Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Οι συστάσεις 4 γκουρού για τις διεθνείς αγορές

Βραχυχρόνια οι μετοχικές αγορές απομακρύνονται από την ειδησεογραφία της πιστωτικής κρίσης και δίνουν προσοχή στις κινήσεις των τραπεζών για ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας. Τι βλέπουν 4 γκουρού για τις αγορές.

Οι συστάσεις 4 γκουρού για τις διεθνείς αγορές
** Οι αναλυτικοί πίνακες με τις αποδόσεις των αγορών, τις εκτιμήσεις για τα εταιρικά μεγέθη, τις αποτιμήσεις των αναδυόμενων αγορών αλλά και τις τιμές - στόχους για τους κύριους δείκτες το 2008 δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό"

Εντός συγκεκριμένου εύρους διακύμανσης (range trading) κινούνται οι αγορές, καθώς η αρνητική εταιρική κερδοφορία και οι επιπτώσεις της πιστωτικής κρίσης προσπερνιούνται από τις επιτυχείς ενέργειες άντλησης κεφαλαίων των τραπεζών, ενώ η πορεία της ανάπτυξης στις ΗΠΑ παίζει τον δικό της ρόλο στις εξελίξεις.

Καθώς η αποστροφή του ρίσκου διεθνώς έπληξε πρωτίστως τις περιφερειακές αγορές (όπως η ελληνική), το γεγονός ότι τις τελευταίες ημέρες ορισμένες μεγάλες τράπεζες και αρκετοί θεσμικοί επενδυτές αυξάνουν τις θέσεις τους στις αναδυόμενες μπορεί να αποτελέσει ευνοϊκή εξέλιξη και για το Χ.Α.

Οι τρέχουσες αποτιμήσεις, εξάλλου, σε πολλές περιπτώσεις είναι δελεαστικές και περιορίζουν πλέον το περιθώριο σημαντικής υποχώρησης. Από την άλλη πλευρά, όμως, η έλλειψη κάποιου θετικού κλαδικού πρωταγωνιστή παρατείνει την καχεξία της αγοράς.

Διεθνώς, οι κλυδωνισμοί στη διατραπεζική αγορά χρήματος εντείνονται οδηγώντας τα διατραπεζικά επιτόκια του ευρώ και του δολαρίου σε νέα υψηλά, υπενθυμίζοντας έτσι πως απέχουμε αρκετά από την ομαλοποίηση των αγορών.

Σε κάθε περίπτωση, η υποτιμολόγηση του κινδύνου που κυριάρχησε στα χρηματιστήρια τα προηγούμενα χρόνια αποτελεί παρελθόν και ακόμα και αν οι μετοχικές αγορές δείχνουν τώρα καλύτερη εικόνα το ασφάλιστρο κινδύνου θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα για αρκετό καιρό. Αυτό σημαίνει ότι ακόμη και σε επίπεδο πραγματικής οικονομίας η χρηματοδότηση των χωρών με μεγάλα ελλείμματα, των καταναλωτών και των επιχειρήσεων θα παραμείνει πιο δυσχερής.

Εξάλλου, καθώς ο τραπεζικός τομέας... αποκεφαλαιοποιείται, η πιστωτική κρίση δεν θα επιτρέψει την πλήρη ομαλοποίηση της διατραπεζικής αγοράς και των χορηγήσεων πριν από το 2009, γεγονός που αυξάνει τους κινδύνους για αρνητικά πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στην πραγματική οικονομία.

Για τους επόμενους 12 μήνες, Ευρωπαίοι τραπεζίτες θεωρούν πως η ποιότητα στις χορηγήσεις θα είναι καταλυτική για την πορεία των τραπεζικών κερδών, ενώ τα πιστωτικά κριτήρια θα καταστούν αυστηρότερα για τους καταναλωτές, για τις μη εισηγμένες επιχειρήσεις και για τις εταιρείες μικρής και μεσαίας κεφαλαιοποίησης. Οι επιχειρήσεις της μεγάλης κεφαλαιοποίησης φαίνεται να απολαμβάνουν καλύτερες αναλογικά συνθήκες χρηματοδότησης.

Έτσι, οι εξελίξεις στην πραγματική οικονομία, η πιστωτική κρίση και τα εταιρικά κέρδη θα συνεχίσουν να διαμορφώνουν το επενδυτικό τοπίο της περιόδου, σε μια στιγμή κατά την οποία, αν και ο συστημικός κίνδυνος μειώνεται, οι αγορές χρήματος παραμένουν εκτός ισορροπίας, ενώ εξελίσσεται μια διαδικασία καθοδικής προσαρμογής όσον αφορά στις προσδοκίες για την κερδοφορία των επιχειρήσεων παγκοσμίως.

Οι εκτιμήσεις

Η οικονομική επιβράδυνση θα μπορούσε εξάλλου να έχει πολλαπλασιαστικά αποτελέσματα στα εταιρικά κέρδη. Στις ΗΠΑ τα κέρδη στον δείκτη S&Ρ 500 των εταιρειών που έχουν μέχρι στιγμής ανακοινώσει αποτελέσματα πρώτου τριμήνου παρουσιάζουν πτώση 12,9%, ρυθμός που είναι ελαφρώς χειρότερος των προσδοκιών, ενώ και στην Ευρώπη οι φωνές που υποστηρίζουν ότι τα αποτελέσματα θα απογοητεύσουν πληθαίνουν.

Επίσης και στην Ελλάδα, ενώ στην αρχή του έτους οι αναλυτές ανέμεναν άνοδο των εταιρικών κερδών κατά 18%, τώρα προβλέπουν ρυθμό αύξησης περίπου 10%. 

Ο κ. Andrew Garthwaite, αναλυτής της Credit Suisse, στη στρατηγική της τράπεζας για το β΄ τρίμηνο συνιστά κυρίως αύξηση θέσεων στις αναδυόμενες αγορές (και οριακά στις ΗΠΑ), καθώς το 49% των εξαγωγών των χωρών αυτών κατευθύνεται εντός εκείνων, έναντι μόλις 19% στις ΗΠΑ, καθιστώντας τες αρκετά πιο αμυντικές στην παρούσα συγκυρία.

Όσον αφορά στους βασικούς μετοχικούς δείκτες, για το τέλος του 2008 δίνει τιμές-στόχους για τον S&P 500 των ΗΠΑ, τις 1.350 μονάδες, για τον ευρωπαϊκό δείκτη DJ Euro Stoxx, τις 340 μονάδες, για τον βρετανικό FTSE 100 τις 6.000 μονάδες, για τον Nikkei 225 τις 13.000 μονάδες και για τον παγκόσμιο δείκτη αναδυόμενων αγορών MSCI EMF GEM τις 1.370 μονάδες. Αυτό σημαίνει πως με εξαίρεση των αναδυόμενων αγορών (+15%) όλες οι άλλες θα βρίσκονται σε χαμηλότερα από τα τρέχοντα επίπεδα στο τέλος του έτους. 

Από την πλευρά του, πάντως, ο «γκουρού» της Citigroup για τις αγορές των ΗΠΑ, κ. Tobias Μ. Levkovich, εκτιμά ότι το β΄ εξάμηνο του 2008 οι μετοχικές αγορές θα είναι καλύτερες, με τον δείκτη S&Ρ 500 να κινείται ανοδικά με διψήφια κέρδη από τα σημερινά επίπεδα, φτάνοντας στις 1.550 μονάδες στο τέλος του έτους. 

Ο κ. Bernd Meyer, CFA της Deutsche Bank, βλέπει περιθώριο ανόδου 20% έως το τέλος του έτους για τις ευρωπαϊκές αγορές, συνιστώντας μάλιστα μικρή αύξηση θέσεων μεταξύ άλλων και στην Ελλάδα, ενώ ο κ. Robert Buckland, επικεφαλής στρατηγικής της Citigroup, βλέπει περιθώριο ανόδου 8% από τα σημερινά επίπεδα για τις μετοχές παγκοσμίως το 2008, επίδοση στην οποία θα πρέπει να προστεθεί και μερισματική απόδοση περίπου 3%.

Η τρέχουσα κρίση δεν είναι συστημική, εκτίμησε η Citigroup, σημειώνοντας ότι οι προηγούμενες μη συστημικές κρίσεις οδήγησαν σε πτώση τις μετοχές κατά 20% - 40%.

Το σημείο αιχμής

Ορισμένοι αναλυτές θεωρούν πως βραχυχρόνια οι μετοχικές αγορές απομακρύνονται από την ειδησεογραφία της πιστωτικής κρίσης και δίνουν προσοχή στις επιτυχημένες κινήσεις των τραπεζών για ενίσχυση της κεφαλαιακής τους επάρκειας.

Το σημείο εστίασης μεταφέρεται π.χ. από τη μειωμένη κερδοφορία της JP Morgan και την αρνητική κερδοφορία της Merrill Lynch και της Citigroup στις επιτυχείς εκδόσεις υβριδικών ομολόγων και στα πλάνα αναδιάρθρωσης που στηρίζονται στην κατακόρυφη πτώση των εξόδων.

Χαρακτηριστικές είναι οι δηλώσεις και των επικεφαλής των μεγάλων χρηματοοικονομικών οίκων ότι έχουμε διανύσει το μεγαλύτερο κομμάτι της πιστωτικής κρίσης και ότι οδηγούμαστε σε υγιέστερα σχήματα μέσα από αυξήσεις κεφαλαίου και συγχωνεύσεις, μεταδίδοντας έτσι ψήγματα αισιοδοξίας.

Αν και η βραχυπρόθεσμη ανοδική προοπτική διατηρείται, η κρίση στην αγορά χρήματος συντηρείται επίσης, θολώνοντας τα νερά, καθώς τα διατραπεζικά επιτόκια του ευρώ (4,8%) και του δολαρίου (2,82%) αυξάνονται, όπως και οι ανησυχίες για τις επιπτώσεις του αυξημένου κόστους δανεισμού των επιχειρήσεων και των καταναλωτών.

Καλύτερα οι αναδυόμενες

Θετική εικόνα παρουσιάζουν οι αναδυόμενες μετοχικές αγορές, με κύριο χαρακτηριστικό την υπεραπόδοση της τεχνολογίας. Τα καλύτερα αποτελέσματα της Intel συνετέλεσαν στην καταγραφή κερδών στην Ταϊβάν, ενώ στην Ινδία σημαντικά κέρδη κατέγραψε η μετοχή της Infosys, καθώς οι εκτιμήσεις για τη μελλοντική κερδοφορία και των περιθωρίων κέρδους της ήταν εν γένει καλύτερες των προσδοκιών, ενώ στην Κίνα τα μακροοικονομικά στοιχεία ήταν σύμφωνα με τους υπολογισμούς (ΑΕΠ +10,6%, πληθωρισμός 8,3%).

Η πτώση της τουρκικής λίρας δεν ακολουθήθηκε από υποχώρηση του εξωτερικού χρέους, ωστόσο τα θεμελιώδη επιδεινώνονται. Αντιθέτως, στη Βραζιλία τα μακροοικονομικά μεγέθη και το κλίμα βελτιώνονται, υποστηριζόμενα από την ανακάλυψη του τρίτου μεγαλύτερου κοιτάσματος πετρελαίου στον πλανήτη από την κρατική εταιρεία πετρελαίου Petrobras.

Η εξομάλυνση στην αγορά εταιρικών ομολόγων μεταφέρεται και στις αναδυόμενες αγορές που ανακάμπτουν σταδιακά. Η μειωμένη εκδοτική δραστηριότητα και η σταθεροποίηση της αγοράς πιστωτικών παραγώγων αναμένεται να τις ευνοήσει μεσοπρόθεσμα.

Ο ρόλος του πετρελαίου

Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου επίσης παίζει τον δικό της ρόλο στις εξελίξεις. Οι αγορές δείχνουν ικανές να δικαιολογήσουν τιμές μεταξύ 75 δολ. το βαρέλι (κάτω άκρο) και 150 δολ. το βαρέλι (άνω άκρο) μεσοπρόθεσμα, αναφέρει η Deutsche Βank, θεωρώντας ότι έχει αυξηθεί το ρίσκο για άνοδο των τιμών στα 200 - 250 δολ. το βαρέλι, έως ότου η ζήτηση καταρρεύσει.

Στο συγκεκριμένο προϊόν η ζήτηση είχε επίσης σημειώσει πολύ μεγάλη μείωση στις αρχές του 1980, έπειτα από τον δεκαπλασιασμό της τιμής κατά τις περιόδους 1970-73 και 1980-83, από τα 3,5 δολ. το βαρέλι στα 35 δολ. το βαρέλι. Αυτό υπονοεί πως η τιμή του αργού την τριετία 2010-13 θα πρέπει να αυξηθεί στα 250 δολ., ώστε να δούμε ξανά κατάρρευση της ζήτησης.

Χωρίς την ύπαρξη των κερδοσκοπικών κεφαλαίων η τιμή του πετρελαίου θα διαμορφωνόταν 20 - 30 δολάρια χαμηλότερα, εκτίμησε η Lehman Βrothers, ενώ η UBS δεν απέκλειε πτώση των τιμών ακόμη και κατά 40 δολ. το βαρέλι. Ωστόσο, έρευνα του CFΤC έδειξε πως η άνοδος της τιμής του δεν οφείλεται σε κινήσεις κερδοσκόπων αλλά στην αύξηση των παγκόσμιων ενεργειακών αναγκών. 


** Οι αναλυτικοί πίνακες με τις αποδόσεις των αγορών, τις εκτιμήσεις για τα εταιρικά μεγέθη, τις αποτιμήσεις των αναδυόμενων αγορών αλλά και τις τιμές - στόχους για τους κύριους δείκτες το 2008 δημοσιεύονται στη δεξιά στήλη "Συνοδευτικό Υλικό"

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v