Πρόκειται για ένα μικρό διάλειμμα, για να ξαποστάσει, ή πλέον η γερμανική μηχανή θα πρέπει να προσαρμοστεί σε χαμηλότερες στροφές; Η πρόσφατη αναθεώρηση των στόχων για την ανάπτυξη που έκανε η γερμανική κυβέρνηση, σύμφωνα με την οποία οι φετινοί ρυθμοί θα πέσουν στο 1,2% (από 1,8%) και το 2015 σε 1,3% (από 2%), μπορεί να εκληφθούν ως δημόσια ομολογία της ύπαρξης προβλημάτων. Το ερώτημα είναι αν πρόκειται για προβλήματα που έχουν παροδικό χαρακτήρα ή αν πρόκειται για την απαρχή μίας πορείας ανατροπής του μοντέλου των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών.
Το σίγουρο είναι ότι το νέο περιβάλλον που διαμορφώνεται στην παγκόσμια οικονομία μπορεί να δικαιολογήσει την αναθεώρηση προς τα κάτω. Για μία εξωστρεφή οικονομία, όπως η γερμανική, η επιβράδυνση της ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και η συρρίκνωση της ρωσικής αγοράς εξαιτίας των κυρώσεων μπορούν να ερμηνεύσουν σε σημαντικό βαθμό την αναθεώρηση προς τα κάτω των στόχων για την ανάπτυξη.
Η αλήθεια είναι ότι ο Τζόζεφ Στίγκλιτς, μόλις τον Αύγουστο είχε προειδοποιήσει για το ενδεχόμενο αυτό. «Η ευρωζώνη απειλείται από μακροχρόνια ύφεση, που μπροστά της θα ωχριούν οι χαμένες δεκαετίες της Ιαπωνίας», είχε δηλώσει μόλις τον Αύγουστο, θεωρώντας ότι «τώρα η μία χώρα μετά την άλλη ολισθαίνει στην κρίση και αυτό αποδεικνύει ότι είμαστε αντιμέτωποι με συστημικά σφάλματα».
Το σίγουρο είναι ότι η γερμανική οικονομία έχει να αντιμετωπίσει προβλήματα τα όποια η ίδια προκάλεσε. Το εμπορικό της πλεόνασμα, που έχει επιτευχθεί εις βάρος των αντίστοιχων ελλειμμάτων τρεχουσών συναλλαγών των ευρωπαϊκών χωρών που βρίσκονται σε κρίση και που προκάλεσε την ευρωπαϊκή κρίση, έχει οδηγήσει σε συρρίκνωση της ζήτησης από τις ευρωπαϊκές αγορές.
Τα σημαντικά κέρδη που είχαν τα προηγούμενα χρόνια οι γερμανικές επιχειρήσεις στράφηκαν σε επενδύσεις στο εξωτερικό, ενώ οι εγχώριες επενδύσεις έχουν ατονήσει σε άνευ προηγουμένου χαμηλά επίπεδα. Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και το δημογραφικό πρόβλημα, το οποίο χρόνο με το χρόνο μεγαλώνει, επηρεάζοντας σε σημαντικό βαθμό τόσο την εσωτερική ζήτηση όσο και τις δημόσιες δαπάνες. Τα στοιχεία αυτά που εμφανίζουν πολλές ομοιότητες με το ιαπωνικό μοντέλο ήταν η αιτία που ο νομπελίστας οικονομολόγος είχε πρόσφατα δηλώσει ότι η διαφαινόμενη κρίση στην ευρωζώνη θα είναι πολύ πιο σφοδρή από την κρίση της Ιαπωνίας που διήρκεσε δεκαετίες.
Το σίγουρο είναι ότι τα σημερινά δεδομένα για τη γερμανική οικονομία δεν αφήνουν πολλά περιθώρια αισιοδοξίας. Το γερμανικό μοντέλο των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, που βάσισε την οικονομική μεγέθυνση στις εξαγωγές για να πετύχει και να διαρκέσει στον χρόνο, προϋπέθετε αφενός ότι οι υπόλοιπες οικονομίες θα μεγεθύνονταν και αφετέρου ότι το εμπορικό πλεόνασμα θα διοχετευόταν στην εσωτερική αγορά.
Και οι δύο προϋποθέσεις αυτές ανατράπηκαν.
Μία ακόμα προϋπόθεση για την επιτυχία του μοντέλου ήταν και η διαμόρφωση των κατάλληλων γεωπολιτικών στρατηγικών, που θα ευνοούσαν τον εξωστρεφή προσανατολισμό της γερμανικής οικονομίας. Όμως οι πολιτικές που ακολουθήθηκαν οδήγησαν ουσιαστικά στη διατάραξη αυτής της ισορροπίας.
Στη δυτική Ευρώπη η εμμονή στην πολιτική της δημοσιονομικής ορθοδοξίας οδήγησε την Ευρώπη σε ύφεση. Στην ανατολική Ευρώπη, η εμπλοκή στην Ουκρανία προκάλεσε τις κυρώσεις και ήδη σπρώχνει τη Μόσχα στην αγκαλιά του Πεκίνου.
Η Κίνα, από την πλευρά της, άρχισε να προκαλεί προβλήματα σε πολλές μεγάλες γερμανικές επιχειρήσεις, ενεργοποιώντας τον νόμο περί ανταγωνισμού. Στις ΗΠΑ δημιουργήθηκε έντονος σκεπτικισμός λόγω των πολιτικών επιλογών του Βερολίνου, ενώ η πολιτική του ισχυρού ευρώ, συνεπής με την αντιπληθωριστική εμμονή, δυσκόλεψε την εισαγωγική διείσδυση και ώθησε τις γερμανικές επιχειρήσεις στην απόφαση να προχωρήσουν σε εξαγορές αμερικάνικων εταιρειών.
Σίγουρα είναι πολύ νωρίς για να βγάλει κάποιος συμπεράσματα για την πορεία της γερμανικής οικονομίας. Αλλά δεν είναι τόσο νωρίς για να διαπιστώσει ότι σήμερα υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να γίνει η πορεία αυτή ακανθώδης.
Πηγή: Premium.paratiritis.gr