Το νέο πακέτο για το συνταξιοδοτικό που προωθεί η κυβέρνηση είναι αναντίρρητα βαρύ. Ιδιαίτερα, για κάποιες κατηγορίες νυν και μελλοντικών συνταξιούχων.
Σε καμία περίπτωση δεν υποστηρίζουμε ότι είναι το σωστό πακέτο μεταρρυθμιστικών μέτρων.
Όμως, μια ακαδημαϊκή έρευνα της Χρύσας Λεβέντη από το πανεπιστήμιο του Εσσεξ και του Μάνου Ματσαγκάνη από το Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών έρχεται να αναδείξει τις παθογένειες του υφιστάμενου ασφαλιστικού συστήματος.
Από την έρευνα που βασίστηκε σε στοιχεία του ΙΚΑ για τις κύριες συντάξεις γήρατος και σε κάποιες υποθέσεις, π.χ. την ετήσια αύξηση των ασφαλιστικών εισφορών και το επιτόκιο προεξόφλησης των μελλοντικών συντάξεων, προκύπτουν κάποια ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Κάποιος που βγήκε στη σύνταξη το 2008, θα εισέπραττε κατά μέσο όρο 114 χιλ. ευρώ περισσότερα κατά την αναμενόμενη μέση διάρκεια της ζωής του σε σύγκριση με το σύνολο των ασφαλιστικών εισφορών που είχε πληρώσει κατά τη διάρκεια του εργάσιμου βίου του.
Οι επιδοτήσεις από τους φορολογούμενους ξεκινούσαν από τις 90.000 ευρώ και ξεπερνούσαν τις 200 χιλ. ευρώ σε καθαρή παρούσα αξία, ανάλογα με τα χρόνια και το ύψος των εισφορών του συνταξιούχου.
Όμως, οι περικοπές της περιόδου 2010-2013 περιόρισαν τη μέση επιχορήγηση στις 59,4 χιλ. ευρώ σε παρούσα αξία, ενώ η ασφαλιστική μεταρρύθμιση του 2010 που θα ξεκινούσε υποτίθεται το 2015, σε 35,27 χιλ. ευρώ κατά μέσο όρο.
Οι συγγραφείς περιμένουν ότι η ανισορροπία μεταξύ συντάξεων και ασφαλιστικών εισφορών θα επιδεινωνόταν σε καθαρή παρούσα αξία (Net Present Value), αν συμπεριελάμβαναν τους συνταξιούχους του ΟΓΑ και του Δημοσίου που υπόκειντο σε πιο ευνοϊκούς κανόνες.
Οι αγρότες δεν πλήρωναν καμία ασφαλιστική εισφορά ως το 1987, ενώ η εισφορά για κύριες συντάξεις έγινε υποχρεωτική το 1998, όπως αναφέρουν οι συγγραφείς της μελέτης.
Επιπλέον, οι δημόσιοι υπάλληλοι που είχαν ξεκινήσει να εργάζονται πριν το 1993 υπάγονταν σε πολύ πιο ευνοϊκό καθεστώς σε σχέση με τους συναδέλφους τους του ιδιωτικού τομέα μέχρι το 2007.