Δυσμενείς εξελίξεις σε κατασκευές

Δυσμενείς προδιαγράφονται οι εξελίξεις στον κατασκευαστικό κλάδο σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των κ. Δ. Κούτρα (Ακτωρ) και Κ. Κουβαρά (Aβαξ), καθώς οι 14 εταιρίες με πτυχίο ανώτατης τάξης αναμένεται να παρουσιάσουν σημαντική μείωση μεγεθών με ταυτόχρονη άνοδο των δανειακών τους υποχρεώσεων. Τα αίτια. Πού στρέφουν το βλέμμα τους οι εταιρίες.

Δυσμενείς εξελίξεις σε κατασκευές
της Αντιόπης Σχοινά

Δυσμενείς εξελίξεις επεφύλασσε το 2005 για τον κατασκευαστικό κλάδο, οι οποίες δεν είχαν προβλεφθεί από κανέναν από τους εμπλεκόμενους φορείς, καθώς σύμφωνα με τα όσα γλαφυρά περιέγραψαν οι ”γκουρού” του χώρου κ. Δ. Κούτρας και Κ. Κουβαράς κατά τη διάρκεια του συνεδρίου ”Μεγάλα Τεχνικά Έργα & Real Estate Forum 2005”, οι κατασκευές είναι πλέον δανειοδίατες και οι εκπτώσεις επέστρεψαν στα επίπεδα της περιόδου πριν από το 1997, δηλαδή του 45%-50%.

Η δυσμενής εξέλιξη του κατασκευαστικού κλάδου για το 2005, σύμφωνα με τον κ. Κουβαρά, δεν είχε προβλεφθεί πλήρως από όλους τους εμπλεκομένους, μιας και τα μεγέθη του συγχρηματοδοτούμενου από εθνικούς και κοινοτικούς πόρους κατασκευαστικού σκέλους του Γ΄ ΚΠΣ, αλλά και τα διάφορα συγχρηματοδοτούμενα έργα, έδιναν σοβαρές ελπίδες για ομαλή συνέχεια στη λεγόμενη μετα-ολυμπιακή περίοδο.

Από την άλλη οι 14 εταιρείες που διαθέτουν πτυχίο της ανώτατης εργοληπτικής τάξης αναμένεται να παρουσιάσουν σημαντική μείωση των οικονομικών τους μεγεθών με ταυτόχρονη άνοδο των δανειακών τους υποχρεώσεων.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο διευθύνων σύμβουλος του Ακτωρα Δημήτριος Κούτρας, προκύπτει ότι η κατάσταση στον κλάδο είναι μάλλον ζοφερή.

Είναι ενδεικτικό ότι το σύνολο του κύκλου εργασιών των εταιριών 7ης τάξης το 2003 ανήλθε στα 3,9 δισ. ευρώ, ενώ το 2005 εκτιμάται ότι θα μειωθεί κατά 77,27%. Μεγάλη είναι και η πτώση κερδοφορίας για τις εταιρίες, καθώς το 2003 είχαν συνολικά κέρδη προ φόρων 335 εκατ. ευρώ, ενώ το 2005 θα φτάσουν μόλις τα 180 εκατ ευρώ.

Αντίθετα, διπλασιασμό του δανεισμού τους αναμένεται ότι θα έχουν φέτος οι ”μεγάλοι” σε σχέση με το 2002.

Όπως υποστηρίζει ο κ. Κούτρας, ”τα νέα δεδομένα δεν δίνουν ενθαρρυντικά στοιχεία γι’ αυτό που αρχικά φάνηκε και επιθυμούσαμε, ότι δηλαδή ο κατασκευαστικός κλάδος θα αποτελέσει το άρμα της ελληνικής οικονομίας. Αντίθετα, συνεχώς συρρικνώνεται και γίνεται κάθε μέρα και περισσότερο δανειοδίαιτος”.

Οι 14 εταιρίες της 7ης τάξης σημείωσαν κύκλο εργασιών 3,62 δισ. ευρώ το 2002, 3,99 δισ. ευρώ το 2003 και 3,57 δισ. ευρώ το 2004. Για το 2005 εκτιμάται κύκλος εργασιών ύψους 2,25 δισ. ευρώ. Τα κέρδη προ φόρων ανήλθαν στα 258 εκατ. ευρώ το 2002, στα 335 εκατ. ευρώ το 2003 και στα 180 εκατ. ευρώ το 2004. Κατά το τρέχον έτος προβλέπεται να ανέλθουν στα 180 εκατ. ευρώ.

Αντίθετα τα δάνεια σημειώνουν ανοδικές τάσεις, αφού ανήλθαν στα 600 εκατ. ευρώ το 2002, στα 720 εκατ. ευρώ το 2003 και στα 740 εκατ. ευρώ το 2004. Για το 2005 οι δανειακές υποχρεώσεις των 14 εταιρείων εκτιμάται να αγγίξουν τα 1,2 δισ. ευρώ

Ο κ. Κ. Κουβαράς, αναπληρωτής πρόεδρος του ομίλου J&P Αβαξ, αναφέρθηκε στα οικονομικά αποτελέσματα του πρώτου εξαμήνου του τρέχοντος έτους των εισηγμένων κατασκευαστικών επιχειρήσεων -οι οποίες όπως σημείωσε αντιπροσωπεύουν το σημαντικότερο ποσοστό του συνολικού όγκου εργασιών- συγκρίνοντάς τα με τα αντίστοιχα αποτελέσματα προηγούμενων ετών, καταδεικνύοντας τη σημερινή πραγματικότητα.

Βάσει λοιπόν των στοιχείων που παρουσιάστηκαν, προκύπτει ότι στο σύνολο των εισηγμένων εταιριών του κλάδου ο κύκλος εργασιών υποχώρησε κατά 40,5% στο πρώτο εξάμηνο του 2005 σε σχέση με το περυσινό εξάμηνο.

Σε αντίθεση με την εικόνα που παρουσίασαν οι ίδιες εταιρίες στη σύγκριση του πρώτου εξαμήνου του 2003 και 2004, οπότε καταγράφηκε οριακή ενίσχυση του συνολικού τζίρου τους κατά 1,9%, και πολύ περισσότερο των αντίστοιχων εξαμήνων του 2002 και 2003, οπότε σημειώθηκε θεαματική αύξηση κατά 57,9%.

Ανάλογη εικόνα καταγράφεται και στην κερδοφορία των εν λόγω εταιριών, με τα κέρδη προ φόρων να υποχωρούν το πρώτο εξάμηνο του τρέχοντος έτους κατά 47,9% έναντι του προηγούμενου, αντιστρέφοντας την άνοδο κατά 5,8% που είχε καταγραφεί το πρώτο εξάμηνο του 2004 έναντι του 2003 και κατά 39% το αντίστοιχο εξάμηνο του 2003 έναντι του 2002.

Την ίδια στιγμή οι συνολικές υποχρεώσεις των εισηγμένων εταιριών -σύμφωνα πάντα με τα στοιχεία που παρουσίασε ο κ. Κουβαράς- σημειώνουν συνεχώς ανοδική πορεία ξεπερνώντας στα μέσα του 2005 τα 3,3 δισ. ευρώ, ως απόρροια της τάσης των κατασκευαστικών επιχειρήσεων να καταφεύγουν σε τραπεζικό δανεισμό για να διατηρήσουν την απαραίτητη ρευστότητα.

Τα αίτια

Πέρα όμως από το αποτέλεσμα που είναι η δυσμενής κατάσταση του κλάδου, οι κ. Δ. Κούτρας και Κ. Κουβαράς αναφέρθηκαν εκτενώς και στα αίτια που διαμόρφωσαν το σημερινό τοπίο, τα οποία αναλύονται ως εξής:

Η καθυστέρηση εξόφλησης των υποχρεώσεων του Δημοσίου προς τις εταιρίες για έργα των Ολυμπιακών Αγώνων αλλά και αυτών που προέκυψαν από την άρνηση του υπουργείου Οικονομικών για αναδιάταξη των πιστώσεων.

Η περιστολή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, που ως ποσοστό επί του ΑΕΠ προβλέπεται να παραμένει το 2006 στα επίπεδα του τρέχοντος έτους, ήτοι περίπου στο 4%, έναντι επιδόσεων άνω του 5% την περίοδο 1997-2004.

• Η ανακοπή του ρυθμού δημοπράτησης και ανάθεσης νέων έργων για μεγάλο διάστημα μετά την απόφαση για αλλαγή του συστήματος δημοπράτησης.

Όσον αφορά για το αν ο νέος νόμος θα αποτελέσει πανάκεια για τον κλάδο, ο κ. Κούτρας σημείωσε μεταξύ άλλων: ”Κατά τη γνώμη μου, ο νέος νόμος ούτε θα βελτιώσει ούτε θα εμποδίσει από μόνος του την πρόοδο του κατασκευαστικού γίγνεσθαι της χώρας, αν και είναι προφανής η φιλοδοξία του.

Τα προβλήματα στις κατασκευαστικές δεν είναι μόνο σημερινά, έρχονται από το παρελθόν και βέβαια δεν θα σταματήσουν επειδή άλλαξε ο νόμος, απλούστατα λόγω και του νόμου θα επιταχυνθούν”.

Πού στρέφουν το βλέμμα τους τώρα οι εταιρείες

Λόγω των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν οι Έλληνες κατασκευαστές, σημειώνει ο Κ. Κουβαράς, αρκετές τεχνικές εταιρίες έχουν αυξήσει το διεθνή προσανατολισμό τους την τελευταία διετία, διεκδικώντας δημόσια έργα ή αναπτύσσοντας επενδύσεις στο real estate σε χώρες κυρίως της βαλκανικής χερσονήσου και της Ανατολικής Ευρώπης οι οποίες βρίσκονται σε ευρωπαϊκή τροχιά και παρουσιάζουν ζήτηση για τη δημιουργία υποδομών, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα με αυτοχρηματοδότηση.

Η δεύτερη πηγή εσόδων είναι το πακέτο των συγχρηματοδοτούμενων έργων, καθώς τα δημόσια έργα δεν είναι μόνο αυτά που εκτελούνται με τον παραδοσιακό τρόπο. Έχουν προστεθεί τα γνωστά νέα αυτοχρηματοδοτούμενα μεγάλα έργα.

Πρόσφατα δε ψηφίστηκε το θεσμικό πλαίσιο για τις Συμπράξεις Δημοσίου & Ιδιωτικού Τομέα (ΣΔΙΤ) που στοχεύει στην ανάπτυξη μίας νέας αγοράς αυτοχρηματοδοτούμενων έργων μικρομεσαίου προϋπολογισμού, προκειμένου να προωθηθούν έργα μικρότερης εμβέλειας, που ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τις τοπικές κοινωνίες.

Όλο αυτό το πλέγμα των έργων (κλασικά δημόσια έργα, μεγάλα συγχρηματοδοτούμενα και έργα ΣΔΙΤ) δημιουργεί ένα πρόγραμμα πλέον των 14 δισ. ευρώ για τα επόμενα χρόνια.

Ωστόσο στον τομέα των συγχρηματοδοτούμενων έργων, λίγες εταιρείες μπορούν να παίξουν κάποιο ρόλο, αφενός μεν λόγω των υψηλών δανειακών υποχρεώσεων που έχουν και αφετέρου διότι λόγω των κριτηρίων προεπιλογής των ομίλων η ελληνική συμμετοχή είναι μικρή.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v