Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Η «ισχυρή» ελληνική οικονομία παραπαίει

Νέα ανώμαλη προσγείωση των προβλέψεων του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Το χρονικό των λανθασμένων εκτιμήσεων.

  • της Έλενας Λάσκαρη
Η «ισχυρή» ελληνική οικονομία παραπαίει
Tις πληγές της κρίσης στην ελληνική οικονομία καταγράφει το οικονομικό επιτελείο λίγες μέρες πριν από την κατάθεση του προσχεδίου για τον προϋπολογισμό στη Βουλή.

Τις καθησυχαστικές κυβερνητικές δηλώσεις του παρελθόντος σχετικά με τις αντοχές της ελληνικής οικονομίας διαδέχτηκαν πλέον τα έκτακτα μέτρα με επίκληση ακριβώς των συνεπειών της διεθνούς κρίσης και ήδη προετοιμάζεται μία ακόμη αναθεώρηση των προβλέψεων για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό.

Όσο για τον προϋπολογισμό, για τα μεγέθη του οποίου ο ίδιος ο κ. Γ. Αλογοσκούφης τον περασμένο Απρίλιο διαβεβαίωνε ότι δεν υπάρχει κανένας λόγος αναθεώρησης των προβλέψεων για έσοδα και δαπάνες, ήδη η μαύρη τρύπα υπερβαίνει τα 2 δισ. ευρώ και το επιχείρημα της κυβέρνησης είναι ότι ψήφισε προ εβδομάδος το φορολογικό νομοσχέδιο με το εύρημα του κεφαλικού φόρου στους ελεύθερους επαγγελματίες για να αποφύγει η ελληνική οικονομία το
ενδεχόμενο νέας επιτήρησης από τις Βρυξέλλες.

Η ουσία είναι ότι πράγματι η οικονομία της Ελλάδας μπορεί να μη βρίσκεται στο χείλος της ύφεσης, όπως αρκετές άλλες χώρες της ευρωζώνης, υπόκειται όμως σε μεγάλες πιέσεις σε αρκετά μέτωπα και το οικονομικό επιτελείο καταγράφει αδυναμία έγκαιρης εκτίμησης των κινδύνων.

Ψαλίδι στην ανάπτυξη

Ελάχιστοι είναι αυτοί που πίστεψαν ότι μπορεί να γίνει πράξη η προγραμματική δήλωση της κυβέρνησης για επίτευξη ρυθμού ανάπτυξης 5%. Περισσότεροι είναι εκείνοι οι οποίοι θεώρησαν υπεραισιόδοξο τον στόχο του προϋπολογισμού για μεγέθυνση της οικονομίας με ρυθμό 4% φέτος, ιδίως όταν από πέρυσι το καλοκαίρι η διεθνής κρίση έδειχνε τα... δόντια της και οι τιμές του πετρελαίου έβαζαν πλώρη για τα 140 δολάρια το βαρέλι. Κι αν για κάποιους ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας είναι απλώς ένας αριθμός, η επιδείνωση των συνθετικών του δείχνει τις επιπτώσεις που διαχέονται στην πραγματική οικονομία και στους πολίτες.

Σήμερα, και έχοντας ήδη αναθεωρήσει μία φορά τον στόχο, τον περασμένο Απρίλιο, στο 3,6%, το οικονομικό επιτελείο ετοιμάζεται να προσγειώσει εκ νέου τον στόχο της ανάπτυξης ελαφρώς πάνω από το 3%. Τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου δείχνουν σαφώς την τάση. Ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας αποδυναμώθηκε αισθητά, φτάνοντας στο 3,5% από 4,3% το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, με τις επενδύσεις και την κατανάλωση να εμφανίζουν τις χειρότερες επιδόσεις της τελευταίας τετραετίας. Ενδεικτικό είναι ότι οι επενδύσεις το α΄τρίμηνο του 2007 σημείωσαν αύξηση 11,9% και το β΄ 4,9%, ενώ φέτος καταγράφεται πτώση 6,8% και 2,7% αντίστοιχα.

Οδηγός της πτώσης ο κλάδος της οικοδομής, όπου πέραν του αποθέματος των κατοικιών που προσεγγίζει τις 200.000 σημειώνεται και κάθετη πτώση των οικοδομικών αδειών. Τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία για το πρώτο εξάμηνο του έτους δείχνουν μείωση των αδειών που εκδόθηκαν κατά 18,5% και του οικοδομικού όγκου κατά 13,9%. Στην Αττική, μάλιστα, όπου εκδίδεται το ένα τρίτο των οικοδομικών αδειών του συνόλου της χώρας, η πτώση φτάνει το 25,% με το πλήθος των αδειών να υποχωρεί στις 9.502 από 12.727 το αντίστοιχο περυσινό διάστημα. Ανάλογη είναι η εικόνα στο σύνολο της χώρας και εξαίρεση μεταξύ των 13 περιφερειών αποτελεί το νότιο Αιγαίο, όπου η ανοικοδόμηση φαίνεται να κρατεί καλά και οι άδειες σημειώνουν αύξηση 6%.

Πιέσεις στην οικοδομή ασκούνται τόσο από το γενικότερο κλίμα απαισιοδοξίας και αβεβαιότητας όσο και από το ύψος των επιτοκίων, από το «σφίξιμο» των εκταμιεύσεων δανείων από πλευράς τραπεζών καθώς και από τον πληθωρισμό στην οικοδομή, με τις τιμές των υλικών να σημειώνουν νέα εκρηκτική αύξηση τον Ιούλιο κατά 9,8% σε δωδεκάμηνη βάση.

Στο μέτωπο της κατανάλωσης, στο λιανικό εμπόριο η αύξηση του τζίρου (αφαιρούμενου του πληθωρισμού) είναι ασθενική, μόλις 0,6% στο εξάμηνο Ιανουαρίου - Ιουνίου, με τους κλάδους τροφίμων, ποτών και καπνού, ένδυσης - υπόδησης και επίπλων - ηλεκτρικών ειδών να σημειώνουν πτώση τζίρου από 1% έως και 4,7%. Όσο για την τελική κατανάλωση στην οικονομία, και εδώ καταγράφεται η χειρότερη επίδοση της τελευταίας τετραετίας. Το α΄ εξάμηνο του 2007 η αύξηση της κατανάλωσης ήταν 4,4%, ενώ περίπου στα μισά περιορίστηκε το αντίστοιχο φετινό διάστημα, στο 2,4%.

Φρένο στα στεγαστικά

Τον Ιούλιο ο ρυθμός εκταμίευσης στεγαστικών δανείων καθηλώθηκε στο 16,3%, ποσοστό το οποίο αποτελούσε... άγνωστη γη για τις ελληνικές τράπεζες από το 1998! Εκείνη την περίοδο, σε ετήσια βάση οι πωλήσεις στεγαστικών δανείων από τις τράπεζες είχαν αυξηθεί κατά 18,5%, έπειτα από άνοδο κατά 22,5% το 1997. Ο δεύτερος χαμηλότερος ρυθμός πιστωτικής επέκτασης στη στεγαστική πίστη απαντάται το 1995, με μεταβολή 12,9%, ενώ με εξαίρεση το 1998 όλα τα έτη από το 1995 μέχρι σήμερα η επέκταση υπερέβαινε το 20%, με αποκορύφωμα τη μεταβολή κατά 38,9% το «χρυσό» για τις τράπεζες 2001. Η καθίζηση στις εκταμιεύσεις των στεγαστικών δανείων εξηγεί τον προβληματισμό των τραπεζιτών και την αγωνιώδη προσπάθεια ενίσχυσης της ρευστότητάς τους.

Τιτλοποιήσεις-ρεκόρ για ρευστότητα
 
Πέραν της μόδας των προθεσμιακών καταθέσεων και των bonus μεταφοράς καταθέσεων που υιοθετούν με ολοένα και μεγαλύτερη ένταση οι τράπεζες, τον Ιούλιο σημειώθηκε και ρεκόρ τιτλοποιήσεων. Οι νέες τιτλοποιήσεις δανείων και ομολογιακών δανείων προσέγγισαν τα 6 δισ. ευρώ με έμφαση ακριβώς στα στεγαστικά δάνεια.

Στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος δείχνουν σχετική σταθερότητα στις τιτλοποιήσεις επιχειρηματικών δανείων (2,836 δισ. ευρώ τον Ιούλιο, όσο περίπου και τον Ιούνιο), αύξηση των τιτλοποιήσεων στεγαστικών δανείων κατά περίπου 3 δισ. ευρώ (από 7,185 δισ. ευρώ σε 10,381 δισ. ευρώ) και των καταναλωτικών κατά περίπου 500 εκατ. ευρώ (από 3,939 δισ. ευρώ σε 4,486 δισ. ευρώ). Για πρώτη φορά, δε, τον Ιούλιο σημειώθηκε και τιτλοποίηση εταιρικών ομολόγων ύψους 2,319 δισ. ευρώ από τη Eurobank.

Ίλιγγος σε δανεισμό και χρέος

Οι δυσμενείς συνθήκες στις χρηματαγορές κάθε άλλο παρά ανεπηρέαστο αφήνουν το δημόσιο χρέος και τον δανεισμό, όπου οι υπερβάσεις έναντι των στόχων αναμένονται ηχηρές. Επίσημα στοιχεία του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους δείχνουν δανεισμό 16,3 δισ. ευρώ στο α΄ τρίμηνο του έτους και 14,1 δισ. ευρώ στο δεύτερο, ανεβάζοντας τον λογαριασμό εξαμήνου στα 30,4 δισ. ευρώ.

Ο πήχης του προϋπολογισμού για τον δανεισμό του 2008 συνολικά έχει τεθεί στα 37 δισ. ευρώ και παράγοντες του οικονομικού επιτελείου αποδέχονται αποκλίσεις με τελική διαμόρφωση του κρίσιμου μεγέθους ίσως και πάνω από τα 43 δισ. ευρώ.

Οι αριθμοί κόβουν την ανάσα. Σύμφωνα με τις προβλέψεις του προϋπολογισμού, για τις οποίες είναι προδιαγεγραμμένες οι αποκλίσεις, φέτος μόνο για δαπάνες τόκων θα καταβληθούν 10,5 δισ. ευρώ και για χρεολύσια 26 δισ. ευρώ. Ήδη στο πρώτο εξάμηνο του έτους για δαπάνες τόκων έχουν καταβληθεί 6,177 δισ. ευρώ και οι επιβαρύνσεις στον απόηχο της πιστωτικής κρίσης, της ανόδου των επιτοκίων αλλά και της επιφυλακτικότητας με την οποία πλέον αντιμετωπίζουν οι ξένοι τις δημοσιονομικές προκλήσεις που καλείται να διαχειριστεί η Ελλάδα κάνουν το κόστος δανεισμού να αυξάνεται σημαντικά.

Αναλυτές εκτιμούν ότι οι δαπάνες τόκων θα επιβαρυνθούν φέτος κατά 500 - 800 εκατ. ευρώ, ενώ ενδεικτικό είναι το στοιχείο της διεύρυνσης του spread ανάμεσα στο ελληνικό δεκαετές ομόλογο αναφοράς και στο γερμανικό bοnd στις 60 - 70 μονάδες βάσης, με γνώμονα κυρίως τις δημοσιονομικές ανισορροπίες και τον κίνδυνο η Ελλάδα να βρεθεί και πάλι αντιμέτωπη με το «φάντασμα» της κοινοτικής επιτήρησης.

Στο μέτωπο του χρέους κεντρικής κυβέρνησης καταγράφεται μία ακόμα αστοχία. Στο τέλος του πρώτου εξαμήνου του 2008, το χρέος διαμορφώθηκε σε 251,945 δισ. ευρώ, υψηλότερα από τις ετήσιες προβλέψεις του προϋπολογισμού που κάνουν λόγο για διαμόρφωσή του στα 250,278 δισ. ευρώ το 2008. Παράλληλα, καταγράφεται «στέγνωμα» στα ταμειακά διαθέσιμα του Δημοσίου που τον Ιούνιο έφταναν μόλις σε 961,2 εκατ. ευρώ έναντι 4,963 δισ. ευρώ τρεις μήνες νωρίτερα.

Το χρέος μέσα σε τρεις μήνες διευρύνθηκε κατά 4,5 δισ. ευρώ και τα ταμειακά διαθέσιμα συρρικνώθηκαν κατά περίπου 4 δισ. ευρώ, ενώ άλμα 400 εκατ. ευρώ έκαναν το ίδιο διάστημα οι εγγυήσεις του Δημοσίου, που έφτασαν τα 20,3 δισ. ευρώ από 19,9 δισ. ευρώ στο τέλος Μαρτίου.


ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΩΝ ΛΑΝΘΑΣΜΕΝΩΝ ΕΚΤΙΜΗΣΕΩΝ

Από την αρχή του χρόνου, και με τη χρηματοπιστωτική κρίση εν εξελίξει, η κυβέρνηση διά στόματος Γ. Αλογοσκούφη έδινε τις εκτιμήσεις της για την πορεία της οικονομίας αλλά και για τα πιθανά μέτρα αντίδρασης. Εννέα μήνες μετά, δεν έχει βγει τίποτα... 

- 23 Ιανουαρίου 2008: «Βρισκόμαστε στη διαδικασία αναθεώρησης των προβλέψεων στην Ευρώπη. Για την Ελλάδα, ισχύουν αυτά που έχω πει και παλαιότερα. Δεν έχουμε κανέναν λόγο να τα αναθεωρήσουμε». 

- 3 Απριλίου 2008: Ανακοινώνονται αναθεωρήσεις στους στόχους για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό. Ο πήχης της ανάπτυξης χαμηλώνει στο 3,6% από 4% στον προϋπολογισμό, ο πληθωρισμός στο 3,5% από 2,9% στον προϋπολογισμό. Ο υπουργός δηλώνει: «Η ελληνική οικονομία έχει ισχυρό δυναμισμό και μεγάλες αντιστάσεις, αλλά είναι φυσικό να δέχεται επιδράσεις από τις ταχέως συντελούμενες αλλαγές στα δεδομένα της παγκόσμιας οικονομίας.
Οι επιπτώσεις θα είναι ασήμαντες στον προϋπολογισμό, όπου οι στόχοι μας δεν αλλάζουν, περιορισμένες όσον αφορά στην ανάπτυξη και σημαντικές όσον αφορά στον πληθωρισμό».

Επιμένει δε και εξηγεί γιατί οι επιπτώσεις στον προϋπολογισμό θα είναι ασήμαντες: «Οι στόχοι του προϋπολογισμού δεν επηρεάζονται, καθώς το ονομαστικό ΑΕΠ αυξάνεται περισσότερο σε σχέση με τον προϋπολογισμό και το ΠΣΑ (κατά 7,2% έναντι 7%). Αυτό είναι αποτέλεσμα του ότι η επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης υπερκαλύπτεται από την επιτάχυνση του πληθωρισμού. Είναι γνωστό ότι η αύξηση των εσόδων εξαρτάται από τον ρυθμό ανόδου του ονομαστικού ΑΕΠ, που είναι το άθροισμα της ανάπτυξης και του πληθωρισμού. Και γι’ αυτόν τον λόγο δεν επηρεάζεται ο στόχος του προϋπολογισμού για τα έσοδα. Στις δαπάνες, δεν προβλέπεται υπέρβαση». 

- 4 Απριλίου 2008: Απαντώντας σε ερώτηση για το αν χρειάζονται έκτακτα μέτρα: «Ασφαλώς, έκτακτα μέτρα δεν χρειάζονται. Έχουμε συγκεκριμένους κανόνες και έχουμε θέσει σε εφαρμογή μια συγκεκριμένη πολιτική, η οποία εγγυάται και την ανάπτυξη και την απασχόληση και την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων». 

- 1 Ιουλίου 2008: «Οι εξελίξεις στη διεθνή οικονομία δεν είναι καθόλου ευχάριστες. Υπάρχουν πληθωριστικές πιέσεις σε όλο τον κόσμο από την ανατίμηση της τιμής του πετρελαίου, των τροφίμων και των πρώτων υλών. Υπάρχει επιβράδυνση της οικονομικής δραστηριότητας, που πια αγγίζει και την ευρωπαϊκή οικονομία και ασφαλώς υφίσταται και η επίπτωση της χρηματοπιστωτικής κρίσης στα επιτόκια, κυρίως στα ευρωπαϊκά. Και οι τρεις αυτές εξελίξεις επηρεάζουν και την ελληνική οικονομία». 

- 27 Αυγούστου 2008: «Η διεθνής χρηματοπιστωτική κρίση και η αύξηση του διεθνούς πληθωρισμού επηρεάζουν εδώ και έναν χρόνο τόσο τον πληθωρισμό όσο και την ανάπτυξη. Επηρεάζουν, όμως, και τα έσοδα και τις δαπάνες στον προϋπολογισμό, καθώς λόγω της ανόδου των επιτοκίων αυξάνονται οι δαπάνες για την εξυπηρέτηση του δημόσιου χρέους, καθυστερεί η πληρωμή των οφειλόμενων φόρων και αυξάνονται οι ανάγκες για κοινωνικές ενισχύσεις». Ο υπουργός Οικονομίας ανακοινώνει δέσμη έκτακτων μέτρων εξαιτίας της διεθνούς κρίσης... 

- 15 Σεπτεμβρίου 2008: «Η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες οι οποίες βρίσκονται κοντά στο όριο του 3% του ΑΕΠ» (για το έλλειμμα).


Ο πληθωρισμος στην ανηφόρα

Δραματική για τους καταναλωτές είναι η επαφή με την αγορά εξαιτίας της παγιωμένης ακρίβειας αλλά και της παραμονής του πληθωρισμού στα ύψη. Σε αυτό το μέτωπο, το οικονομικό επιτελείο πραγματικά απέδειξε ότι ουδεμία επαφή είχε με την πραγματικότητα, όταν πέρυσι τον Νοέμβριο, με την κατάθεση του προϋπολογισμού, τοποθετούσε τον πήχη του μέσου πληθωρισμού στο 2,9%!

Τον Απρίλιο αναγκάστηκε να αναθεωρήσει τον στόχο στο 3,5% και τώρα ετοιμάζει μία νέα αναθεώρηση. Είναι άλλωστε αναπόφευκτη, αφού ήδη στο οκτάμηνο Ιανουαρίου - Αυγούστου ο μέσος πληθωρισμός διαμορφώνεται στο 4,56%.

Στις πληθωριστικές πιέσεις, η Ελλάδα δεν αισθάνεται μοναξιά. Εξαιτίας της υπέρβασης του 4% στον πληθωρισμό της ευρωζώνης και των προοπτικών διατήρησης των πληθωριστικών πιέσεων, ήδη η ΕΚΤ προχώρησε σε αύξηση επιτοκίων κατά 25 μονάδες βάσης. Το κόστος του χρήματος, όμως, αυξάνεται περαιτέρω για τις τράπεζες εξαιτίας της διεθνούς αναταραχής και των συνθηκών περιορισμένης ρευστότητας που διαμορφώνονται στο σύστημα. Ενδεικτικό είναι ότι το μέσο επιτόκιο στεγαστικού δανείου σταθερού για ένα έτος αναρριχήθηκε στο 5,30% τον Ιούλιο από 4,61% στις αρχές του έτους, σύμφωνα με στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος, και ο ρυθμός εκταμίευσης στεγαστικών δανείων έχει... γυρίσει δέκα χρόνια πίσω.

* Αναδημοσίευση από το φύλλο 548 της εφημερίδας "ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ" (19 - 23 Σεπτεμβρίου 2008).

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v