Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Διχάζουν οι λογιστικοί κανόνες για τις τράπεζες

Διελκυστίνδα των κυβερνήσεων με τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα για τον τρόπο με τον οποίο θα υπολογίζεται η αξία των επενδύσεων. Εως το τέλος του χρόνου, οι προτάσεις από το Διεθνές Συμβούλιο Λογιστικών Προτύπων.

Διχάζουν οι λογιστικοί κανόνες για τις τράπεζες
H διελκυστίνδα μεταξύ των τραπεζών και των κυβερνήσεων για τους νέους κανόνες λειτουργίας των πιστωτικών ιδρυμάτων, που το G20 ζητά να τεθούν, συνεχίζεται και αναμένεται να κορυφωθεί έως το τέλος του χρόνου.

Τότε οι φορείς που έχουν αναλάβει το έργο της εκπόνησης νέων κανόνων αναμένεται να παρουσιάσουν τις προτάσεις τους. Σε μία ακόμη περίπτωση οι τράπεζες εμφανίζονται, μέσω των προτάσεών τους, να θέτουν σε δεύτερη μοίρα τα συμφέροντα των επενδυτών τους καθώς, σύμφωνα με τους αναλυτές, προκρίνουν την εξασφάλιση της σταθερότητας εις βάρος της διαφάνειας.

Το παράδοξο είναι ότι με τις θέσεις τους οι αμερικανικές τράπεζες προσεγγίζουν το μοντέλο λειτουργίας στην Ευρώπη, την ίδια στιγμή όπου οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις (αλλά και εκείνη των ΗΠΑ) τάσσονται υπέρ της μεγαλύτερης διαφάνειας και ουσιαστικά υπέρ των συμφερόντων των επενδυτών.

Ειδικότερα, έως το τέλος του χρόνου το Διεθνές Συμβούλιο Λογιστικών Προτύπων (IASB) αναμένεται να έχει διατυπώσει τις προτάσεις του για τους λογιστικούς κανόνες, οι οποίοι θα καθορίζουν πώς τα τραπεζικά ιδρύματα θα αποτιμούν στοιχεία όπως τα δάνεια και τα ομόλογα.

Ο τρόπος αποτίμησης που θα επιλεγεί είναι ιδιαίτερα κρίσιμος και παραμένει, σύμφωνα με πολλούς, η πεμπτουσία των μέτρων που θα πρέπει να ληφθούν, με δεδομένο ότι η πιστωτική κρίση που ξεκίνησε από την κατάρρευση της Lehman Brothers οφείλεται στα «τοξικά» δάνεια και στα δομημένα ομόλογα των τραπεζών. Ανάλογους κανόνες αναμένεται να διατυπώσει το Συμβούλιο Χρηματοοικονομικών Λογιστικών Προτύπων (FASB) των ΗΠΑ. Τα δύο συμβούλια προτίθενται να συμφωνήσουν σε κοινούς κανόνες.

Τα συγκεκριμένα συμβούλια είναι ανεξάρτητες αρχές, όμως εύλογα δέχονται πιέσεις τόσο από τις κυβερνήσεις όσο και από τις τράπεζες.

Ενδεικτικές της διαφωνίας είναι από τη μία η κίνηση της Γαλλίας να ζητήσει από το IASB να λάβει υπόψη του τις επιθυμίες των κυβερνήσεων και από την άλλη η επιστολή της Ένωσης Αμερικανικών Τραπεζών προς τον υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ κ. Τίμοθι Γκάιτνερ και τον διοικητή της Fed κ. Μπεν Μπερνάνκε να λάβουν υπόψη τους τις δικές της θέσεις.

Τι ζητούν

Η παρουσίαση των θέσεων της μιας πλευράς δείχνει, σε αντιδιαστολή, τις θέσεις της άλλης.
Συγκεκριμένα: 

* Οι τράπεζες υποστηρίζουν ότι οι νέοι λογιστικοί κανόνες θα πρέπει να υπολογίζουν την αξία των στοιχείων των τραπεζών με βάση το επιχειρηματικό μοντέλο της καθεμιάς. Δηλαδή, τα πιστωτικά ιδρύματα, αντιμετωπίζοντας εαυτούς ως μακροπρόθεσμους επενδυτές, πιστεύουν ότι πρέπει να μετρούν οι προθέσεις τους και ισχυρίζονται ότι εάν κάποιο δεν σκοπεύει να πουλήσει ένα χρεόγραφο δεν θα πρέπει να ανησυχεί για τις ημερήσιες διακυμάνσεις του. 

* Με τον τρόπο αυτό οι τράπεζες θα στέλνουν την εικόνα των μακροπρόθεσμων προοπτικών τους και, εξασφαλίζοντας σταθερότητα, αυτό θα ευνοήσει στο να είναι πιο δελεαστικοί οι μετοχικοί τους τίτλοι. Επίσης, έτσι επιτυγχάνεται η διατήρηση της χρηματοοικονομικής ισορροπίας. 

* Η πλευρά των κυβερνήσεων αναφέρει ότι η πρόταση των τραπεζών παραπλανά ουσιαστικά τους επενδυτές, καθώς αυτές μπορούν να δηλώνουν διογκωμένα ίδια κεφάλαια, μεταδίδοντας μια πλασματική αίσθηση εμπιστοσύνης. 

* Η ίδια πλευρά επιμένει τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα να συνεχίσουν την πρακτική του mark to market, δηλαδή στην καθημερινή αποτίμηση των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών στην τρέχουσα αξία της αγοράς. 

* Η πρακτική mark to market κατά πολλούς αναλυτές αλλά και σύμφωνα με κυβερνητικά στελέχη στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη διαφυλάσσει ό,τι έχει μείνει από την εμπιστοσύνη των επενδυτών στις τράπεζες και προστατεύει το χρηματοοικονομικό σύστημα από μία νέα κρίση.

Και αυτό διότι το mark to market ευνοεί τους επενδυτές, καθώς θα υπάρχει πρόσβαση σε πληροφορίες για την τρέχουσα κατάσταση των εργασιών και για την αξία μιας εταιρείας. Πόσο μάλλον που μεταξύ των επενδυτών είναι και πιστωτές - κάτοχοι εταιρικών ομολόγων που πρέπει να γνωρίζουν την αξία της εταιρείας ανά πάσα στιγμή.

Το ιδιότυπο των επιχειρημάτων των δύο πλευρών είναι ότι αμφότερες έχουν αλλάξει τις μεταξύ τους παραδοσιακές θέσεις. Δηλαδή, όπως αναφέρουν οι αναλυτές, οι κυβερνήσεις συνήθως ζητούν τη σταθερότητα και εν πολλοίς επιθυμούν τα προβλήματα να λύνονται χωρίς ισχυρούς κραδασμούς. Τώρα το ίδιο αίτημα προβάλλουν οι τραπεζίτες, οι οποίοι κατά παράδοση υιοθετούν θέσεις υπέρ των επενδυτών. 


ΗΠΑ: Ψήφος εμπιστοσύνης στις περιφερειακές τράπεζες


Ψήφο εμπιστοσύνης στις περιφερειακές αμερικανικές τράπεζες που δεν έχουν πάρει κρατική βοήθεια δίνουν τα επενδυτικά κεφάλαια. Με βάση τα τελευταία στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας των ΗΠΑ, 54 εισηγμένα πιστωτικά ιδρύματα αρνήθηκαν να υπαχθούν στο κυβερνητικό πρόγραμμα TARP για την εξυγίανση προβληματικού ενεργητικού (όπως κομψά έχουν ονομαστεί τα «τοξικά» δάνεια και τα ομόλογα).

Μεταξύ αυτών είναι και ορισμένα που συγκαταλέγονται στα 50 μεγαλύτερα της χώρας με βάση τα στοιχεία του ενεργητικού τους που διαθέτει η Fed, ενώ δύο (η People’s United Financial και η Hudson City Bancorp) είναι εισηγμένα στον δείκτη S&P 500. Οι μετοχές των μικρότερων τραπεζών που δεν έλαβαν οικονομική βοήθεια υποχωρούν κατά μέσο όρο 16% από πέρυσι τον Σεπτέμβριο όταν εκδηλώθηκε η κρίση, σε αντίθεση με το -30% του δείκτη KBW που περιλαμβάνει όλες τις περιφερειακές τράπεζες.

Οι μικρότερες κινούνται τελείως διαφορετικά σε σχέση με τις ισχυρές που απαρτίζουν τον τραπεζικό κλάδο του S&P 500, ο οποίος από τις αρχές Μαρτίου έχει ενισχυθεί κατά 25%, εισπράττοντας το κλίμα αισιοδοξίας που επιστρέφει στη Wall Street, λόγω της προοπτικής για γρηγορότερη έξοδο από την οικονομική κρίση.

Οι μικρότερες τράπεζες κινούνται σε δύο ταχύτητες καθώς θεωρείται ότι όσες έχουν λάβει κρατική βοήθεια βρίσκονται σε πολύ πιο δεινή θέση σε σχέση με τις ανταγωνίστριές τους που δεν έλαβαν. Ο βαθμός κινδύνου των μικρών προβληματικών πιστωτικών ιδρυμάτων είναι πολύ μεγαλύτερος σε σύγκριση με αυτόν που αντιμετωπίζουν τα μεγαθήρια τα οποία έλαβαν κρατική βοήθεια και ήδη αρχίζουν να την επιστρέφουν.

Μάλιστα, οι περιφερειακές τράπεζες που δεν υπήχθησαν στο TARP αναμένεται να ανακοινώσουν αύξηση κερδών κατά μέσο όρο 17%, ενώ η μέση μερισματική τους απόδοση φτάνει στο 3,3% παρότι πολλές αναγκάστηκαν να μειώσουν τα μερίσματά τους με στόχο να διασφαλίσουν κεφάλαια.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v