Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

ΗΠΑ: Μάχες χαρακωμάτων για ρυθμιστές- πολιτικούς

Οι ΗΠΑ "επισκευάζουν" το βαριά τραυματισμένο πλέγμα ρυθμιστικών κανόνων και ο πόλεμος συμφερόντων μαίνεται. Κόντρες δημοκρατικών - ρεπουμπλικανών με φόντο τις διαφορές καταναλωτών - τραπεζών.

  • Jane Monahan
ΗΠΑ: Μάχες χαρακωμάτων για ρυθμιστές- πολιτικούς
Δύο χρόνια μετά την ηχηρή κατάρρευση της Lehman Brothers και την αξίας 30 δισ. δολ. διάσωση της Bear Stearns, η νομοθεσία για τη βελτίωση του αμερικανικού ρυθμιστικού συστήματος, ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος μιας ακόμη καταστροφικής κρίσης, φαίνεται επιτέλους να φτάνει έως το Κογκρέσο.

Ο κ. Christopher Dodd, ο δημοκρατικός αξιωματούχος από το Κονέκτικατ που ηγείται της τραπεζικής επιτροπής της Γερουσίας, πέρασε από την επιτροπή του ένα νομοσχέδιο στα μέσα Μαρτίου, το οποίο έτυχε της υποστήριξης αποκλειστικά των δημοκρατικών. Ωστόσο, μετά και τις κατηγορίες από τις αμερικανικές αρχές κατά της Goldman Sachs για χρηματιστηριακές απάτες κατά την πιστωτική κρίση του 2007, αρκετοί εκτιμούν ότι είναι πλέον αυξημένες οι πιθανότητες να ψηφιστεί ένα σκληρότερο προσχέδιο νόμου.

Ο κ. Timothy Geithner, ο υπουργός Οικονομικών, και άλλοι θεωρούν πιθανό οι ρεπουμπλικανοί να ψηφίσουν υπέρ του νομοσχεδίου. Τουλάχιστον 60 γερουσιαστές πρέπει να ψηφίσουν υπέρ του νομοσχεδίου ώστε αυτό να περάσει στη Γερουσία. Οι δημοκρατικοί, που στις αρχές αυτής της χρονιάς έχασαν την εκεί πλειοψηφία, ελέγχουν τώρα 59 έδρες, με αποτέλεσμα να χρειάζονται την ψήφο ενός τουλάχιστον ρεπουμπλικανού.

Περαιτέρω λόγοι που δικαιολογούν το θετικό momentum για την πρόοδο της υπόθεσης αφορούν στην ευρέως κοινή αντίληψη για το αναγκαίο πολλών από τις μεταρρυθμίσεις. Ακόμα, δεν είναι ξεκάθαρο ότι και οι 41 ρεπουμπλικανοί γερουσιαστές θα εναντιωθούν στο ν/σ και θα το καθυστερήσουν. Μια τέτοια κίνηση θα φανεί ως συμπαράταξη με τις τράπεζες, την ίδια ώρα όπου όλο και περισσότερες δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι οι τράπεζες, τα μπόνους και οι σωτήριες ενισχύσεις εξακολουθούν να προκαλούν τον θυμό των ψηφοφόρων.

Το επόμενο βήμα θα είναι η εναρμόνιση του κειμένου του ν/σ της Γερουσίας με εκείνο της Βουλής των Αντιπροσώπων, το οποίο ο κ. Barney Frank, ο δημοκρατικός αξιωματούχος από τη Μασαχουσέτη, οδήγησε προ πέντε μηνών μέσα από μια ταραχώδη επιτροπή και μια ψηφοφορία ενώπιον της ολομέλειας. Ο κ. Frank είπε ότι περιμένει πως ο Πρόεδρος Ομπάμα θα εγκρίνει το ν/σ ώστε να γίνει νόμος τον Ιούνιο - κοντά στην τρίτη επέτειο του ξεκινήματος της κρίσης.

--Τα κομμάτια που λείπουν από το παζλ

Όλα αυτά αυξάνουν την πιθανότητα να ενεργοποιηθεί σύντομα μία από τις μεγαλύτερες αλλαγές σε χρηματοοικονομικό επίπεδο από τη δεκαετία του 1930. Ωστόσο, ορισμένες από τις προτάσεις-κλειδιά της νομοθεσίας, όπως η καθιέρωση μηχανισμών που θα λειτουργήσουν ανασχετικά σε περίπτωση αποτυχίας σημαντικών χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων και η δημιουργία ενός συμβουλίου που θα επιβλέπει τους κινδύνους στο χρηματοοικονομικό σύστημα έχουν γίνει αρκετά περίπλοκες, προκειμένου να εξασφαλιστεί η υποστήριξη των ρεπουμπλικανών και του ευρύτερου χρηματοοικονομικού κλάδου.

Αυτό εγείρει ένα ερώτημα σχετικά με το εάν η μεταρρύθμιση θα καταστήσει την κυβέρνηση και τους ρυθμιστές περισσότερο ευέλικτους στην ανίχνευση και την αποτροπή αναδυόμενων απειλών για το χρηματοοικονομικό σύστημα. Επιπλέον, λένε οι ειδικοί, κομμάτια-"κλειδιά" λείπουν από το παζλ της μεταρρύθμισης.

Οι ρυθμιστικές αρχές έχουν επανειλημμένα προειδοποιήσει ότι το να υπάρχουν πολύ μεγάλα ή πολύ συνδεδεμένα μεταξύ τους ιδρύματα, τα οποία για τους λόγους αυτούς το σύστημα δεν μπορεί να αφήσει να καταρρεύσουν, αποτελεί πολύ μεγάλο κίνδυνο για την οικονομική σταθερότητα. Ωστόσο, ούτε η άποψη του Λευκού Οίκου για τη μεταρρύθμιση ούτε αυτή της Γερουσίας περιέχουν προτάσεις για τον περιορισμό του μεγέθους των ιδρυμάτων. "Στην πραγματικότητα, όλες οι νομοθετικές προτάσεις είναι δομημένες γύρω από την υπόθεση ότι θα συνεχίσουν να υπάρχουν ομάδες ιδρυμάτων που είναι είτε πολύ μεγάλα είτε πολύ συνδεδεμένα μεταξύ τους για να καταρρεύσουν", λέει η καθηγήτρια κ. Emma Coleman-Jordan, ειδική επί των τραπεζών στο νομικό τμήμα του Πανεπιστημίου της Georgetown.

Ο κ. Douglas Elliot, πρώην investment banker στο think tank του Brookings Institution, επισημαίνει πως "δεν υπάρχει αποτελεσματική λύση. Η χώρα χρειάζεται μικρές τράπεζες που θα είναι ταυτόχρονα πλήρως παγκόσμιες και θα επιτυγχάνουν και οικονομίες κλίμακας. Επιμένουμε στο μοντέλο too-big-to-fail".

Ορισμένοι άλλωστε φοβούνται ότι οι αλλαγές επί των παραγώγων θα απουσιάζουν από τη μεταρρύθμιση. Αυτό που έχει συμφωνηθεί είναι ότι οι περισσότερες διμερείς over the counter συναλλαγές σε παράγωγα και χρηματοοικονομικά εργαλεία όπως τα credit default swaps που ανατίναξαν την AIG το 2008 - θα διοχετευθούν σε ηλεκτρονικές αγορές και σε κεντρικά εκκαθαριστήρια ώστε να μειωθεί ο κίνδυνος και να αυξηθεί η διαφάνεια. Ο κανόνας έχει εφαρμογή σε όλα τα συμβόλαια παραγώγων που μπορούν να κατηγοριοποιηθούν.

Ωστόσο, υπάρχει παραθυράκι: τα customized διμερή συμβόλαια, που ενδεχομένως περιλαμβάνουν ορισμένα από τα πιο ριψοκίνδυνα "γυμνά" credit default swaps, δεν είναι ανάγκη να περνούν από οίκους εκκαθάρισης. Αντί γι' αυτό, αυτές οι συναλλαγές θα υπόκεινται σε απαιτήσεις σχετικά με το margin και οι swap dealers όπως και βασικοί μετέχοντες στα swaps θα υπόκεινται σε κεφαλαιακές απαιτήσεις, προκειμένου να αντισταθμιστούν οι βασικοί κίνδυνοι που αντιπροσωπεύουν.

Σημείο εμπλοκής

Μετά τις κατηγορίες για την υπόθεση της Lehman Brothers από τη SEC, οι τελικές προτάσεις επί των παραγώγων αναμένονται να είναι σκληρότερες. Οι ρεπουμπλικανοί διαφωνούν λέγοντας ότι αρκετά συμβόλαια και αρκετοί τελικοί εταιρικοί καταναλωτές πρέπει να εξαιρεθούν από τους νέους κανόνες κεντρικής εκκαθάρισης παραγώγων. Ωστόσο, ο κ. Geithner, άλλες ρυθμιστικές αρχές και οι δημοκρατικοί πιέζουν τώρα για το μέγιστο δυνατό εύρος εφαρμογής και για όσο το δυνατόν λιγότερες εξαιρέσεις, προβάλλοντας το επιχείρημα όσων συνέβησαν με τη Goldman Sachs και την απάτη με τα σύνθετα χρηματοοικονομικά προϊόντα.

Στο μεταξύ, ο κ. Gary Gensler, ο πρόεδρος της επιτροπής Commodity Futures Trading -της ρυθμιστικής αρχής για τα παράγωγα- είπε απευθυνόμενος σε συνέδριο του Εμπορικού Επιμελητηρίου στις 24 Μαρτίου πως δεν είναι πεπεισμένος ότι οι τελικοί χρήστες θα εξυπηρετηθούν σωστά με τις εξαιρέσεις από τους νέους κανόνες εκκαθάρισης. "Πώς μπορείτε να είστε σίγουροι ότι τα κόστη που χρεώνουν οι dealers είναι λιγότερα από το περιθώριο που σχετίζεται με τους οίκους εκκαθάρισης;", ρώτησε.

"Τα μόνα μέρη που ωφελούνται από την έλλειψη διαφάνειας είναι οι dealers στη Wall Street", τόνισε. "Στην παρούσα φάση ο κόσμος μας ελέγχεται από τους dealers και αυτό είναι που μας οδήγησε στο χείλος του γκρεμού", είπε.

Ανάμεσα στις προτάσεις για τις οποίες έχει υπάρξει συμφωνία περιλαμβάνεται και αυτή που αναθέτει σε μία ομάδα την οργανωτική αναδιάταξη του ρυθμιστικού συστήματος στις ΗΠΑ. Προς το παρόν, υπάρχει η FED που επιβλέπει τις μεγάλες εταιρίες με τραπεζικές συμμετοχές, το Γραφείο Ελεγκτού του Συστήματος (Office of the Comptroller of the Currency) που επιβλέπει τις μικρότερες τράπεζες και η Εταιρία Διασφάλισης Καταθέσεων που επιβλέπει τις κρατικές τράπεζες.

Και ενώ η παρούσα δομή των ελεγκτικών οργάνων θεωρείται ενδιαφέρουσα και πιθανώς απαραίτητη, είναι μάλλον αδιάφορη σε ό,τι αφορά τους βασικούς σκοπούς της μεταρρύθμισης που δεν είναι άλλοι από το η κυβέρνηση και οι ελεγκτικοί μηχανισμοί να αποκτήσουν την ευελιξία να ανταποκριθούν σε μελλοντικές οικονομικές κρίσεις.

Σχέδιο εκκαθάρισης

Μια δεύτερη δέσμη προτάσεων εστιάζει στη διασφάλιση ότι στην περίπτωση μιας ακόμη χρεοκοπίας η εκκαθάριση θα προχωρήσει ταχύτερα και περισσότερο δομημένα απ' ό,τι στην πρόσφατη ιστορία, οπότε δεν υπήρχαν προτιθέμενες μέθοδοι. Μία ιδέα είναι να συσταθεί ένα fund, χρηματοδοτούμενο από τον χρηματοοικονομικό κλάδο, το οποίο θα αναλάβει να καλύπτει το κόστος της εκκαθάρισης και να επιταχύνει τη διαδικασία. Το πόσο μεγάλο χρειάζεται να είναι αυτό το κεφάλαιο, ώστε να αποκλειστεί η επιβάρυνση φορολογουμένων, είναι προς συζήτηση.

Το ν/σ της Βουλής των Αντιπροσώπων προτείνει ένα fund μεγέθους 150 δισ. δολ., ενώ η Γερουσία ένα άλλο μόλις 50 δισ. δολ. Εάν η διαφορά μοιραστεί, είναι πιθανόν το ύψος του fund να φτάσει τα 100 δισ. δολ. Ωστόσο, αρκετοί θεωρούν ότι αυτό το ποσό δεν θα είναι αρκετό αν σκεφθεί κανείς τα τρισεκατομμύρια δολάρια του δημόσιου χρήματος που κόστισε αυτή η κρίση.

Επίσης, σε αυτήν την κατηγορία της "ταχύτερης εκκαθάρισης" βρίσκεται και μια πρόταση για μια αρχή με διευρυμένη εξουσία που θα διασφαλίσει την εύτακτη επιβράδυνση και τη -συστημικά πολύ σημαντική- ρευστοποίηση των τυχόν χρεοκοπημένων χρηματοοικονομικών εταιριών, ώστε να αποφευχθεί στο μέλλον επανάληψη μιας Lehman Brothers ή μια μαζική διάσωση όπως αυτή της AIG.

Αυτό που ξεκίνησε ως ευθεία πρόταση της διοίκησης Ομπάμα για επέκταση της εξειδίκευσης της FDIC στην επίλυση περιπτώσεων χρεοκοπίας τραπεζών και σε περιπτώσεις μεγάλων χρηματοοικονομικών οργανισμών έχει πλέον ουσιαστικά μετασχηματιστεί.

Προκειμένου να αντισταθμίσει τις ρεπουμπλικανικές αντιρρήσεις για υπερβολική ανάμιξη του κράτους στις επιχειρηματικές δραστηριότητες, η πρόταση άλλαξε ώστε να περιλάβει απαίτηση κατά την οποία αφενός όχι μόνο η FDIC αλλά και η FED και τo υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να δώσουν την έγκρισή τους για τη χρήση της αυξημένης εξουσίας επίλυσης, αφετέρου μια εσπευσμένη αναθεώρηση της απόφασης διεκπεραιώνεται από ένα πάνελ τριών δικαστών χρεοκοπίας.

Όπως τονίζει η καθηγήτρια κ. Anna Gelpem του τμήματος νομικής του American University στην Ουάσιγκτον, "η διευρυμένη εξουσία επίλυσης είναι πολύ καλή ιδέα. Είναι καλό να υπάρχουν έλεγχοι". Ωστόσο, ο κ. Elliot της Brookings υπογραμμίζει ότι με το να αναζητούμε ρόλο για τις δικαστικές αρχές, δεν είναι ξεκάθαρο το κατά πόσον η διάλυση - εκκαθάριση μιας εταιρίας μπορεί να γίνει αρκετά γρήγορα ώστε να αποφευχθεί η διασπορά της μόλυνσης και σε ολόκληρο το σύστημα. "Το συγκεκριμένο σημείο αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες αδυναμίες της μεταρρύθμισης και με ανησυχεί", επισημαίνει.

Προσδιορισμός του κινδύνου

Στο μεταξύ, μια τρίτη κατηγορία προτάσεων, η οποία κινείται στον χώρο της πρόληψης, περιλαμβάνει την καθιέρωση ενός "συμβουλίου κινδύνου", επιφορτισμένου με τον προσδιορισμό, την παρακολούθηση και τη διευθέτηση των συστημικών κινδύνων που προέρχονται από μεγάλα και δαιδαλώδη χρηματοοικονομικά ιδρύματα, όπως και από τα χρηματοοικονομικά τους προϊόντα. "Για παράδειγμα", λέει ο κ. Talbot του Financial Services Roundtable, το συμβούλιο "θα παρακολουθεί μια σύμβαση στεγαστικού δανείου από το τραπέζι της κουζίνας όπου υπογράφεται έως την τιτλοποίησή της και την αναδοχή του χρέους και μέχρι τα credit default swaps. Θα εποπτεύεται ολόκληρη η συναλλαγή".

Το να υπάρχει ένας εποπτικός φορέας να ελέγχει τη "μεγάλη εικόνα", συμπεριλαμβανομένων των κινδύνων που τίθενται από τις φούσκες στις τιμές, και με την εξουσία να καθοδηγεί συστημικώς σημαντικές εταιρίες, ώστε να προστατευτεί το σύστημα από τέτοιου είδους κινδύνους, θεωρείται θετικό.

Ωστόσο, οι ειδικοί ανησυχούν ότι ένα τέτοιο "συμβούλιο κινδύνου" δεν θα επιτρέψει στην κυβέρνηση και στους ρυθμιστές να είναι περισσότερο ευέλικτοι στην αντιμετώπιση μιας κρίσης, κυρίως επειδή η σύνθεση του συμβουλίου θα περιλαμβάνει εννέα εκπροσώπους ρυθμιστικών αρχών τραπεζών και εταιριών παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών - γεγονός αρκετά άβολο.

Επιπλέον, οι αντιπρόσωποι στο συμβούλιο έχουν πολύ διαφορετικές οπτικές και πολύ διαφορετικούς "πελάτες". Για παράδειγμα, η FED, σύμφωνα με τις προτάσεις της μεταρρύθμισης, θα είναι υπεύθυνη για την εποπτεία των μη εμπορικών τραπεζών και θα δουλεύει επί διαφοροποιημένης δέσμης εποπτικών αντικειμένων, συμπεριλαμβανομένων επενδυτικών τραπεζών, ασφαλιστικών εταιριών και brokers -"το σύνολο του σκιώδους τραπεζικού συστήματος, δηλαδή", εξηγεί η κ. Coleman-Jordan.

Αντίθετα, η FDIC βασικά θα εξακολουθήσει να εποπτεύει θέματα resolution - τομέας στον οποίο ειδικεύεται από την ίδρυσή της το 1933. Από την άλλη, το OCC θεωρείται γενικά οργανισμός αρκετά "ευγενικός" έναντι των τραπεζικών συμφερόντων που παρακολουθεί. Όντως, οι πιθανές δυσκολίες να καταλήξουν σε συμφωνία οι αποφασίζοντες εγείρει αρκετά ερωτήματα σχετικά με το εάν η απόκριση του νέου συμβουλίου θα είναι αρκετά ταχεία ώστε να αντεπεξέλθει στη γρήγορη ανάπτυξη νέων συστημικών απειλών.

Επιπλέον, πολλά ακόμη μέτρα αποτροπής θα βασίζονται στη λήψη αποφάσεων εκ μέρους του συμβουλίου. Για παράδειγμα, οι σημαντικές αυξήσεις σε κεφάλαια και αποθεματικά σε συστημικώς σημαντικές χρηματοοικονομικές εταιρίες -πέρα από τις αυξήσεις για το σύνολο του τραπεζικού κλάδου- είναι ένα θέμα το οποίο εμπίπτει στην αρμοδιότητα του συμβουλίου ώστε να αποφασίσει και να υποβάλει προτάσεις στη FED. "Ο χρηματοοικονομικός κλάδος χρειάζεται ακόμη υψηλότερες απαιτήσεις σε κεφάλαια και αποθεματικά προκειμένου για τις μεγαλύτερες από τις τράπεζές του", λέει ο κ. Elliot. "Αυτό", συνεχίζει ο ίδιος, "δεν μηδενίζει τον ηθικό κίνδυνο, αλλά σημαίνει ότι θα υπάρχει κάποιο κόστος για να γίνει ένα ίδρυμα 'πολύ μεγάλο για να καταρρεύσει' ή 'πολύ διασυνδεδεμένο για να καταρρεύσει'".

Ο κανόνας Volcker (που πήρε το όνομα του Paul Volcker, του πρώην προέδρου της FED και προέδρου της Συμβουλευτικής Επιτροπής Οικονομικής Ανάκαμψης του Προέδρου Ομπάμα) είναι ένα ακόμη μέσο πρόληψης η τύχη του οποίου εξαρτάται από τις αποφάσεις του συμβουλίου. Ο κανόνας αυτός που περιλαμβάνεται στο νομοσχέδιο της Γερουσίας, αλλά θα πρέπει να προστεθεί στο ν/σ της Βουλής των Αντιπροσώπων γιατί εισήχθη καθυστερημένα, προτείνει ότι οι τράπεζες που επωφελούνται από τις κρατικές εγγυήσεις -όπως επί παραδείγματι είναι η ασφάλεια καταθέσεων- και έχουν πρόσβαση στα εκπτωτικά κεφάλαια της FED να μην μπορούν να επενδύουν σε hedge funds, private equity funds ή στη λεγόμενη διαπραγμάτευση για ίδιο λογαριασμό (proprietary trading).

O κανόνας ξαναθυμάται την πράξη Glass-Steagall του 1933, έναν νόμο που ακολούθησε την ύφεση και ανακλήθηκε το 1996. Αποτελούσε δομικό περιορισμό του κινδύνου μέσω του διαχωρισμού των επενδυτικών από τις εμπορικές τράπεζες. Ωστόσο, στην αντίθετη κατεύθυνση, η αποδοχή του concept "πολύ μεγάλο για να καταρρεύσει", η οποία υποκρύπτεται στις παρούσες προτάσεις της μεταρρύθμισης, οδήγησε στην πρόταση για υπό τη FED συγχώνευση των ρυθμιστικών κανόνων που αφορούν στις εμπορικές και στις επενδυτικές τράπεζες και στις εταιρίες συμμετοχών τους. Έτσι, οι διαχωριστικές γραμμές είναι θολές.

"Ακόμη και μετά την ανάκληση της πράξης Glass-Steagall είχαμε διαφορετική δέσμη κανόνων για το ποιον ρόλο θα μπορούσαν να παίξουν στην οικονομία μας αυτοί οι ενδιάμεσοι. Αλλά αυτό που κάνει αυτή η δέσμη κανόνων είναι να αντιμετωπίζει τις επενδυτικές και τις εμπορικές τράπεζες σαν κάτι όμοιο", λέει η κ. Coleman-Jordan.

Μια τελική πρόταση, την οποία ο Πρόεδρος Ομπάμα παρακολουθεί στενά, η ίδρυση ενός Γραφείου Προστασίας Καταναλωτή Χρηματοοικονομικών Προϊόντων, ανεξάρτητου από την τραπεζική εποπτεία, το οποίο θα υπάρχει για να αποτρέπει τη λανθασμένη πώληση στεγαστικών δανείων, πιστωτικών καρτών και άλλων χρηματοοικονομικών προϊόντων, κινδυνεύει να αποδειχθεί πρόχειρο ως σχεδιασμός, παρά τις καλές προθέσεις με τις οποίες ξεκίνησε.

Ο κ. Michael Calhoun, πρόεδρος του Κέντρου Υπεύθυνου Δανεισμού, λέει ότι το να διατηρούνται υπό την ίδια σκέπη η προστασία του καταναλωτή και ο τραπεζικός έλεγχος και να υπάρχει μία και μόνο ρυθμιστική αρχή και για τα δύο αυτά -κάτι που συμβαίνει τώρα- οδηγεί στο να κατατάσσεται η προστασία του καταναλωτή "πολύ χαμηλά στις προτεραιότητες".

"Τα τελευταία 20 χρόνια είναι γεμάτα από παραδείγματα όπου η αποτυχία αποτελεσματικής προστασίας των καταναλωτών ήταν επιζήμια όχι μόνο για τους ίδιους τους καταναλωτές αλλά και για το σύνολο του τραπεζικού και χρηματοοικονομικού συστήματος, καθώς και για την οικονομία", λέει ο κ. Calhoun. Παρά το γεγονός αυτό, ομάδες ειδικών ενδιαφερόντων, όπως το Financial Services Roundtable και το Εμπορικό Επιμελητήριο, προσπάθησαν σκληρά να επηρεάσουν τους αρμόδιους κατά των προτάσεων και η ιδέα έχει ήδη προκαλέσει διαφωνίες στο εσωτερικό του Κογκρέσου.

Κατάσταση συμβιβασμού

Για την άρση του αδιεξόδου και για να αποσπάσει τις 60 ψήφους που απαιτούνται για την ψήφιση του νομοσχεδίου του, ο κ. Dodd, πρόεδρος της Τραπεζικής Επιτροπής της Γερουσίας, συμφώνησε σε δύο συμβιβασμούς, λέει ο κ. Calhoun:

Ο πρώτος είναι ότι το όργανο προστασίας του καταναλωτή δεν πρέπει σώνει και καλά να είναι ανεξάρτητο σώμα και ότι μπορεί να στεγαστεί αλλού. Ο κ. Dodd, μάλιστα, πρότεινε τη FED γεγονός που προκάλεσε την άμεση αρνητική απάντηση των δημοκρατικών - ειδικά του Barney Frank, προέδρου της επιτροπής οικονομικών υποθέσεων της Βουλής των Αντιπροσώπων, ο οποίος χαρακτήρισε την ιδέα "σχεδόν κακόγουστο αστείο".

Το σχόλιο έγινε καθώς πρόσφατη είναι στο μυαλό του η αποτυχία της FED να ελέγξει τον subprime δανεισμό πριν από το σκάσιμο της φούσκας, αν και ήταν η μοναδική ρυθμιστική αρχή στη χώρα με την εξουσία να επιβάλλει κανόνες για την προστασία των καταναλωτών που θα είχαν εφαρμογή σε όλους όσοι χορηγούν στεγαστικά δάνεια.

Ο δεύτερος είναι ότι ο κ Dodd συμφώνησε να επιτρέψει κάποιον βαθμό επίβλεψης του οργάνου από ένα (άλλο) συμβούλιο που θα περιλαμβάνει στη σύνθεσή του και τραπεζικούς ρυθμιστές.

Ωστόσο, όπως λένε αρκετοί ειδικοί, το να προσθέτει κανείς ένα ακόμη επίπεδο γραφειοκρατίας στη λειτουργία του Γραφείου Προστασίας Καταναλωτή είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα επηρεάσει αρνητικά την ικανότητα του νέου οργάνου να αντιδρά γρήγορα. Κάτι τέτοιο θα αποτελέσει σημαντικό εμπόδιο στο να παρακολουθήσει το νέο όργανο τους ρυθμούς με τους οποίους νέα χρηματοοικονομικά προϊόντα και καινοτομίες εισάγονται στην αγορά.

"Η εμπειρία που είχαμε με τα subprime στεγαστικά δάνεια και τον ταχύ πολλαπλασιασμό των δανείων και των προϊόντων -και η οποία γρήγορα καταλάβαμε ότι ήταν εντελώς εις βάρος των καταναλωτών- μού λέει ότι απαιτείται χρόνος στους ρυθμιστές να 'μυριστούν' τι ακριβώς συμβαίνει στην αγορά, όπως και ότι τους χρειάζεται χρόνος για να ανταποκριθούν. Είναι αυτό το χρονικό διάστημα έως τη δράση που με ανησυχεί περισσότερο", λέει η κ. Coleman-Jordan.

Ο κ. Bill Schneider της Third Way αναφέρει χαρακτηριστικά: "Η δημιουργικότητα της Wall Street στο να βρίσκει όλο και περισσότερο ριψοκίνδυνους τρόπους να βγάζει χρήματα είναι ατελείωτη και το νομοθετικό και ρυθμιστικό σύστημα έχουν πρόβλημα να αντεπεξέλθουν γρήγορα. Αυτό συνέβαινε πάντα στην ιστορία αυτής εδώ της χώρας".

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v