Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έρθει αντιμέτωπη με διάφορες προκλήσεις εξωτερικής πολιτικής το επόμενο έτος, από τη διαπραγμάτευση νέων εμπορικών συμφωνιών μέχρι την αντιμετώπιση των προβληματικών γειτόνων, όπως η Ρωσία και η Τουρκία. Το μπλοκ θα συνεχίσει παράλληλα τις προσπάθειές του να μειώσει τον αριθμό των προσφύγων που έρχονται στην Ευρώπη, τόσο μέσω της συνεργασίας με τις χώρες προέλευσης και των χωρών transit, όσο και προσπαθώντας να μεταρρυθμίσει τις πολιτικές για τη χορήγηση ασύλου.
Καθώς η Ευρωπαϊκή Ένωση θα προσπαθεί να αντιμετωπίσει τα ζητήματα αυτά, θα προσπαθήσει να παραμείνει όσο το δυνατόν πιο ενωμένη -έργο όχι και τόσο εύκολο, δεδομένου ότι η εξωτερική πολιτική της ΕΕ αποτελεί προϊόν συμβιβασμού μεταξύ χωρών μελών με διαφορετικά συμφέροντα και προτεραιότητες. Συνεπώς, η ΕΕ είναι πιθανό να λειτουργήσει ως «δύναμη αντίδρασης», απαντώντας σε γεγονότα και προσαρμοζόμενη σε νέες πραγματικότητες, αντί να αναλαμβάνει πρωτοβουλίες.
Χρονιά εμπορικών διαπραγματεύσεων
Ένας από τους βασικούς στόχους εξωτερικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2018 θα είναι να διαπραγματευτεί εμπορικές συμφωνίες με χώρες εκτός του μπλοκ. Η εξειδίκευση εμπορικών συμφωνιών είναι ευκολότερη στη θεωρία παρά στην πράξη καθώς τα μέλη της ΕΕ έχουν διαφορετικές προτεραιότητες σε ό,τι αφορά στο εμπόριο. Χώρες όπως η Γαλλία και η Ιρλανδία, για παράδειγμα, προστατεύουν τους αγρότες τους, στάση οποία καθιστά συχνά τη γεωργία δύσκολο θέμα διαπραγμάτευσης με τους εταίρους εκτός μπλοκ. Για άλλες χώρες της ΕΕ, όπως η Γερμανία, ανταλλαγή πληροφοριών με χώρες εκτός ΕΕ είναι ευαίσθητο ζήτημα. Και ο μηχανισμός για την επίλυση διαφορών μεταξύ επενδυτών αποτελεί θέμα που πιθανότατα θα συνεχίσει να δημιουργεί πρόβλημα στο μπλοκ στις μελλοντικές διαπραγματεύσεις.
Μέρος της εμπορικής ατζέντας της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα επικεντρωθεί του χρόνου στην επιβολή προσφάτως υπογεγραμμένων συμφωνιών, όπως η συμφωνία με τον Καναδά. Η συμφωνία, η οποία τέθηκε σε προσωρινή εφαρμογή τον Σεπτέμβριο, δεν θα ισχύσει πλήρως μέχρις ότου τα εθνικά κοινοβούλια κάθε χώρας μέλους της ΕΕ την επικυρώσει. Μέχρι τώρα, μόνο πέντε κοινοβούλια το έχουν κάνει.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχει επίσης να εξειδικεύσει το αμφιλεγόμενο ζήτημα της προστασίας των επενδυτών στην εμπορική της συμφωνία με την Ιαπωνία, την οποία οι δυο πλευρές οριστικοποίησαν στις 8 Δεκεμβρίου, προτού την εγκρίνουν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο. Ομοίως, το μπλοκ πρέπει να οριστικοποιήσει αρκετές λεπτομέρειες για την εμπορική συμφωνία με τη Mercosur (την Κοινή Αγορά του Νότου).
Πέραν της ολοκλήρωσης των διαπραγματεύσεων που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη, η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει να επιδιώξει και άλλες διαπραγματεύσεις του χρόνου. Για παράδειγμα, η ΕΕ βρίσκεται στα προκαταρκτικά στάδια συζήτησης εμπορικών συμφωνιών με την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, αν και οι διαπραγματεύσεις αυτές μπορεί να είναι δύσκολες και μακροχρόνιες. Ως μεγάλη εξαγωγική χώρα στον γεωργικό τομέα, η Αυστραλία πιθανότατα θα προσπαθήσει να εξασφαλίσει πρόσβαση στην ευρωπαϊκή αγορά αγαθών. Όμως αρκετές ευρωπαϊκές χώρες δεν θα είναι πρόθυμες να ικανοποιήσουν την Αυστραλία, κάτι που σημαίνει πως οι διαπραγματεύσεις μπορεί να παραταθούν και πέραν του στόχου του 2019 που έχει θέσει η ΕΕ.
Εξίσου δύσκολη αναμένεται να είναι η επίτευξη εμπορικής συμφωνίας με την Ινδία, οι διαπραγματεύσεις για την οποία αναμένεται να ξεκινήσουν το 2018. Οι δυο πλευρές ξεκίνησαν τις συζητήσεις για το ελεύθερο εμπόριο το 2007, όμως τις «πάγωσαν» για θέματα όπως η προστασία των επενδυτών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση σχεδιάζει επίσης να συνεχίσει τις διαπραγματεύσεις με την Ινδονησία, στο πλαίσιο μιας ευρύτερης στρατηγικής να εμβαθύνει τους δεσμούς της με τον Σύνδεσμο των Χωρών της Νοτιοανατολικής Ασίας.
Δύσκολοι γείτονες
Οι εμπορικές διαπραγματεύσεις δεν θα είναι το μόνο θέμα στην ατζέντα εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ το επόμενο έτος. Το μπλοκ θα πρέπει επίσης να διαχειριστεί ορισμένες δύσκολες σχέσεις με κοντινά κράτη. Η Ρωσία, για παράδειγμα, θα συνεχίσει να προσπαθεί να εκμεταλλευτεί τους πολιτικούς και στρατηγικούς διχασμούς μεταξύ των μελών της ΕΕ, στηρίζοντας τα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα σε όλη την Ευρώπη και χρησιμοποιώντας την καλολαδωμένη μηχανή προπαγάνδας για να επηρεάσει τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης, περιλαμβανομένων των μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξέφρασε πρόσφατα την ανησυχία της για τη ρωσική προπαγάνδα και ανακοίνωσε πως θα αφιερώσει περισσότερα χρήματα και πόρους σε μια task force που είναι επιφορτισμένη με την αναγνώριση και αντιμετώπιση της παραπληροφόρησης που προέρχεται από τον γείτονά της στα ανατολικά.
Οι επόμενες γενικές εκλογές της Ιταλίας, που θα διενεργηθούν τον Μάιο του 2018, θα δώσουν στη Μόσχα μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να χρησιμοποιήσει αυτά τα εργαλεία. Το Κρεμλίνο έχει σχέσεις με τρεις από τους τέσσερις βασικούς διεκδικητές στις εκλογές. Ο επικεφαλής του κεντροδεξιού κόμματος Forza Italia, ο πρώην πρωθυπουργός Σίλβιο Μπερλουσκόνι, είναι προσωπικός φίλος του Βλαντιμίρ Πούτιν και μέλη του αντισυστημικού Κινήματος των Πέντε Αστέρων έχουν συναντηθεί αρκετές φορές με εκπροσώπους του κυβερνώντος κόμματος της Ρωσίας. Και τα δύο ιταλικά κόμματα έχουν επικρίνει τις ευρωπαϊκές κυρώσεις κατά της Ρωσίας. Αν φτάσουν στην εξουσία, θα μπορούσαν να πιέσουν για άρση των μέτρων.
Ο χειρισμός της Ρωσίας του χρόνου από την Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι σε μεγάλο βαθμό αντιδραστικός. Οι Βρυξέλλες θα συνεχίσουν να πιέζουν τη Μόσχα να συνεργαστεί για μια λύση για την Ουκρανία, όμως το μπλοκ θα προσπαθήσει να μην κλιμακώσει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας, ακόμα και στην πιθανή περίπτωση που ψηφίσει για νέα παράτασή τους. Εν τω μεταξύ, η Ρωσία πιθανότατα θα συνεχίσει να προσπαθεί να διαταράξει την Ευρωπαϊκή Ένωση, αν και είναι απίθανο να στραφεί στη χρήση στρατιωτικής δύναμης κατά ενός μέλους του ΝΑΤΟ για να «δοκιμάσει» τις αντοχές της συμμαχίας.
Δύσκολες οι σχέσεις με την Τουρκία
Οι σχέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης με την Τουρκία επίσης θα είναι περίπλοκες το επόμενο έτος. Από τη μια πλευρά, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί το εμπόριο και την υπόσχεση των στενότερων δεσμών με το μπλοκ, ώστε να ευθυγραμμιστεί η Τουρκία με τους στόχους της ΕΕ. Από την άλλη πλευρά, όμως, οι Βρυξέλλες θα είναι έτοιμες να επιβάλουν τιμωρητικά μέτρα κατά της Άγκυρας, αν η πολιτική και κοινωνική κατάσταση στην Τουρκία επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο. Όπως έχει πράξει και στην περίπτωση της Ρωσίας, η Ευρωπαϊκή Ενωση θα περιμένει η Τουρκία να κάνει την πρώτη κίνηση, προτού εξετάσει την «απάντησή» της. Ωστόσο, οι κινήσεις του μπλοκ θα είναι οριακές, καθώς η ΕΕ γνωρίζει πως αν πιέσει πολύ την Τουρκία, μπορεί να θέσει σε κίνδυνο τη συμφωνία για το μεταναστευτικό.
Τέλος, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχει να αντιμετωπίσει χώρες των Δυτικών Βαλκανίων που θέλουν να ενταχθούν στο μπλοκ, όμως πιθανότατα δεν θα το κάνουν για κάποια χρόνια ακόμα. Οι Βρυξέλλες θα πρέπει να βρουν τρόπο να αντιμετωπίσουν το γεγονός πως πολλές κυβερνήσεις της Δυτικής και Βόρειας ΕΕ αντιτίθενται στην ένταξη νέων μελών, διατηρώντας παράλληλα «ζωντανό» το όνειρο της εισδοχής για χώρες όπως η Σερβία, η ΠΓΔΜ και η Βοσνία.
Η προοπτική ένταξης στην ΕΕ, μαζί με την ευρωπαϊκή χρηματοδότηση, συμβάλλουν στο να διατηρούνται υπό έλεγχο οι εθνοτικές εντάσεις στην περιοχή και παρέχει στα κράτη κίνητρα να εισαγάγουν θεσμικές, οικονομικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις. Αν η «υπόσχεση» αποδυναμωθεί, τότε οι τοπικοί ηγέτες μπορεί να στραφούν στον εθνικισμό και στις συγκρούσεις για να κρατηθούν στην εξουσία.
Το μεταναστευτικό
Η τρίτη βασική πρόκληση για την εξωτερική πολιτική της ΕΕ το 2018 θα είναι ο χειρισμός της μετανάστευσης από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή. Υπό τους ισχύοντες κανόνες της ΕΕ, η χώρα εισόδου των αιτούντων άσυλο είναι και η υπεύθυνη για αυτούς. Αυτό το σύστημα πιέζει δυσανάλογα τις μεσογειακές χώρες όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, που υποδέχονται το μεγαλύτερο μέρος των μεταναστών που φτάνουν στην Ευρώπη δια θαλάσσης. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και αρκετά κράτη μέλη έχουν κατά καιρούς προτείνει αλλαγές στην ευρωπαϊκή μεταναστευτική πολιτική, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Του χρόνου, τα μέλη της ΕΕ θα εξετάσουν και πάλι τρόπους μεταρρύθμισης των κανόνων, περιλαμβανομένων των αμφιλεγόμενων μέτρων για την πιο ίση κατανομή των αιτούντων άσυλο σε όλη την ΕΕ.
Την ίδια ώρα, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα συνεχίσει να εργάζεται με τις χώρες προέλευσης, καθώς και με τις χώρες transit, ώστε να προσπαθήσει να ανακόψει τις μεταναστευτικές ροές προς την Ευρώπη και να σταματήσει τις δραστηριότητες εμπορίας ανθρώπων. Η πολιτική αστάθεια των τελευταίων ετών έχει μετατρέψει τη Λιβύη σε ένα κοινό σημείο αναχώρησης για τους μετανάστες που προσπαθούν να φτάσουν στην Ευρώπη δια θαλάσσης.
Κατά τη διάρκεια της Ευρω-Αφρικανικής συνόδου στα τέλη Νοεμβρίου, οι ηγέτες της Ευρώπης και της Αφρικής συμφώνησαν σε ένα σχέδιο για τη διάλυση των δικτύων που μεταφέρουν λαθραία μετανάστες στη χώρα -η οποία βρίσκεται σε εμπόλεμη κατάσταση- και να επαναπατρίσουν μετανάστες που έχουν «κολλήσει» εκεί.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ήδη αυξήσει τη συνεργασία της με τις αρχές τις Λιβύης τους τελευταίους μήνες: ιδιαίτερα η Ιταλία έχει βοηθήσει την ακτοφυλακή της Λιβύης με χρήματα, εξοπλισμό και εκπαίδευση. Αν και έχει δεχθεί επικρίσεις από ομάδες ανθρωπίνων δικαιωμάτων που ανησυχούν για τον τρόπο με τον οποίο η Λιβύη συμπεριφέρεται στους μετανάστες, η στήριξη της Ιταλίας έχει βοηθήσει ώστε να μειωθεί ο αριθμός των διαβάσεων από τη χώρα αυτή της Βόρειας Αφρικής. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, περίπου 21.700 άνθρωποι έφτασαν στην Ιταλία δια θαλάσσης στο διάστημα Ιουλίου-Σεπτεμβρίου φέτος -ο χαμηλότερος αριθμός των τελευταίων τεσσάρων ετών για την περίοδο αυτή.
Ωστόσο, το μεταναστευτικό πρόβλημα οπωσδήποτε δεν έχει λυθεί. Η κατάσταση στη Λιβύη είναι ασταθής και η συνεργασία της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση θα μπορούσε να καταρρεύσει ανά πάσα στιγμή. Επιπλέον, οι μετανάστες αρχίζουν να χρησιμοποιούν νέες οδούς αναχωρώντας από κράτη όπως η Τυνησία και η Αλγερία.
Επιπλέον, η Ισπανία υποδέχθηκε 90% περισσότερους μετανάστες που ταξίδευαν από ξηράς ή δια θαλάσσης το γ’ τρίμηνο του έτους απ’ ότι τους τελευταίους τρεις μήνες του 2016. Αν και οι περισσότεροι από αυτούς τους μετανάστες προήλθαν από χώρες όπως το Μαρόκο, η Ακτή Ελεφαντοστού και η Γουινέα, στην Ισπανία φτάνει και ένας αυξανόμενος αριθμός Σύριων. Αντιθέτως, το περασμένο έτος, οι περισσότεροι Σύριοι αιτούντες άσυλο επέλεγαν τον πολύ συντομότερο δρόμο μέσω της Τουρκίας για να φτάσουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Οι αλλαγές στην Ευρώπη
Επιπροσθέτως των προκλήσεων εξωτερικής πολιτικής, η Ευρωπαϊκή Ένωση θα έχει του χρόνου να αντιμετωπίσει και μια έντονη συζήτηση ως προς τις προτάσεις για τη μεταρρύθμιση του μπλοκ. Η συζήτηση θα δημιουργήσει εντάσεις όχι μόνο μεταξύ των χωρών του Βορρά και των χωρών του Νότου, αλλά και μεταξύ των μελών της δυτικής και της ανατολικής Ευρώπης. Αυτή η ένταση, με τη σειρά της, θα επεκταθεί σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, αφού τα κράτη-μέλη της ΕΕ έχουν διαφορετικές απόψεις για τα περισσότερα θέματα που βρίσκονται στο τραπέζι.
Δεν έχουν όλα τα μέλη της ΕΕ την ίδια αίσθηση του επείγοντος σε ό,τι αφορά τη Ρωσία ή τη μετανάστευση, ούτε έχουν τις ίδιες προτεραιότητες για το εμπόριο. Όπως και σε άλλους τομείς πολιτικής, η βασική πρόκληση για την ευρωπαϊκή διπλωματία του χρόνου θα είναι να μπορέσει να «μιλήσει» με «μία φωνή».