουάσινγκτον είναι πως τα 1,3 δισ. δολάρια που δίνουν οι ΗΠΑ για τον στρατό της Αιγύπτου αξίζουν σε όρους διασφάλισης της Διώρυγας του Σουέζ. Αυτό δεν θα αλλάξει, αλλά μπορεί να αλλάξει η στάση έναντι του ανεξέλεγκτου αυταρχισμού.
Τέλος, μια κυβέρνηση Biden είναι πιθανό να ακολουθήσει μια πιο νηφάλια στάση ως προς την αποχώρηση από τη Συρία και το Ιράκ. Η απόσυρση των ΗΠΑ από τη βορειοανατολική Συρία τον περασμένο Οκτώβριο δεν αποτέλεσε μόνο προδοσία έναντι των Κούρδων συμμάχων που πολεμούσαν κατά του Ισλαμικού Κράτους και έναυσμα για εισβολή της Τουρκίας. Θα ήταν επικίνδυνο για οποιαδήποτε κυβέρνηση να αγνοήσει τον τεράστιο κίνδυνο να δημιουργηθεί κενό σε μια αλυσίδα αποτυχημένων και προβληματικών κρατών στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου, για τα οποία βρίσκονται σε διαμάχη οι Σουνήτες τζιχαντιστές και οι στηριζόμενοι από το Ιράν Σιίτες ένοπλοι μαχητές.
© The Financial Times Limited 2020. All rights reserved.
FT and Financial Times are trademarks of the Financial Times Ltd.
Not to be redistributed, copied or modified in any way.
Euro2day.gr is solely responsible for providing this translation and the Financial Times Limited does not accept any liability for the accuracy or quality of the translation