«Δυναμικές» προβλέψεις για τις τράπεζες

Λίγους μήνες μετά τις παταγώδεις τραπεζικές καταρρεύσεις, αναζητούνται νέες δυναμικές μέθοδοι υπολογισμού των προβλέψεων. Πώς λειτουργούν τα μοντέλα του μέλλοντος, ποια προβλήματα επιλύουν και ποιες διαφωνίες δημιουργούν.   

  • Fernardo Restroy & Jose Maria Roldan *
«Δυναμικές» προβλέψεις για τις τράπεζες
 * Με τη σειρά αυτή άρθρων ξεκινά η νέα συνεργασία που εξασφάλισε το Euro2day με το κορυφαίο περιοδικό του διεθνούς τραπεζικού χώρου "The Banker". Τα άρθρα είναι από το τρέχον τεύχος του περιοδικού (Αύγουστος 2009).

Ενώ η τρέχουσα κρίση εξακολουθεί να σπέρνει τον μεγαλύτερο όλεθρο από την εποχή του Β. Παγκοσμίου Πολέμου είναι στην καλύτερη περίπτωση πρώιμο και σίγουρα επικίνδυνο να δοκιμάσει κανείς να εξάγει συμπεράσματα. Ωστόσο είναι πιθανό να προκύψουν ορισμένα πορίσματα.

Το πρώτο είναι ότι ουδείς προέβλεψε την κρίση με όλες τις πολυπλοκότητες- πέρα από τις εκκεντρικές μάντεις κακών «Κασσάνδρες». Το δεύτερο είναι ότι δεν υπάρχει «ασημένια σφαίρα»- με άλλα λόγια δεν υπάρχει ένα και μοναδικό μέτρο το οποίο θα μπορούσε να αποτρέψει την κρίση. Τελικά, παρά αυτές τις δυσκολίες κάποια διδάγματα προκύπτουν και τυγχάνουν της υποστήριξης της γενικής παραδοχής, όπως είναι η ανάγκη να μειωθεί η κυκλική οικονομική διακύμανση (procyclicality) του χρηματοοικονομικού συστήματος.

Ωστόσο, αν και ο στόχος αυτός είναι ευρέως αποδεκτός, μια διαμάχη μαίνεται- ειδικά ανάμεσα στις ρυθμιστικές αρχές της αγοράς αφενός και τους θέτοντες τα λογιστικά πρότυπα και τους εποπτεύοντες την αγορά αφετέρου. Και αυτή η διαμάχη φαίνεται να δικαιώνει τις Δυναμικές Προβλέψεις. Το σύστημα αυτό- γνωστό και ως το Ισπανικό μοντέλο προβλέψεων- απαιτεί από τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα να αναγνωρίζουν ως επισφάλειες σε καλούς καιρούς τις απώλειες δανείων, τα οποία με βάση την εμπειρία του παρελθόντος, θα υλοποιηθούν (/εξυπηρετηθούν) σε επόμενο σημείο του επιχειρηματικού κύκλου. Αυτό επιτρέπει στα ιδρύματα να ανακοινώνουν υψηλότερα κέρδη στους κακούς καιρούς. Ως εδώ τίποτα καινοφανές.

Ναι, αυτό το άρθρο γράφεται από δύο Ισπανούς, αλλά ο ένας από τους δύο είναι εποπτικός ρυθμιστής και ο άλλος είναι επιβλέπων της χρηματιστηριακής αγοράς. Μην περιμένετε τις συνήθεις πρόσφατα κυκλοφορήσασες επευφημίες για το Ισπανικό μοντέλο προβλέψεων, αλλά μια προσπάθεια να οικοδομηθεί συναίνεση πάνω στο θέμα.

Σχολές σκέψης

Ας ξεκινήσουμε με τρεις βασικές ιδέες για τις οποίες δεν φαίνεται να υπάρχουν πολλές αντιρρήσεις. Πρώτον, υπάρχει ένας φυσικός διαχωρισμός ανάμεσα στην περιοχή της λογιστικής και αυτή της εποπτείας . Οι αρχές της λογιστικής θα πρέπει να βοηθήσουν αυτούς που προετοιμάζουν τις χρηματοοικονομικές ανακοινώσεις ώστε οι τελευταίοι να καθορίσουν την κατάσταση αποτελεσμάτων χρήσης με τον πλέον κατανοητό τρόπο για τους αναγνώστες. Αυτοί είναι πρωταρχικά (αλλά όχι αποκλειστικά) οι επενδυτές.

Αλλά οι επιφορτισμένες με την εποπτική διαχείριση αρχές θα πρέπει να προσέξουν τον τρόπο αντιμετώπισης των μεγεθών αυτών, καθώς μπορεί να επηρεάσει την φερεγγυότητα των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων.

Δεύτερον, η ερμηνεία των κανόνων για τις προβλέψεις στη λογιστική υπήρξε πολύ στενή. Οι τράπεζες θα μπορούσαν να χρησιμοποιήσουν τις λογιστικές αρχές με την περισσότερο ευρεία τους διάσταση, προκειμένου να χτίσουν προβλέψεις νωρίτερα, μειώνοντας έτσι την πραγματική ασυμφωνία με την δυναμικές τραπεζικές προβλέψεις και οδηγώντας τα λογιστικά έσοδα σε ένα μοντέλο με λιγότερες κυκλικές οικονομικές διακυμάνσεις.

Τρίτον, οι κανόνες για τον υπολογισμό των επισφαλειών υπό τα Διεθνή Λογιστικά Πρότυπα και υπό τα Αμερικάνικά Λογιστικά Πρότυπα (US GAAP) απέχουν αρκετά από το να είναι ιδανικοί (στην πραγματικότητα το σύνολο των εργαλείων λειτουργίας των λογιστικών κανόνων όπως αναγνωρίζεται από τους επίσημους θεσπιστές των κανόνων, απέχει αρκετά από την τελειότητα).

Αυτές οι βασικές ιδέες μπορούν να βοηθήσουν να καταδειχθεί μια λογικά ισορροπημένη δέσμη από συντονισμένες πρωτοβουλίες που θα υιοθετηθεί με παρόμοιο τρόπο από τους επίσημους θεσπιστές και τους ρυθμιστές των αγορών.

Ένα δυνητικά ισχυρό και επιτεύξιμο βήμα προς τα εμπρός- βραχυπρόθεσμα-θα μπορούσε να περιλαμβάνει τη σαφή διάκριση ανάμεσα στα τακτικά και τα διανεμόμενα κέρδη στις δημόσιες λογιστικές καταστάσεις (σε συνάρτηση και με τις κατευθυντήριες γραμμές που εξέφρασε το Μάρτιο του 2009 στην έκθεσή του ο Adair Turner – σ.σ. επικεφαλής της Ρυθμιστικής Αρχής Τραπεζών της Μ. Βρετανίας) 

Οι λογιστικές αρχές- συμπεριλαμβανομένου του επιλεχθέντος μοντέλου υπολογισμού των προβλέψεων- θα καθορίσουν, όπως κάνουν και τώρα, το πως θα διατυπωθούν οι τακτικές καταστάσεις αποτελεσμάτων χρήσης. Οι ρυθμιστικές αρχές θα μπορούσαν ωστόσο να θέσουν ξεκάθαρους κανόνες καθορίζοντας τι μερίδιο των εσόδων θα διανεμηθεί ως μέρισμα. Η διαφορά ανάμεσα σε αυτές τις δύο έννοιες του κέρδους θα μπορούσε κατ΄αυτόν τον τρόπο να αποτελέσει ένα πακέτο υποχρεωτικών και δημόσια κοινοποιήσιμων αποθεμάτων που δεν θα έχουν σχέση με τον καθορισμό των τακτικών καταστάσεων αποτελεσμάτων χρήσης.

Το πακέτο αυτό θα μπορούσε να περιλαμβάνει ένα απόθεμα, το οποίο θα τοποθετηθεί στην άκρη για μελλοντικές ζημιές, και θα τύχει επεξεργασίας εντός του πλαισίου του ισπανικού μοντέλου προβλέψεων. Εκεί μπορούν ακόμη να χωρέσουν και άλλα ρυθμιστικά μέτρα που προτάθηκαν πρόσφατα από τους εποπτικούς φορείς, όπως οι αποτιμήσεις των αποθεμάτων για τα κεφαλαιακά κέρδη σε σύνθετα εργαλεία mark-to model, προκειμένου για χρηματοοικονομικά στοιχεία προς πώληση.
 
Στατική προσέγγιση

Παράλληλα με αυτές τις αλλαγές, αν και αυτή είναι πιθανότατα μια πιο σύνθετη και μακροχρόνια αποστολή, οι επίσημοι θεσπιστές των κανόνων θα έπρεπε να σκεφτούν την αναμόρφωση του μοντέλου επισφαλειών, το οποίο βασίζεται αποκλειστικά σε απώλειες που έχουν ήδη προκύψει. Φυσικά, αυτή η στατική προσέγγιση είναι σχετικά απλή και άμεση στην εφαρμογή της. Ωστόσο, καθώς οι αναμενόμενες δανειακές απώλειες παραβλέπονται, αυτοί που καταρτίζουν τις καταστάσεις συνήθως τις αναφέρουν ως κέρδος- εισόδημα το οποίο θα εξαφανιστεί προϊόντος του χρόνου και με την ωρίμανση του κύκλου.

Πέρα από τις εποπτικές ανησυχίες, η παράλειψη αυτής της "προ-βλέπουσας" πληροφορίας από τις χρηματοοικονομικές καταστάσεις- η οποία είναι θέμα του ρίσκου που επιλέγει να αναλάβει κάθε εταιρία- δύσκολα μπορεί να βοηθήσει τους επενδυτές στο να εκτιμήσουν την οικονομική πραγματικότητα των εταιριών. Για το λόγο αυτό, οι επίσημοι θεσπιστές των κανονισμών δεν απαιτείται να αλλάξουν την προσέγγισή τους προκειμένου να βρουν επιπρόσθετο κίνητρο να αναθεωρήσουν την αντιμετώπιση των δανειακών απωλειών. Το σωστό risk management και η αποτελεσματική προστασία του επενδυτή θα πρέπει να πηγαίνουν χέρι- χέρι.

Εν συντομία, η σύγκληση απόψεων ανάμεσα στους θεσπιστές των κανόνων και τους επιφορτισμένους με τις ρυθμιστικές αρμοδιότητες δεν φαίνεται υπερβολικά δύσκολο να επιτευχθεί. Από την άποψη αυτή, οι δυναμικές προβλέψεις θα πρέπει να ειδωθούν σαν αρχή προκειμένου να βελτιωθούν αφενός τα εργαλεία εποπτείας με πλήρη σεβασμό σε ένα προσανατολισμένο στον επενδυτή λογιστικό σύστημα και αφετέρου τα μέσα για την τελειοποίηση των κανόνων για τις επισφάλειες εντός ενός αναθεωρημένου λογιστικού πλαισίου.

Και, παρεμπιπτόντως, δεν πρέπει ποτέ κανείς να υποτιμά τη σημασία και τις δυσκολίες που αντιμετώπισαν ένα μέλος της ρυθμιστικής αρχής του Χρηματιστηρίου και ένας επόπτης της φερεγγυότητας του συστήματος να συμφωνήσουν πάνω σε αυτά, ακόμα (ή ιδιαίτερα) όταν είναι και οι δύο Ισπανοί.

* Ο Fernando Restroy είναι αντιπρόεδρος της Επιτροπής της Ισπανικής Κεφαλαιαγοράς (CNMV) και ο Jose Maria Roldan είναι Γενικός Διευθυντής στην Τράπεζα της Ισπανίας.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v