O ηγέτης της Βόρειας Κορέας, Κιμ Γιόνγκ Ουν και ο πρόεδρος της Νότιας Κορέας, Μουν Τζε-ιν, ολοκλήρωσαν την κορεατική σύνοδο με την δημοσίευση της πολυαναμενόμενης «Διακήρυξης του Πανμουντζόμ».
Το κείμενο αυτό περιλαμβάνει υποσχέσεις ότι θα γίνουν εργασίες για την υπογραφή μιας ειρηνευτικής συμφωνίας φέτος που θα βάζει τέλος στον κορεατικό πόλεμο, θα οδηγεί στην σταδιακή αποπυρηνικοποίηση της κορεατικής χερσονήσου και στην ανάπτυξη των ενδο-κορεατικών σχέσεων με απώτερο στόχο την ενοποίηση.
Με πρακτικούς όρους, οι Κιμ και Μουν συμφώνησαν σε ένα σύμφωνο μη επίθεσης, παρουσίασαν σχέδια για την επανεκκίνηση των οικογενειακών επανενώσεων στις 15 Αυγούστου, συγκρότησαν ένα ενδο-κορεατικό γραφείο σύνδεσης στην Κάεσονγκ, διέκοψαν προπαγανδιστικές δραστηριότητες στην αποστρατικοποιημένη ζώνη και άρχισαν την διαδικασία σύνδεσης των διασυνοριακών σιδηροδρομικών γραμμών και αυτοκινητοδρόμων. Ο Μουν ανέφερε πως θα επισκεφτεί την Πιονγκγιάνγκ το φθινόπωρο.
Η συνάντηση, η πρώτη ενδο-κορεατική σύνοδος τα τελευταία έντεκα χρόνια και μόλις η τρίτη συνολικά, ξεκίνησε με μια εξαιρετικά συμβολική κίνηση, με τον Κιμ να διασχίζει την γραμμή εκεχειρίας και τον Μουν να κάνει και αυτός ένα βήμα προς το έδαφος της Βόρειας Κορέας.
Κανένα από τα σημεία που συμφωνήθηκαν στην «Διακήρυξη του Πανμουντζόμ» δεν αποτελεί μια μεγάλη παραχώρηση ή στροφή, αλλά το κάθε ένα αντανακλά πολυαναμενόμενα μέτρα για την ανάπτυξη σχέσεων εμπιστοσύνης. Αυτή η ενδο-κορεατική σύνοδος μπορεί να είναι από πολλές απόψεις ένα πρελούδιο στην επερχόμενη σύνοδο ανάμεσα στον Κιμ και στον Αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ.
Οι λεπτομέρειες της συνόδου ΗΠΑ-Βόρειας Κορέας θα βασιστούν κατά κύριο λόγο σε αυτό που συνέβη ανάμεσα στον Κιμ και Μουν στις 27 Απριλίου, με την προοπτική ότι οι άτυπες συζητήσεις ανάμεσα στον Μουν και στον Κιμ θα προσφέρουν περαιτέρω διαβεβαιώσεις στις ΗΠΑ. Για την Νότια Κορέα, η σύνοδος με την Βόρεια Κορέα προσφέρει μια ευκαιρία να αναλάβει πρωτοβουλία στην βελτίωση των σχέσεων ΗΠΑ-Βόρειας Κορέας.
Η ευκαιρία για μια συμφωνία ΗΠΑ-Βόρειας Κορέας θα χαθεί αν κάνουν πίσω είτε οι ΗΠΑ, είτε η Βόρεια Κορέα, οπότε η Νότια Κορέα προσπαθεί να χρησιμοποιήσει αυτήν την σύνοδο για να διατηρήσει την υπάρχουσα δυναμική. Η Νότια Κορέα ήθελε να λάβει μια δέσμευση από την Βόρεια Κορέα για περαιτέρω επισκέψεις και για άλλα κανάλια διαλόγου, τα οποία και εξασφάλισε. Στο ενδιάμεσο διάστημα, η Νότια Κορέα θέλει να εκλείψει η αγωνία για έναν επικείμενο πόλεμο ανάμεσα στις ΗΠΑ και στη Βόρεια Κορέα.
Η Βόρεια Κορέα είναι και αυτή επικεντρωμένη εν μέρει στην επερχόμενη συνάντηση με τον Τραμπ και χρησιμοποιεί την ενδο-κορεατική σύνοδο για να «κλειδώσει» την σύνοδο με τις ΗΠΑ. Για την Βόρεια Κορέα, μια συνάντηση ανάμεσα στον Κιμ και στον Τραμπ αποσκοπεί στον να αναγνωριστεί η χώρα ως ισάξια των ΗΠΑ.
Ο έμμεσος στόχος του ανοίγματος της Bόρειας Κορέας προς την Νότια Κορέα ήταν να αλλάξει τις εντυπώσεις, να αποκλιμακώσει την ένταση στην χερσόνησο και να κάνει βήματα προς την οικονομική συνεργασία για να περιορίσει την οικονομική απομόνωση. Μακροπρόθεσμα και οι δύο χώρες της χερσονήσου έχουν ένα κοινό φόβο ότι θα εκτοπιστούν από μια ανερχόμενη Κίνα και μια αναγεννημένη Ιαπωνία, κάτι που σημαίνει πως και οι δύο προσβλέπουν σε μια ενοποιημένη και ανεξάρτητη χερσόνησο.
Ένας άλλος βασικός στόχος της Βόρειας Κορέας είναι να χτίσει την εικόνα του Κιμ, παρουσιάζοντας τον ως έναν συνεργάσιμο, ικανό ηγέτη που μπορεί να σταθεί δίπλα στους ομολόγους του στο διεθνές στερέωμα, μια εικόνα που καλλιεργήθηκε προσεκτικά στις συναντήσεις του Μαρτίου με απεσταλμένους της Νότιας Κορέας και με τον Κινέζο πρόεδρο Σι Τζινπίνγκ.
Με την σύνοδο ΗΠ-Βόρειας Κορέας στον ορίζοντα, το βασικό ερώτημα είναι αν η Βόρεια Κορέα θα εγκαταλείψει πραγματικά το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων. Για δεκαετίες, χρησιμοποιούσε το πρόγραμμα πυρηνικών όπλων ως διαπραγματευτικό χαρτί, το οποίο μπορούσε να το ανταλλάξει στην διεθνή κοινότητα για πιο ευνοϊκή οικονομική και διπλωματική μεταχείριση.
Τα τελευταία χρόνια ωστόσο, η Βόρεια Κορέα φάνηκε να αντιμετωπίζει την εξέλιξη ενός πυρηνικού όπλου ως μια στρατηγική αναγκαιότητα. Αλλά στην πορεία προς την ενδο-κορεατική σύνοδο, η Βόρεια Κορέα ανακοίνωσε πως θα αναστείλει την διηπειρωτική δοκιμή πυραύλων και τις πυρηνικές δοκιμές και θα καταστρέψει το πεδίο πυρηνικών δοκιμών.
Άφησε επίσης να εννοηθεί πως θα είναι πρόθυμη να εγκαταλείψει το πυρηνικό της πρόγραμμα, αν και ενέταξε αυτή την αποπυρηνικοποίηση στο πλαίσιο ενός παγκόσμιο αφοπλισμού. Αυτό αυξάνει την πιθανότητα η Πιονγκγιάνγκ να είναι πρόθυμη να επιτύχει μια πυρηνική συμφωνία με αντάλλαγμα οικονομικές και διπλωματικές παραχωρήσεις. Ωστόσο, η φρασεολογία της «Διακήρυξης του Πανμουντζόμ» αναφέρεται σε μια αποπυρηνικοποίηση της κορεατικής χερσονήσου, κάτι που μπορεί να σημαίνει την απομάκρυνση στρατηγικών μονάδων των ΗΠΑ από την Νότια Κορέα και μια σταδιακή αντί για άμεση αποπυρηνικοποίηση, κάτι που είναι αντίθετο από αυτό που έχουν ζητήσει οι ΗΠΑ.
Εν τέλει, οποιαδήποτε συμφωνία αποπυρηνικοποίησης θα αντιμετωπιστεί με αβεβαιότητα, έλλειψη εμπιστοσύνης και ερωτήματα για το αν η Βόρεια Κορέα θα υποχωρήσει από τις όποιες δεσμεύσεις κάνει.
Ωστόσο, σε αυτό το σημείο, εκείνο που έχει σημασία είναι αν και οι τρεις πλευρές έχουν την πολιτική βούληση να διαμορφώσουν σχέσεις και δράσεις παρά τις προκλήσεις αυτές, αντί να αφήσουν την τεχνική διάσταση να καθορίσει την πολιτική.