Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Βουλγαρία και Ρουμανία στην αρένα της κρίσης

Οι οικονομίες της Βουλγαρίας και της Ρουμανίας προσπαθούν να βγουν από τη στενωπό της κρίσης. Ο ρόλος των τραπεζών, τα προβλήματα και οι προκλήσεις σε δύο από τις αγορές με ισχυρότατη ελληνική  παρουσία.

  • Philip Alexander
Βουλγαρία και Ρουμανία στην αρένα της κρίσης
Τα τραπεζικά στελέχη που εργάζονται στα βαλκάνια είχαν στις αρχές του 2010 μια δυσάρεστη αίσθηση "deja vu". Έναν χρόνο νωρίτερα ορισμένοι οικονομολόγοι είχαν προειδοποιήσει ότι η οικονομική κάμψη που προκύπτει από τα γεγονότα στις ΗΠΑ θα οδηγούσε σε παλλιροιακό κύμα μη εξυπηρετούμενων δανείων, το οποίο θα σάρωνε τις ανώριμες τραπεζικά αγορές της κεντρικής και ανατολικής Ευρώπης.

Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια οπωσδήποτε αυξήθηκαν το 2009, αλλά παρέμειναν σε φυσιολογικά επίπεδα σχεδόν για όλες τις χώρες της νέας Ευρώπης. Περίπου τότε η Ελλάδα αποκάλυψε έλλειμμα διπλάσιο από το εκτιμώμενο, το spread στα εθνικά της ομόλογα ξεκίνησε να διευρύνεται και οι οικονομολόγοι άρχισαν ξανά να μιλούν για παράπλευρη ζημία στην "ενδοχώρα" της ευρωζώνης.

Στην κορυφή της λίστας των επικίνδυνων περιπτώσεων ήταν η Βουλγαρία και η Ρουμανία - δύο αγορές όπου οι πιστώσεις είχαν απότομα αυξηθεί τα τελευταία χρόνια και οι ελληνικές τράπεζες έχουν σημαντικό μερίδιο αγοράς το οποίο φτάνει το 20%. Υπήρχαν εκτιμήσεις που έλεγαν ότι οι ελληνικές τράπεζες, πιεσμένες από την αδυναμία εύρεσης χρηματοδότησης, δεν θα ήταν σε θέση να υποστηρίξουν τις υπερβολικά επεκταθείσες θυγατρικές τους στις χώρες αυτές.

Τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, οι πιστώσεις δεν αποτελούν πρόβλημα για τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία, αφού η επιβράδυνση έχει ρίξει και τη ζήτηση για δανεισμό τόσο από τις επιχειρήσεις όσο και από τα νοικοκυριά. Το ΑΕΠ σημείωσε συρρίκνωση 5% στη Βουλγαρία και 7,1% στη Ρουμανία το 2009, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανοικοδόμησης και Ανάπτυξης (EBDR), ενώ η βελτίωση για το 2010 αναμένεται διστακτική.

"Όλοι είναι ιδιαίτερα επιφυλακτικοί. Η χρηματοοικονομική διαχείριση, ειδικά για τις επιχειρήσεις αλλά και σε προσωπικό επίπεδο, είναι πολύ πιο προσεκτική. Ακόμα και αν οι επιχειρήσεις δεν είχαν αξιοσημείωτη κάμψη σε επίπεδο παραγόμενου όγκου ή παραγγελιών, προσπαθούν να λειτουργήσουν με όσο το δυνατόν λιγότερο δανεισμένο χρήμα", αναφέρει ο κ. Levon Hampartzounian, ο διευθύνων σύμβουλος της μεγαλύτερης τράπεζας της Βουλγαρίας, της UniCredit BullBank, και πρώην υφυπουργός Οικονομικών της χώρας.

Κρύο ντους

Ο κ. Momchil Andreev, διευθύνων σύμβουλος της Raiffeisen Bank στη Βουλγαρία, ήταν στο Δ.Σ. της Postbank κατά τη διάρκεια της κρίσης του 1996 - 1997 και λέει ότι η τρέχουσα κατάσταση είναι πολύ ηπιότερη. Το 1996 ο υπερπληθωρισμός οδήγησε στη χρεοκοπία το ένα τρίτο του βουλγαρικού τραπεζικού κλάδου. To 2009 ο πληθωρισμός ήταν στο 3% και προβλέπεται να υποχωρήσει κι άλλο εντός του 2010. Kαμία βουλγαρική τράπεζα δεν χρειάστηκε κρατική ενίσχυση κατά την κρίση του 2008 - 2009, ενώ η χώρα εμφάνιζε πλεονάσματα για κάθε έτος από το 2004 έως και το 2008. Αυτό καθιστά το έλλειμμα του 2009 που βρέθηκε στο 3,9% υποφερτό και πιθανότατα παροδικό.

Ο κ. Dimitar Kostov, υποδιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Βουλγαρίας και υπεύθυνος εποπτείας του τραπεζικού κλάδου, υποστηρίζει ότι η δημοσιονομική κατάσταση βοήθησε στο να παρατηρηθούν ευνοϊκότεροι όροι στα spreads απ' ό,τι σε άλλα βαλκανικά κράτη - γεγονός που δίνει στους ιδιωτικούς δανειστές της χώρας ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.

Ακόμα και έτσι, μετά τους πολύ υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας και των πιστώσεων, ο κ. Andreev χαρακτηρίζει την παρούσα κάμψη "κρύο ντους". Ο παραλληλισμός είναι εύστοχος αφού ευρέως διαδεδομένοι ήταν οι φόβοι, κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης, για υπερθέρμανση της βουλγαρικής οικονομίας. Η επιβράδυνση παρέχει ευκαιρία στις τράπεζες να υιοθετήσουν ένα διαφορετικό business model.

"Ανοίγουμε 20 - 30 υποκαταστήματα και προσλαμβάνουμε 500 ανθρώπους τον χρόνο. Αυτό συμβαίνει κάθε χρόνο τα τελευταία πέντε έτη", λέει ο κ. Andreev της Raiffeisen Bank. "Φυσικά με τόσο ισχυρή ανάπτυξη, το να εξακολουθήσουμε να παρέχουμε υπηρεσίες κορυφαίας ποιότητας στους πελάτες μας αποτελεί πρόκληση. Όταν ξεκίνησε η κρίση, σκεφτήκαμε ότι ήταν καλή εποχή για να εστιάσουμε ακόμη περισσότερο στο να παρέχουμε προστιθέμενη αξία στους πελάτες. Έτσι επενδύσαμε σε ένα πρόγραμμα branch excellence, το οποίο μεταφράστηκε σε αναθεώρηση και απλοποίηση της τεκμηρίωσης, σε βελτιστοποίηση των υπηρεσιών, σε αλλαγή των κινήτρων με στόχο την ποιότητα των υπηρεσιών και σε κεντροποίηση της διαχείρισης παραπόνων".

Ο κ. Hampartzoumian επισημαίνει ότι η UniCredit Bulbank έχει επίσης δώσει έμφαση στη βελτιστοποίηση των παρεχόμενων στα υποκαταστήματα υπηρεσιών, μαζί με τις προσπάθειες να καθιερώσει ηλεκτρονικά κανάλια διανομής για τις υπηρεσίες της. Ο ίδιος λέει ακόμη ότι η τράπεζα φρόντισε να εξασφαλίσει με κάθε τρόπο τη ρευστότητα και τις χρηματοδοτικές της ανάγκες.

"Δεν προσφέρουμε γελοίες τιμές για καταθέσεις, αλλά προσπαθούμε να κρατήσουμε τον λόγο δανείων προς καταθέσεις ελαφρώς πάνω από το 100% -χαμηλότερα από την κορυφή του περίπου 130% που καταγράφηκε στο τέλος του 2008-, χρησιμοποιώντας και ενίσχυση από τη μητρική μας εταιρίας. Θέλουμε να έχουμε μια συντηρητική ισορροπία ανάμεσα στα δύο", λέει ο κ. Hampartzoumian.

Συνολικά ο δείκτης ρευστότητας του βουλγαρικού τραπεζικού κλάδου είναι σχετικά χαμηλός σε ευρωπαϊκούς όρους -περίπου στο 22%-, σύμφωνα με τον κ. Kostov. Οι τράπεζες ελληνικής ιδιοκτησίας συχνά εμφάνιζαν λόγο δανείων προς καταθέσεις ανώτερο του 200% και -σε μεμονωμένες περιπτώσεις- ανώτερο του 500%, στηριζόμενες εξ ολοκλήρου σε χρηματοδότηση από τις μητρικές τράπεζες.

Ωστόσο, ο κ. Κostov λέει ότι το βουλγαρικό τραπεζικό σύστημα ενδυναμώνεται από σημαντικά υπερβάλλοντα κεφάλαια με λόγο κεφαλαιακής επάρκειας -όπως τον όρισε η Βασιλεία- στο 18,2%, έναντι των απαιτήσεων της εθνικής ρυθμιστικής αρχής για λόγο στο 12%. Αυτό σημαίνει ότι οι τράπεζες διατηρούν υπερβάλλοντα κεφάλαια ίσα με το 4,6% του ΑΕΠ, με τις ελληνικής ιδιοκτησίας τράπεζες να συντηρούν κεφαλαιακούς δείκτες πάνω από τον μέσο όρο του κλάδου. Ο κ. Kostov προσθέτει ότι οι βουλγαρικές τράπεζες ξεκίνησαν τη συγκέντρωση των προβλέψεων στα πρώτα στάδια του κύκλου της κρίσης και επίσης ότι το ποσοστό τους για ολόκληρο τον κλάδο φτάνει το 80% των μη εξυπηρετούμενων δανείων - αυτό σημαίνει ότι η κάλυψη είναι ισχυρή εάν συνυπολογιστούν οι εγγυήσεις. Οι απομειώσεις ενεργητικού φαίνεται ότι τώρα αποδίδουν, αν και ο αριθμός των επισφαλών δανείων αυξάνεται, αναφέρει ο κ. Kostov.

Ασφαλές έδαφος

Είναι ίσως εξίσου σημαντικό ότι η απόδοση κεφαλαίου των βαλκανικών τραπεζών φαίνεται έτοιμη να ξεπεράσει εκείνη στην Ελλάδα, δεδομένου του βάθους των περικοπών στον δημόσιο τομέα οι οποίες προτάθηκαν για να μειωθεί το ελληνικό δημοσιονομικό έλλειμμα. Ο επικεφαλής του τμήματος της ανατολικής και κεντρικής Ευρώπης, για λογαριασμό μιας εκ των τριών μεγάλων ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων, λέει ότι είναι οι ισχυρές συγκριτικές και απόλυτες προοπτικές της περιοχής που κρατούν την τράπεζά του εκεί.

"Η επιχειρηματική μας στρατηγική για την περιοχή δεν έχει μεταβληθεί. Ασφαλώς τα λογιστικά μεγέθη είναι επηρεασμένα, αλλά η προσέγγισή μας έναντι της αγοράς έχει αλλάξει μόνο σε επίπεδο τεχνικών προσαρμογών. Αυτό σημαίνει ότι κοιτάζουμε τις τραπεζικές ανάγκες και τις χρηματοοικονομικές συνθήκες των πελατών μας περισσότερο λεπτομερειακά", επισημαίνει.

Όπως προσθέτει, οι δύσκολες περιστάσεις στην Ελλάδα ανάγκασαν την τράπεζα να αναπτύξει νέα προϊόντα προκειμένου αυτά να βοηθήσουν τους πελάτες - νοοτροπία η οποία ήταν εύκολα εξαγώγιμη και στις βαλκανικές θυγατρικές. Για παράδειγμα, η τράπεζά του προσέφερε καλύτερους όρους αναχρηματοδότησης και χαμηλότερα επιτόκια σε καλούς πελάτες, οι οποίοι τυχόν επηρεάστηκαν από τις περικοπές στον δημόσιο τομέα, προκειμένου να αντιμετωπιστούν πιθανά προβλήματα αποπληρωμής.

"Προσαρμόζουμε το μοντέλο μας στις συνθήκες της αγοράς ώστε να κερδίσουμε πελατειακή πίστη και μερίδιο αγοράς - αν και προφανώς επιλέγουμε πελάτες μόνο ύστερα από προσεκτική πιστωτική ανάλυση", λέει.

Το μοντέλο αυτό θα μπορούσε να είναι περισσότερο επιτυχημένο στην περίπτωση της Ρουμανίας, η οποία βρίσκεται σε χειρότερη -και κρίσιμη- οικονομικά θέση από τη Βουλγαρία. Το ρουμανικό έλλειμμα, το οποίο ήδη το 2008 βρισκόταν στο 5,4% του ΑΕΠ, όταν η οικονομία της χώρας αναπτυσσόταν με ρυθμό 7,3%, βούτηξε στο 8,3% του ΑΕΠ το 2009 και προβλέπεται να ξεπεράσει το 9% στο 2010 αν δεν αναληφθεί διορθωτική δράση.

Για να αποφύγει το σενάριο αυτό, η χώρα εισήλθε στον μηχανισμό του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου και εφάρμοσε πρόγραμμα δραματικής λιτότητας, το οποίο ανακοινώθηκε τον Μάιο του 2010 και περιλάμβανε περικοπές 25% στις αμοιβές του δημόσιου τομέα, διεύρυνση της φορολογικής βάσης και μείωση δαπανών κατά 15%. Τον περασμένο Ιούνιο το Συνταγματικό Δικαστήριο αποφάνθηκε ότι τυχόν περικοπή 15% στις συντάξεις θα είναι αντισυνταγματική, οδηγώντας την κυβέρνηση στην εναλλακτική της αύξησης του ΦΠΑ κατά 5% - εξέλιξη που θα οδηγήσει σε κάμψη της εγχώριας ζήτησης.

Επιπλέον κίνδυνοι

Η επίπτωση της κρίσης στις ρουμανικές τράπεζες επιτάθηκε από την υψηλή υπερχρέωση σε ορισμένα τμήματα της λιανικής, σύμφωνα με τον κ. Mihai Bogza, διευθύνοντα σύμβουλο της Banc Post, της θυγατρικής της ελληνικής Eurobank. Μέχρι το 2004 ο κ. Bogza ήταν υποδιοικητής της Κεντρικής Τράπεζας της Ρουμανίας και επιφορτισμένος με την επίβλεψη των τραπεζών. Οι δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων στη Ρουμανία τρέχουν με 15% και μολονότι το ποσοστό αυτό είναι μόλις μία μονάδα υψηλότερο απ' ό,τι στη Βουλγαρία, την εποχή όπου η κρίση ξεκινούσε, οι ρουμανικοί δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας ήταν κατά μέσο όρο χαμηλότεροι, περίπου στο 14%.

Ως πρώην μέλος της ρυθμιστικής αρχής, ο κ. Bogza ηθελημένα κράτησε την κεφαλαιακή επάρκεια της Banc Post σημαντικά υψηλότερα στο 19%. Ακόμα όμως και έτσι, λέει ότι η σοβαρότητα της κρίσης και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι εταιρίες και οι ιδιώτες στην αποπληρωμή ήταν δύσκολο να προβλεφθούν, ενώ οι προσδοκίες για ανάκαμψη εντός του 2010 μοιάζουν πρώιμες - αυτό σημαίνει ότι τα προβλήματα εξόφλησης είναι πιθανόν να εξακολουθήσουν.

"Ενώ τα spreads είναι πολύ 'γενναιόδωρα' για τη Ρουμανία, είναι δύσκολο το τραπεζικό σύστημα να αντεπεξέλθει στην αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων", σημειώνει ο κ. Bogza. "Επιπλέον, έπειτα από αρκετά χρόνια ανάπτυξης, οι τράπεζες δεν ήταν προετοιμασμένες να αντιμετωπίσουν χρεοκοπίες και πελάτες που δεν είναι σε θέση να πληρώσουν. Υπήρχαν λίγα μόνο προϊόντα αναδιάρθρωσης διαθέσιμα, οπότε τα ιδρύματα έπρεπε να προσπαθήσουν για να τακτοποιήσουν τα πάντα ώστε να βοηθήσουν τους δανειολήπτες εκείνους που θα μπορούσαν να επιβιώσουν να βάλουν σε τάξη τα οικονομικά τους".

Έως το ξεκίνημα της κρίσης, η Banca Comerciala Romana, η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρας, είχε ολοκληρώσει τη μεταφορά των standards που ισχύουν στη μητρική της, την αυστριακή Erste Bank. Ο κ. Dominic Bruynseels, διευθύνων σύμβουλος, λέει ότι η τράπεζα ακολούθησε συντηρητική γραμμή -ειδικά σε ό,τι αφορά την έκθεσή της στο real estate. Αυτό βοήθησε στο να διατηρηθεί η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου και η τράπεζα μπόρεσε να αρπάξει ορισμένους μεγάλους εταιρικούς πελάτες από άλλες, λιγότερο υγιείς, τράπεζες που έχαναν έδαφος. Ωστόσο, συνολικά, οι προοπτικές είναι αβέβαιες βραχυπρόθεσμα.

"Στο λιανικό μέτωπο τέθηκε ρυθμιστικό πλαίσιο στο τέλος του 2009, αλλά έχουμε ήδη αρχίσει να βλέπουμε εκ νέου συρρίκνωση λόγω των πρόσφατων κυβερνητικών οικονομικών μέτρων. Τα ανοίγματα προς μεγάλες επιχειρήσεις είναι πολύ καλά, όμως έχουν αρχίσει να ανακύπτουν ζητήματα σχετικά με τις μικρού και μεσαίου μεγέθους εταιρίες. Μοιάζει σαν αυτός ο κύκλος προβλέψεων να έχει ορισμένες φάσεις και εμείς βαδίζουμε προς τη δεύτερη εξ αυτών, όντες ωστόσο καλά προετοιμασμένοι", λέει ο κ. Bruynseels.

Το δίλημμα του ξένου νομίσματος

Επιπλέον των δημοσιονομικών προβλημάτων, ο παράγοντας που διαφοροποιεί τη Ρουμανία από τη Βουλγαρία είναι οι τιμές συναλλάγματος. Η σταθερή συναλλαγματική ισοτιμία της Βουλγαρίας την ωφέλησε σημαντικά σε καιρούς χρηματοοικονομικής σταθερότητας, την ίδια στιγμή όπου το ρουμανικό λέι, κατά τους τέσσερις μήνες έως τον Φεβρουάριο του 2009, υποχωρούσε περισσότερο από 15% έναντι του ευρώ.

Αυτή η υποτίμηση είχε ιδιαίτερα ισχυρή επίπτωση επί των λιανικών πελατών που είχαν δανειστεί σε ευρώ, γεν ή σε ελβετικό φράγκο ώστε να απολαύσουν τα χαμηλότερα προσφερόμενα επιτόκια. Ενώ η άμεση επίπτωση της υποτίμησης είχε σε μεγάλο βαθμό περάσει από τα χαρτοφυλάκια των ρουμανικών τραπεζών έως τον Σεπτέμβριο του 2009, αυτές αντιμετωπίζουν δίλημμα σχετικά με το κατά πόσον θα πρέπει να προσφέρουν στο μέλλον προϊόντα δανεισμού σε ξένα νομίσματα.

"Παραδοσιακά, είμαστε πολύ προσεκτικοί με τα δάνεια σε ξένα νομίσματα και προσφέραμε τα προϊόντα αυτά μόνο σε εύπορους πελάτες. Επιπλέον, έχουμε αποφύγει να προσφέρουμε δάνεια λιανικής σε ξένες ισοτιμίες πλην του ευρώ", λέει ο Gary Poupet, διευθύνων σύμβουλος της BRD Societe Generale.

Ο κ. Bogza αναφέρει ότι οι τράπεζες ακόμη αντιμετωπίζουν δίλημμα σε σχέση με τα μακροχρόνια δάνεια, όπως είναι τα στεγαστικά: να αφήσουν τους πελάτες με ισοτιμιακή έκθεση ή να περάσουν την ανισορροπία στα βιβλία της τράπεζας; "Είχαμε επίγνωση του κινδύνου, αλλά τον συγκρίναμε με το ενδεχόμενο να μη δανείσουμε μακροπρόθεσμα σε λέι, σε μια εποχή κατά την οποία δεν υπήρχε χονδρική αγορά σε λέι", λέει ο ίδιος. Όλες σχεδόν οι καταθέσεις στη Ρουμανία είναι εξαιρετικά βραχυπρόθεσμες - όχι πάνω από τρίμηνες. Οπότε μας φάνηκε πιο ριψοκίνδυνο να επιχειρήσουμε να χρηματοδοτήσουμε 30ετή στεγαστικά δάνεια με βραχυπρόθεσμες καταθέσεις από το να χρησιμοποιήσουμε πιστώσεις σε συνάλλαγμα".

Η πρωτοβουλία που ανέλαβε τον Μάιο του 2010 η EBDR ώστε να ενθαρρύνει τις αγορές του εγχώριου νομίσματος στα Βαλκάνια θα μπορούσε να βοηθήσει, αλλά θα πρέπει να έχει την υποστήριξη των εθνικών κυβερνήσεων και θα απαιτήσει χρόνο. Σε κάθε περίπτωση, ένα ενεργό τραπεζικό στέλεχος ελληνικού ιδρύματος λέει ότι είναι πιθανόν να προσφερθεί δάνειο σε ευρώ το οποίο θα ενσωματώνει και αντιστάθμιση κινδύνου και να εξακολουθεί να είναι φθηνότερο από το δάνειο σε νομίσματα των περισσότερων βαλκανικών χωρών.

Βρίσκοντας την εσοχή

Για την ώρα, όπως κάνουν και οι βουλγαρικές, έτσι και οι ρουμανικές τράπεζες εστιάζουν στο να βελτιώσουν την ποιότητα των υπηρεσιών τους και να παρακολουθούν στενά την τυχόν αδυναμία των πελατών τους να πληρώσουν τα οφειλόμενα. Ο κ. Poupet λέει ότι BDR Societe Generale ελπίζει ότι μια ευρύτερη γκάμα προϊόντων θα αντισταθμίσει την αδύναμη ζήτηση για δάνεια.

"Όσον αφορά στον ανταγωνισμό, μπορούμε να δούμε μια αλλαγή στην αγορά η οποία μετατοπίζεται από τα ποσοτικά κριτήρια, που στηρίζονται στο hard selling και στις τεχνικές του μάρκετινγκ, προς τα ποιοτικά που ενδιαφέρονται περισσότερο για την προσεκτική παρατήρηση των πελατειακών αναγκών", υποστηρίζει.

Υπάρχει η γενική εκτίμηση ότι η δανειακή διείσδυση είναι γενικά ακόμη χαμηλή στη Ρουμανία - ενώ ορισμένα νοικοκυριά είναι υπερμοχλευμένα και άλλες ομάδες παραμένουν λίγο ως πολύ εκτός της τραπεζικής εμβέλειας. Το κλειδί είναι να βρεθούν οι σωστές εσοχές. Η Banca Transilvania, η μόνη τράπεζα ρουμανικής ιδιοκτησίας που βρίσκεται στη λίστα με τις πέντε κορυφαίες τράπεζες της χώρας, είχε μια καινοτόμο ιδέα σε σχέση με το κυβερνητικό πρόγραμμα αναμόρφωσης του συστήματος υγείας, που ξεκίνησε το 2007 και μετέτρεψε τους περισσότερους από τους απασχολούμενους στην υγεία ελεύθερους επαγγελματίες αντί για δημόσιους υπάλληλους.

"Είδαμε στον χώρο της υγείας αρκετούς ανθρώπους που θέλησαν να αυξήσουν την επιχειρηματική τους δράση. Έτσι αποφασίσαμε να προσλάβουμε 80 γιατρούς ως τραπεζικά στελέχη προκειμένου να χρησιμεύσουν ως συνομιλητές με τους ενδιαφερόμενους για ενίσχυση από τον κλάδο της υγείας. Ανοίξαμε ειδικά υποκαταστήματα στις κυριότερες ιατρικές σχολές και καθιερώσαμε ένα ειδικό σύστημα πιστώσεων το οποίο ονομάσαμε DNA", αναφέρει ο κ. Robert Rekkers, διευθύνων σύμβουλος της τράπεζας.

Η τράπεζα προμηθεύει τους γιατρούς με προσαρμοσμένα στις ανάγκες τους προϊόντα που κυμαίνονται από τις πιστωτικές κάρτες έως την επαγγελματική ασφάλιση. Μέσω της διαδικασίας αυτής έχει κερδίσει 18.000 υψηλής ποιότητας νέους πελάτες, που βρίσκονται ανάμεσα στις κατηγορίες του λιανικού πελάτη και της μικρομεσαίας επιχείρησης και αντιστοιχούν σε χαρτοφυλάκιο 450 εκατ. λέι, εμφανίζοντας χαμηλούς δείκτες μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Στην εταιρική πλευρά, ο κ. Bogza λέει ότι είναι δύσκολο να ξέρει κανείς ποιοι από τους σημαντικούς εξαγωγικά προορισμένους κλάδους της ρουμανικής οικονομίας θα ανακάμψουν πρώτοι όταν η ανάπτυξη επιστρέψει στην ευρωζώνη. Έτσι, η Bank Post φροντίζει να επιλέγει μεμονωμένες εταιρίες σε κάθε κλάδο, οι οποίες εμφανίζονται καλύτερα τοποθετημένες από τους ανταγωνιστές τους.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v