Ένα νέο έτος ξεκίνησε και παλαιά προβλήματα συνεχίζουν να επανέρχονται στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η εορταστική περίοδος ήταν ιδιαίτερα σύντομη για τους ευρωπαίους πολιτικούς, και αν το πρώτο Σαββατοκύριακο του έτους αποτελεί ένδειξη, το 2015 θα είναι μια ακόμα χρονιά αστάθειας για την Ευρώπη.
Περισσότερα από έξι χρόνια μετά το ξέσπασμα της κρίσης, η Ευρώπη για μια ακόμα φορά σκέφτεται αν η Ελλάδα θα φύγει (ή αν θα πρέπει να φύγει) από την ευρωζώνη. Στις 3 Ιανουαρίου το γερμανικό περιοδικό Der Spiegel έγραψε πως το Βερολίνο θεωρεί ότι αν ο ΣΥΡΙΖΑ κερδίσει στις ελληνικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου και προσπαθήσει να επαναδιαπραγματευτεί το χρέος της χώρας, η Αθήνα πιθανότατα θα πρέπει να φύγει από την ευρωζώνη. Το δημοσίευμα ανέφερε όμως και πως η γερμανική κυβέρνηση πιστεύει πως η νομισματική ένωση είναι πιο προετοιμασμένη τώρα να αντέξει ένα Grexit, απ' όσο ήταν πριν. Άλλες χώρες της κρίσης, όπως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, έχουν επιστρέψει στην ανάπτυξη, η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει ένα μόνιμο ταμείο διασώσεων προκειμένου να αντιμετωπίσει πιθανές κρίσεις και οι τράπεζες έχουν «καθαρίσει» τους ισολογισμούς τους.
Εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης αρνήθηκε να σχολιάσει το άρθρο, δήλωσε όμως πως το Βερολίνο αναμένει η όποια νέα κυβέρνηση στην Αθήνα να τηρήσει τις δεσμεύσεις της έναντι της ΕΕ και του ΔΝΤ. Ο αντικαγκελάριος της Γερμανίας, Sigmar Gabriel, δήλωσε πως η Γερμανία θέλει η Ελλάδα να παραμείνει στην ευρωζώνη, όμως η αποχώρηση της Ελλάδας δεν θα ήταν τόσο τραγική σήμερα όσο θα ήταν κατά το παρελθόν.
Το Βερολίνο στέλνει πολιτικά μηνύματα τόσο στο εγχώριο κοινό όσο και στο κοινό του εξωτερικού. Λέει στους Έλληνες ψηφοφόρους και τους πολιτικούς ότι η έξοδος από την ευρωζώνη είναι μια πραγματική πιθανότητα αν ο ΣΥΡΙΖΑ πιέσει για αναδιαπραγμάτευση του ελληνικού χρέους. Παράλληλα, λέει στους Γερμανούς φορολογούμενους ότι τα χρήματά τους δεν θα δοθούν σε μια χώρα που αρνείται να εισαγάγει μεταρρυθμίσεις. Η γερμανική κυβέρνηση αγωνίζεται να βρει μια ισορροπία μεταξύ της ανάγκης να διατηρήσει την ευρωζώνη και της ανάγκης να διασφαλίσει ότι οι Ελληνικές αρχές θα τηρήσουν τις υποσχέσεις τους. Αυτός ακριβώς ήταν ο αγώνας που αντιμετώπισε το Βερολίνο μεταξύ του 2010 και του 2012, όταν η Αθήνα έλαβε δυο δάνεια διάσωσης και της επετράπη από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΔΝΤ να αναδιαρθρώσει το χρέος της.
Ο Gabriel μπορεί να έχει δίκιο όταν λέει πως ο κίνδυνος μετάστασης είναι κάπως χαμηλότερος απ' ότι ήταν το 2011 ή το 2012. Όμως, ως ο βασικός συνεισφέρων στις διασώσεις της ευρωζώνης, η Γερμανία θα είναι μεταξύ των μεγαλύτερων θυμάτων μιας ελληνικής χρεοκοπίας. Το σημαντικότερο είναι ότι το Βερολίνο ανησυχεί για τις πολιτικές και ψυχολογικές επιπτώσεις που θα είχε μια έξοδος της Ελλάδας από την ευρωζώνη. Αν η Ελλάδα αποχωρήσει, θα μπορούσαν να την ακολουθήσουν και άλλοι. Σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης της Ισπανίας και της Ιταλίας, δημοφιλή πολιτικά κόμματα κάνουν εκστρατεία υπέρ της αναδιάρθρωσης χρέους και της αποχώρησης από το ευρώ. Άπαξ και σπάσει το ταμπού της εξόδου από το ευρώ, οι συνέπειες είναι αδύνατον να προβλεφθούν.
Θα μπορούσε να υποστηριχθεί πως το Βερολίνο «είδε την μπλόφα» των Ελλήνων πολιτικών. Όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, η νυν ελληνική κυβέρνηση έχει επανειλημμένως χρησιμοποιήσει την απειλή της χρεοκοπίας και το Βερολίνο θέλει οι Έλληνες να γνωρίζουν πως είναι προετοιμασμένο να πληρώσει το τίμημα της αποχώρησης της Ελλάδας από τη νομισματική ένωση. Όμως, ακόμα και αν η Γερμανία πιέζει την Αθήνα, υπάρχει ένα γεγονός που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί: το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο και θα συνεχίσει να δημιουργεί προβλήματα για την ευρωζώνη.
Η Ισπανία παρακολουθεί στενά την κατάσταση. Η χώρα θα διενεργήσει εκλογές μέχρι το τέλος του έτους και η συντηρητική κυβέρνηση της Μαδρίτης έχει να αντιμετωπίσει την άνοδο του Podemos, του αριστερού κόμματος που μοιράζεται τις απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ σε ότι αφορά τη λιτότητα και το χρέος. Ορισμένοι τομείς της ισπανικής κυβέρνησης θεωρούν πως μια νίκη του ΣΥΡΙΖΑ θα οδηγούσε σε πολιτικό και οικονομικό χάος στην Ελλάδα, πλήττοντας εμμέσως και την δημοτικότητα του Podemos.
Το πρώτο Σαββατοκύριακο του έτους «πρόσφερε» επίσης μια ματιά στο παρασκήνιο της πολιτικής κατάστασης στη Βρετανία. Στις 4 Ιανουαρίου ο πρωθυπουργός David Cameron είπε πως «ευχαρίστως» θα πραγματοποιήσει νωρίτερα δημοψήφισμα για την συμμετοχή της Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, εάν το κόμμα του κερδίσει στις γενικές εκλογές του Μαΐου (το δημοψήφισμα έχει προγραμματιστεί για τα τέλη του 2017). Οι εκλογές πιθανότατα θα οδηγήσουν σε μια κατακερματισμένη Βουλή και σε δύσκολες διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης. Όπως στην Ελλάδα και την Ισπανία, το δικομματικό σύστημα βρίσκεται σε κρίση στο Ηνωμένο Βασίλειο, και η συντηρητική κυβέρνηση δεν μπορεί να αποκλείσει μια συνεργασία με το ευρωσκεπτικιστικό UKIP.
Οι δηλώσεις του Cameron είχαν στόχο να κρατήσουν «ανοικτή την πόρτα» για κάποιου είδους μετεκλογική συνεργασία με το UKIP, αλλά και να καθησυχάσουν τις ευροσκεπτικιστικές ομάδες του Συντηρητικού κόμματος και να φέρουν την Ευρωπαϊκή Ένωση στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων. Τα περισσότερα από τα αιτήματα της Βρετανίας, που περιλαμβάνουν την μεταρρύθμιση στους κανόνες για την μετανάστευση και την ανάκτηση της εθνικής κυριαρχίας της χώρας, θα χρειαστούν αλλαγές στην ευρωπαϊκή συνθήκη, κάτι στο οποίο αντιτίθεται η Γερμανία. Ο Cameron συναντήθηκε στις 7 Ιανουαρίου με την καγκελάριο Angela Merkel και συζήτησαν –μεταξύ άλλων- τους τρόπους με τους οποίους μπορεί να παραμείνει η στην Ένωση η Βρετανία χωρίς να γίνουν σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην ηπειρωτική Ευρώπη. Ένα είναι πάντως βέβαιο: οι Ευρωπαϊκές συνθήκες δεν πρόκειται να αλλάξουν πριν το 2017.
Οι κινήσεις που έγιναν εκείνο το Σαββατοκύριακο στη Γερμανία, την Ελλάδα, την Ισπανία και τη Βρετανία δείχνουν πως ο φόβος είναι μια από τις ισχυρότερες δυνάμεις που συγκρατούν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Σε ορισμένες περιπτώσεις υπάρχει βαθύτατος φόβος των άγνωστων συνεπειών που θα έχει μια αποχώρηση από το ευρώ, τόσο για τη χώρα που θα αποχωρήσει όσο και για τις χώρες που θα μείνουν πίσω. Σε άλλες, υπάρχει ο φόβος νέες πολιτικές δυνάμεις να αντικαταστήσουν τις παραδοσιακές ελίτ που έχτισαν το Ευρωπαϊκό project. Στις 5 Ιανουαρίου, εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής δήλωσε πως η συμμετοχή στην ευρωζώνη είναι «μη αναστρέψιμη».
Η δήλωση ήταν ένας συνδυασμός ευσεβούς πόθου και φόβου για το άγνωστο. Το χρέος, τα προγράμματα οικονομικής βοήθειας και η συμμετοχή σε διεθνείς οργανισμούς είναι ουσιαστικά συμβόλαια, και τα συμβόλαια μπορούν να λήξουν εάν ένας από τους υπογράφοντες αισθανθεί πως η τήρηση της συμφωνίας έχει μεγαλύτερο κόστος από το «σπάσιμο» της.