Δείτε εδώ την ειδική έκδοση

Ανακατατάξεις στο διεθνές τραπεζικό τοπίο

Περίοδος ιδιαίτερα κρίσιμη για το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα θεωρείται η τρέχουσα καθώς διεθνής πιστωτική κρίση αναδεικνύει τα νέα μεγαθήρια που προέρχονται από την Ασία. Με κριτήριο τη χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών, στην κορυφή της κατάταξης πέρασε η Industrial & Commercial Bank of China.

Ανακατατάξεις στο διεθνές τραπεζικό τοπίο
του Στέφανου Κορέλλη

Περίοδος ιδιαίτερα κρίσιμη για το διεθνές χρηματοοικονομικό σύστημα θεωρείται η τρέχουσα. Η διεθνής πιστωτική κρίση αναδεικνύει τα νέα μεγαθήρια που προέρχονται από την Ασία, την ίδια στιγμή που οι αμερικανικές και οι ευρωπαϊκές τράπεζες προσπαθούν να ξεπεράσουν τα προβλήματα που αφήνουν πίσω τους οι διαγραφές ζημιών λόγω της έκθεσής τους στην αμερικανική αγορά στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου.

Πάντως, παρά την κακή εικόνα των αποτελεσμάτων του δ΄ τριμήνου για τις αμερικανικές τράπεζες, οι κινήσεις στα χρηματιστηριακά ταμπλό δείχνουν ότι τα επενδυτικά κεφάλαια έχουν προεξοφλήσει το σοκ των αμερικανικών ιδρυμάτων. Αντίθετα, τα σύννεφα πυκνώνουν για τα ευρωπαϊκά ιδρύματα.

Ειδικότερα, η ισχύς των νέων κολοσσών του τραπεζικού κλάδου αποτυπώνεται μέσω των εντυπωσιακών ανακατατάξεων στα χρηματιστηριακά ταμπλό, όπου πλέον επιβεβαιώνεται η νέα τάξη πραγμάτων με την Κίνα σε εξέχοντα ηγετικό ρόλο. Με κριτήριο τη χρηματιστηριακή αξία των τραπεζών, στην κορυφή της κατάταξης πέρασε η Industrial & Commercial Bank of China (με αξία 277,51 δισ. δολαρίων), αφήνοντας πίσω τα αμερικανικά και ευρωπαϊκά μεγαθήρια.

Μάλιστα, στην πρώτη πεντάδα βρίσκονται άλλες δύο κινεζικές τράπεζες, η China Construction Bank και η Bank of China. Παρεμβάλλονται στη δεύτερη θέση η Bank of America (195,933 δισ. δολάρια) και στην τρίτη η βρετανική HSBC (176,788 δισ. δολάρια).

Ποιοι ”σώθηκαν” και γιατί

Οι αλλαγές στην κατάταξη των τραπεζών αποτελούν ξεκάθαρη ένδειξη ότι τα επενδυτικά κεφάλαια ”στοιχηματίζουν” περισσότερο σε τράπεζες από τις αναδυόμενες αγορές παρά στα δυτικά ιδρύματα, που κυριαρχούσαν στον χρηματοοικονομικό τομέα έως τώρα.

Είναι μάλιστα ενδεικτικό ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του Bloomberg, μέχρι και το 2003 καμία τράπεζα από την Ασία δεν ήταν μεταξύ των 20 κορυφαίων, ενώ κυριαρχούσαν οι αμερικανικές.

Ταυτόχρονα, εντυπωσιακό είναι ότι οι δύο δυτικές τράπεζες που βρίσκονται στην πρώτη τριάδα -Bank of America και HSBC- είχαν δεχτεί εντονότατη κριτική διότι βασίζονται στα δίκτυα λιανικής τραπεζικής και όχι στις δραστηριότητες των χρεογράφων.

Όμως, τελικά η τακτική τους αυτή τους ωφέλησε στην παρούσα κρίση καθώς τα χρεόγραφα αποδεικνύονται η αχίλλειος πτέρνα για τα υπόλοιπα ιδρύματα, όπως το μεγαθήριο της Citigroup, η οποία πλέον έχει υποχωρήσει στην έβδομη θέση, με χρηματιστηριακή αξία της τάξης των 140,7 δισ. δολαρίων, και κάτω από την JP Morgan Chase, που έχει χρηματιστηριακή αξία 159,6 δισ. δολαρίων. Τη δεκάδα συμπληρώνουν η αμερικανική Wells Fargo, η ισπανική Banco Santander και η ιαπωνική Mitsubishi UFJ Financial, οι οποίες επίσης δεν έχουν μεγάλη έκθεση στην αγορά στεγαστικών δανείων.

Κάμψη στα μεγέθη

Παράλληλα με τη στροφή προς τις κινεζικές τράπεζες, τα πυρά των επενδυτικών κεφαλαίων στρέφονται κατά των αμερικανικών τραπεζικών ιδρυμάτων που παρουσιάζουν μεγάλες ζημίες λόγω της κρίσης στην αγορά στέγης των ΗΠΑ. Ενδεικτικά, με βάση τις εκτιμήσεις του ειδησεογραφικού πρακτορείου Reuters, από τις μέχρι στιγμής ανακοινώσεις εταιρειών του δείκτη Standard & Poor’s 500 τα κέρδη του τέταρτου τριμήνου 2007 παρουσιάζουν μείωση 19,3%.

Το διψήφιο ποσοστό της μείωσης αποδίδεται κατά κύριο λόγο στις μεγάλες διαγραφές ενεργητικού από τράπεζες και χρηματιστηριακούς ομίλους, καθώς, εξαιρουμένου του χρηματοοικονομικού τομέα, τα κέρδη είναι αυξημένα κατά 11% (προηγείται ο τεχνολογικός με αύξηση 26%). Μάλιστα, αρνητικές είναι οι προβλέψεις και για το 2008.

Χαρακτηριστικά, το τελευταίο δίμηνο οι αναλυτές αναθεώρησαν πτωτικά τις προβλέψεις τους σχετικά με την κερδοφορία του 2008 για τους εννέα από τους δέκα τομείς του S&P 500 (πλην του ενεργειακού κλάδου).

Βέβαια, μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ευρώπης προβάδισμα φαίνεται να παίρνουν τα αμερικανικά ιδρύματα. Οι αναλυτές θεωρούν ότι τα επενδυτικά κεφάλαια έχουν προεξοφλήσει τα κακά νέα για τις αμερικανικές τράπεζες, τα οποία άλλωστε έχουν αποτυπωθεί ως επί το πλείστον στους ισολογισμούς τους. Αντίθετα, δυσπιστία καταγράφεται για τους μετοχικούς τίτλους των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Έτσι, τις τελευταίες εβδομάδες οι μετοχές των αμερικανικών τραπεζών που βρέθηκαν στη δίνη της πιστωτικής κρίσης κινούνται ανοδικά. Σε αυτό βοηθούν και οι δύο μειώσεις επιτοκίων από τη Fed.

Στο άλλο άκρο, οι ευρωπαϊκές τράπεζες κλυδωνίζονται εντονότερα το τρέχον διάστημα καθώς από τις αρχές του έτους ο χρηματιστηριακός δείκτης τους έχει σημειώσει απώλειες της τάξης του 35%. Κίνηση που θεωρείται δηλωτική της μεταφοράς επενδυτικών κεφαλαίων από τις ευρωπαϊκές προς τις αμερικανικές τράπεζες ως συνέπεια των ανησυχιών για τον τραπεζικό κλάδο της Ευρώπης.

Κρίση και για τους αξιολογητές χρεών

Η πιστωτική κρίση και η αποτυχία τους να την προβλέψουν οδήγησε τελικά -έστω και με μεγάλη καθυστέρηση- τους μεγάλους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης στην αλλαγή του τρόπου με τον οποίο αξιολογούν τις εγγυημένες δανειακές υποχρεώσεις των χρηματοοικονομικών ομίλων. Μένει να εξειδικευτούν αυτές οι αλλαγές στον τρόπο αξιολόγησης.

Βέβαια, για τη σημερινή κατάσταση μεγάλη ευθύνη έχουν και οι ρυθμιστικές αρχές των ΗΠΑ και της Ευρώπης, που άφησαν τους τρεις ισχυρούς οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης Moody’s, Standard & Poor’s και Fitch να ενισχύσουν υπερβολικά τον ρόλο τους στις αγορές καθώς και στο εποπτικό σύστημα του τραπεζικού κλάδου. Προ ημερών ο επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κ. Τσάρλι Μακρίβι, δήλωσε ότι ”τα πράγματα δεν μπορούσαν να μείνουν ως είχαν”.

Ειδικότερα, μετά τη γενική κατακραυγή προς τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης από τον περασμένο Σεπτέμβριο, η πρώτη κίνηση πραγματοποιήθηκε από τη γαλλική Fitch, η οποία ανακοίνωσε ότι σχεδιάζει να προχωρήσει σε αλλαγή του τρόπου αξιολόγησης διεταιρικών εγγυημένων δανειακών υποχρεώσεων αξίας 220 δισ. δολαρίων.

Αναφορές του διεθνούς Τύπου θεωρούν βέβαιο ότι σε ανάλογες κινήσεις θα προχωρήσουν και οι άλλες δύο, και ισχυρότερες της Fitch, αμερικανικές εταιρείες. ”Πρέπει να βρούμε έναν τρόπο ώστε να διασφαλίσουμε στο μέλλον ότι οι επενδυτές λαμβάνουν πληροφόρηση και από άλλες πηγές”, παραδέχεται σε δηλώσεις του ο πρόεδρος της Moody’s, κ. Ρέι Μακ Ντάνιελ.

Βέβαια, η καταστροφή έχει ήδη γίνει αφού πριν από το ξέσπασμα της κρίσης χρεόγραφα που βασίζονταν σε ενυπόθηκο χρέος υψηλού ρίσκου, που χορηγήθηκε σε δανειολήπτες με χαμηλή φερεγγυότητα, είχαν λάβει υψηλότατη αξιολόγηση.

Προς το παρόν, πάντως, δεν έχουν δοθεί λεπτομέρειες σχετικά με τις αλλαγές που δρομολογούνται από τους οίκους πιστοληπτικής αξιολόγησης. Αναλυτές θεωρούν ότι η Moody’s, η Standard & Poor’s και η Fitch θα πρέπει, και ως κίνηση καλής θέλησης, να λάβουν υπόψη τους τις προτάσεις της διεθνούς Ομοσπονδίας Επιτροπών Κεφαλαιαγοράς IOSCO, που τους ζητά να αποκαλύψουν τις υποθέσεις δομημένων προϊόντων, να μη συμμετέχουν πλέον σε δομημένα προϊόντα που οι ίδιες αξιολογούν και να παρέχουν καλύτερη πληροφόρηση στο επενδυτικό κοινό.

* Αναδημοσίευση από το φύλλο 517 της εφημερίδας ”ΜΕΤΟΧΟΣ & ΕΠΕΝΔΥΣΕΙΣ”, 15/02 - 19/02/2008

ΣΧΟΛΙΑ ΧΡΗΣΤΩΝ

blog comments powered by Disqus
v