Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ευρώπη: Οι επενδύσεις έγιναν μπούμερανγκ

Με επιπρόσθετα χρέη 5,3 δισ. ευρώ θα επιβαρυνθούν οι ευρωπαϊκές εταιρείες, με την πιστωτική κρίση σε εξέλιξη και σκιές ύφεσης στην ευρωζώνη. "Βαρίδι" για τις μετοχές των τραπεζών, η χρήση των κρατικών πακέτων στήριξης.

Ευρώπη: Οι επενδύσεις έγιναν μπούμερανγκ
Eκτοξεύονται τα χρέη των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων λόγω της διεθνούς οικονομικής κρίσης. Όλα τα προηγούμενα χρόνια, οι εταιρείες αυτές στηρίχτηκαν στην ανάπτυξη και στον χαμηλό δανεισμό για να προχωρήσουν σε μεγάλες επενδύσεις.

Είναι χαρακτηριστικό ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία της Deutsche Bank, οι επιχειρήσεις αύξησαν τον δανεισμό τους κατά 1,8 τρισ. ευρώ την περίοδο 2005 - 2007. Αυτά σε διαστήματα με ανοδική πορεία των κερδών. Τώρα, πλέον, η σχέση μεταξύ των επενδυτικών ανοιγμάτων και των προβλεπόμενων κερδών έχει αντιστραφεί, με τα κέρδη να μειώνονται και τα χρέη να αυξάνονται. Η αλλαγή αυτή, που αποτελεί μία ακόμη επίπτωση της κατάρρευσης του χρηματοοικονομικού συστήματος, θα επιτείνει περισσότερο την οικονομική ύφεση εντός του 2009.

Ειδικότερα, ύστερα από μία δεκαετία επενδύσεων με ρυθμό μεγαλύτερο από αυτόν της αύξησης των κερδών, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις -εξαιρουμένων εκείνων του χρηματοοικονομικού τομέα- βρίσκονται με τεράστια χρέη.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Citigroup, οι εταιρείες της Ευρώπης θα επιβαρυνθούν τα επόμενα τρίμηνα με χρέη 5,3 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 57% της οικονομίας της ευρωζώνης. Από πέρυσι, η διαφορά μεταξύ κερδών και επενδύσεων των επιχειρήσεων της Ευρώπης παρουσίασε αύξηση στο 4,5% του ΑΕΠ.

Το πρόβλημα εντείνεται καθώς η πρόσβαση σε κεφάλαια δυσκολεύει όλο και περισσότερο. Είναι ενδεικτικό ότι η αγορά ρευστότητας και μόνο για τα βραχυπρόθεσμα χρεόγραφα διεθνώς συρρικνώθηκε κατά 200 δισ. δολάρια τον τελευταίο μήνα, ενώ το χρηματοδοτικό κενό εταιρειών πλην του χρηματοοικονομικού κλάδου έφτασε στα 327 δισ. ευρώ το δεύτερο τρίμηνο του έτους. Ευτυχώς που υπάρχουν και οι κρατικές «ενέσεις» ρευστότητας.

Επιταχύνεται η ύφεση

Η κατάσταση αυτή θα επιταχύνει την οικονομική ύφεση στην ευρωζώνη, η ανάπτυξη της οποίας συρρικνώθηκε ήδη το δεύτερο τρίμηνο, για πρώτη φορά από το 1999, όταν τέθηκε σε κυκλοφορία το κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα.

«Το μέγεθος των ανισορροπιών του χρέους δεν επιτρέπει να υποστηρίξουμε ότι η ευρωπαϊκή οικονομία θα παραμείνει ισχυρή το 2009 ή και ακόμη περισσότερο», ανέφερε στο ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg ο οικονομολόγος της Dresdner Kleinwort, κ. Ντέιβιντ Όουεν.

Από την πλευρά τους, οικονομολόγοι της Deutsche Bank τονίζουν ότι καθώς οι επενδύσεις θα περιοριστούν το 2009 για πρώτη φορά τα τελευταία επτά χρόνια, ο ρυθμός ανάπτυξης στην ευρωζώνη θα διαμορφωθεί μόλις στο 0,1%. Η μηδενική ανάπτυξη θα ενισχύσει τα προβλήματα των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, οι οποίες έχουν να αντιμετωπίσουν και το υψηλότερο κόστος δανεισμού που ζητούν οι τράπεζες από τις εταιρείες οι οποίες επιδιώκουν να χρηματοδοτήσουν τα χρέη τους.

Ήδη, εξαιτίας της διεθνούς οικονομικής επιβράδυνσης, οι περισσότερες εταιρείες περιμένουν μείωση στις τιμές των προϊόντων τους, η οποία μπορεί να φτάσει και το 10%. Αυτό θα περιορίσει την κερδοφορία τους, η οποία ήδη έχει συμπιεστεί εξαιτίας του περιορισμού της ζήτησης, της υψηλής τιμής του πετρελαίου και των μισθολογικών αυξήσεων.

Επόμενο βήμα είναι η μείωση του κόστους με περικοπή παραγωγής και νέες απολύσεις. Ταυτόχρονα, θεωρείται βέβαιη η αύξηση στις χρεοκοπίες εταιρειών εκτός του τραπεζικού κλάδου, ενώ σίγουρο είναι ένα κύμα συγκέντρωσης βιομηχανιών με συγχωνεύσεις που θα γίνουν με στόχο την «αναδόμηση» επιχειρήσεων.

Σώζονται οι τράπεζες, καταρρέουν οι μετοχές τους

Κυβερνητική διάσωση μιας τράπεζας από τη χρεοκοπία δεν σημαίνει και διάσωση της μετοχής της. Το φιλέτο των μετοχών το διατηρεί το Δημόσιο, με αποτέλεσμα (εν μέσω και του ευρύτερου χρηματιστηριακού πανικού) τα ισχυρά funds να απαξιώνουν τους τίτλους των τραπεζών αυτών.

Μάλιστα, οι μέτοχοι των τραπεζικών ομίλων που διασώθηκαν τέθηκαν στο περιθώριο από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, αφού αυτές έχουν τον πρώτο λόγο στις αποδόσεις. Ήδη εκδηλώνεται δυσφορία από τους μικρομετόχους, που θα πληρώσουν δύο φορές το «μάρμαρο»: και ως φορολογούμενοι αλλά και λόγω της μείωσης των μερισμάτων που θα περίμεναν από την τράπεζά τους.

Από την άλλη, όσα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα αντιμετωπίζουν προβλήματα αλλά δεν προστρέχουν στην κρατική αρωγή δικαιώνονται στα χρηματιστηριακά ταμπλό.

Ειδικότερα, οι μετοχές των τραπεζών που διασώζονται πηγαίνουν από το... κακό στο χειρότερο, αλλά όχι διότι τα επενδυτικά κεφάλαια δυσπιστούν απέναντι στην κυβερνητική κίνηση.

Σύμφωνα με τους αναλυτές, ο βασικός λόγος είναι ότι η κυβέρνηση εξασφαλίζει το μεγαλύτερο μερίδιο των μελλοντικών αποδόσεων από τη μετοχή της διασωθείσας τράπεζας.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Βρετανίας, η κυβέρνηση της οποίας αναγκάστηκε να παρέμβει υπέρ των προβληματικών Royal Bank of Scotland, Lloyd’s και HBOS, οι τίτλοι των οποίων κατέγραψαν πτώση ακόμη και μετά την ανακοίνωση της διάσωσής τους.

Το σχέδιο του Βρετανού πρωθυπουργού κ. Γκόρντον Μπράουν προβλέπει ότι η βοήθεια προς τις τρεις τράπεζες θα δοθεί μέσω της έκδοσης προνομιούχων μετοχών. Αυτές θα έχουν ετήσιο επιτόκιο 12% υπέρ του Δημοσίου, μέχρις ότου εξοφληθεί το ποσό που έχει λάβει κάθε τράπεζα.

Αποτέλεσμα είναι να μειώνονται οι απολαβές όσων κατέχουν κοινές μετοχές. Ενδεικτικότερη είναι η περίπτωση της Royal Bank of Scotland, η μετοχή της οποίας βρίσκεται στο -92% από τη μέγιστη τιμή της πέρυσι τον Φεβρουάριο. Όταν ολοκληρωθεί η διαδικασία διάσωσής της το βρετανικό δημόσιο θα κατέχει το 60% των κοινών μετοχών και το 100% των προνομιούχων, εκείνων δηλαδή που εξασφαλίζουν σίγουρο μέρισμα.

Έντονες αντιδράσεις από τους μετόχους υπάρχουν και για την περίπτωση της Fortis, ο τίτλος της οποίας προσεγγίζει τα χαμηλά της τελευταίας εικοσαετίας. Για τη διάσωση της βελγικής τράπεζας συνέδραμε και η BNP Paribas, η οποία έδωσε και μετρητά αλλά και μετοχές της. Το ζήτημα όμως είναι ότι οι μικρομέτοχοι της Fortis θα δουν να τους αποφέρει κάτι η επένδυσή τους από το 2014 και μετά, καθώς έχουν πάρει ένα κουπόνι με το οποίο αποκτούν το δικαίωμα να λάβουν μέρισμα ή ό,τι προέλθει από τις μετοχές της BNP Paribas (επί του ποσοστού που δόθηκε για τη διάσωση της Fortis), αλλά μόνο ύστερα από μία πενταετία.

Αντίθετα, κερδισμένες είναι όσες τράπεζες απευθύνονται στα επενδυτικά κεφάλαια για να αντιμετωπίσουν τα προβλήματα που τους προκάλεσε η πιστωτική κρίση. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση της Barclays, η οποία ζήτησε από επενδυτικά funds περί τα 6,6 δισ. στερλίνες με την προοπτική χορήγησης μερίσματος από τον Ιούνιο του 2009 και εισέπραξε άνοδο της τάξης του 20% μετά την ανακοίνωση των σχετικών σχεδίων. Άσχετο εάν αργότερα παρασύρθηκε από τον επενδυτικό πανικό.

** Αναδημοσίευση από το 554ο φύλλο της εβδομαδιαίας εφημερίδας ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ, με ημερομηνία 31/10 με 4/11/2008.

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v