Η εκπρόσωπος της Downing str., μεταφέροντας την αντίδραση του Πρωθυπουργού Κάμερον για τα πρόσφατα γεγονότα στη Γάζα, ήταν ξεκάθαρη στις δηλώσεις της: "Ο Ντέιβιντ Κάμερον, σε συνομιλία που είχε το απόγευμα με τον Πρωθυπουργό του Ισραήλ Μπένιαμιν Νετανιάχου, καταδίκασε απερίφραστα τις επιθέσεις της Χαμάς εναντίον Ισραηλινών πολιτών και επιβεβαίωσε για μια ακόμα φορά τη σταθερή υποστήριξη της Βρετανίας στην Ισραηλινή κυβέρνηση, ενώ υπογράμμισε και το δικαίωμα του Εβραϊκού κράτους να προστατεύσει τον εαυτό του."Μπορεί να ξενίζει κάποιους η μονομέρεια των δηλώσεων της Βρετανίδας αξιωματούχου και ίσως επίσης κάποιοι να απορούν, γιατί δεν υπήρξε έστω μια χλιαρή προειδοποίηση προς την Ισραηλινή Κυβέρνηση, ότι υπονομεύει και αυτή τον διάλογο.
Όμως, αν κοιτάξουμε προσεκτικά την εξέλιξη του Μεσανατολικού ζητήματος, θα συμπεράνουμε ότι η συγκεκριμένη προσέγγιση είναι απόλυτα συμβατή με την ιστορική εμπειρία. H Βρετανία, από την ανακήρυξη του ανεξάρτητου κράτους του Ισραήλ το 1948, μέχρι και τα πιο πρόσφατα επεισόδια της Αραβο-Ισραηλινής διαμάχης, είχε σταθερά τον ίδιο προωθητικό ρόλο για τα Ισραηλινά συμφέροντα.
Ίδρυση του κράτους του Ισραήλ
Όλα ξεκίνησαν στις 2 Νοεμβρίου 1917, όταν ο Arthur Balfour, που είχε διατελέσει και Πρωθυπουργός της Βρετανίας (1902-1905), έστειλε επιστολή στο Λόρδο Rothchild, επιφανή Εβραίο της εποχής, στην οποία σημείωνε μεταξύ άλλων ότι "η Βρετανική Κυβέρνηση θα προωθούσε το αίτημα ίδρυσης ενός εθνικού Εβραϊκού κράτους στην περιοχή της Παλαιστίνης" και ότι θα έδινε τον καλύτερό της εαυτό για την επίτευξη αυτού του στόχου. Η διακήρυξη του Balfour (Balfour Declaration) δεν ήταν μια απλή επιστολή στην οποία ο Βρετανός πολιτικός εξέφραζε κάποιες προσωπικές θέσεις ή επιθυμίες. Αντίθετα, υπήρξε το βασικό κείμενο το οποίο συμπεριλήφθηκε στη συμφωνία για την Διοίκηση της Παλαιστίνης από τους Βρετανούς την περίοδο του μεσοπολέμου, ενώ επικυρώθηκε και από την Κοινωνία των Εθνών.
Αργότερα, μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η Βρετανία άρχισε να αναθεωρεί το μοντέλο της αποικιοκρατίας. Tο 1947 η Βρετανική Διοίκηση εγκαταλείπει την Παλαιστίνη και ανοίγει ο δρόμος για την de facto αναγνώριση του Ισραήλ. Το 1950, η Βρετανία αναγνωρίζει και de jure τη ύπαρξη του κράτους του Ισραήλ.
Η κρίση του Σουέζ
Το καλοκαίρι του 1956, ο Πρόεδρος της Αιγύπτου Γκαμάλ Άμπντελ Νάσερ προέβη σε μια κίνηση που δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητη από τη διεθνή κοινότητα. Εφαρμόζοντας μια συνολική πολιτική εθνικοποιήσεων και αναδιανομής του πλούτου, προχώρησε και στην εθνικοποίηση της διώρυγας του Σουέζ, που αποτελεί ίσως το πιο σημαντικό θαλάσσιο "πέρασμα" στον πλανήτη. Η αντίδραση της Βρετανίας ήταν σφοδρή. Συνασπίστηκε τότε με δυνάμεις της Γαλλίας και του Ισραήλ και ξεκίνησε στρατιωτική εκστρατεία εναντίον της Αιγύπτου, η οποία τελικά αποτράπηκε με παρέμβαση των Ηνωμένων Εθνών.
Πολλοί ισχυρίζονται, ότι αυτή η παρολίγον σύγκρουση, είναι και το σημείο-κλειδί στις Βρετανο-ισραηλινές σχέσεις. Μέχρι τότε, το Ισραήλ ήταν μια "αδύναμη κρατική οντότητα" και Βρετανοί πολιτικοί παράγοντες, αμφέβαλαν για τη βιωσιμότητα του. Η έλλειψη εμπιστοσύνης στην ισχύ του νεοσύστατου τότε κράτους, άρθηκε το καλοκαίρι του 1956, όταν το Ισραήλ εμφανίστηκε ισχυροποιημένο, έχοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων στην περιοχή.
Οι Βρετανοί τότε έκριναν ότι το Ισραήλ είναι πλέον ο παράγοντας σταθερότητας που αναζητούσαν στη Μέση Ανατολή, ένα κράτος προσανατολισμένο στα δυτικά ιδεώδη και άρα στρατηγικός σύμμαχος στην περιοχή. Μάλιστα από το 1960, σαν αποτέλεσμα αυτής της ενίσχυσης των διμερών τους σχέσεων, Βρετανικά όπλα διοχετεύονταν συνεχώς στον Ισραηλινό στρατό.
Η μετα-Ψυχροπολεμική περίοδος
Η κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης και η διαδικασία ειρήνευσης που κατέληξε στις συμφωνίες του Όσλο, ήταν ευκαιρία για περαιτέρω σύσφιγξη των σχέσεων των δύο χωρών. Το καλό κλίμα υπήρχε ήδη από την δεκαετία του'80, όταν η Margaret Thatcher είχε προωθήσει το δόγμα για αναβάθμιση των διμερών σχέσεων σε όλα τα επίπεδα. Η εκλογή των Εργατικών και του Τόνι Μπλερ το 1997, δεν εμπόδισε τη συνέχιση αυτού του κλίματος. Η ισχυρή αντιπολίτευση που αντιμετώπισε το δίδυμο Μπλερ - Μπράουν μέσα στο ίδιο τους το κόμμα, δεν τους πτόησε. Τα στελέχη των Εργατικών με φιλο-παλαιστινιακά (και άρα αντι-ισραηλινά) αισθήματα, σταδιακά παραγκωνίστηκαν ή και διαγράφηκαν (Ben Bradshaw). Ο Μπλερ συντάχθηκε με τη σκληρή γραμμή Μπους και οι δυο μαζί έφτασαν στο σημείο το 2002 να ζητήσουν την παραίτηση Αραφάτ για το ναυάγιο των συνομιλιών στο Camp David.
Περίοδος Κάμερον
Ο Ντέιβιντ Κάμερον ουσιαστικά συνέχισε το έργο, από εκεί που το είχαν αφήσει οι προκάτοχοί του. Στην τελευταία του επίσκεψη στο Ισραήλ τον Μάρτιο του 2014, ο Βρετανός Πρωθυπουργός κλήθηκε να μιλήσει στο Κνέσετ. Εκεί, εξέφρασε την απόλυτη στήριξή του στην Κυβέρνηση του Ισραήλ, ενώ σε προσωπικό τόνο δήλωσε ότι "θα είναι πάντα σύμμαχος του Εβραϊκού κράτους". Δεν περιορίστηκε όμως μόνο στην παροχή στήριξης στο διπλωματικό επίπεδο. Γνωρίζοντας ότι οι εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών αυξάνονται συνεχώς (η Βρετανία είναι ο δεύτερος εμπορικός εταίρος του κράτους του Ισραήλ, με τις συναλλαγές τους να αγγίζουν τα 5.2 δις στερλίνες), ο Κάμερον μετέτρεψε την επίσκεψη σχεδόν αποκλειστικά σε εκστρατεία προώθησης των οικονομικών συμφερόντων των δύο χωρών.
Πράγματι λοιπόν, ο Ντέιβιντ Κάμερον και γενικά το Συντηρητικό κόμμα της Βρετανίας, αποδεικνύονται ως οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του Ισραήλ στο ρου της ιστορίας. Παρά τις κατά περιόδους παλινωδίες της Βρετανικής Κυβέρνησης λόγω των διαφορετικών κέντρων (Downing str., The Foreign and Commonwealth Office), που συμβάλλουν στη διαμόρφωση της εξωτερικής της πολιτικής, ο Νετανιάχου είναι πεπεισμένος ότι στην Ευρώπη έχει έναν παραδοσιακό φίλο και εταίρο, που δεν θα τον προδώσει στην δύσκολη στιγμή.
Ο Γ. Τσώτσιλ μιλώντας στην Βουλή αμέσως μετά την λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, περιέγραψε ακριβώς αυτήν την σχέση: "Κανείς δεν έχει βοηθήσει περισσότερο από εμάς (Συντηρητικό κόμμα) το Ισραήλ στην προσπάθειά να σταθεί στα πόδια του και να δημιουργήσει κράτος".
Βιβλιογραφία
1. Αχμέτ Νταβούτογλου, Το Στρατηγικό Βάθος: Η διεθνής θέση της Τουρκίας, Εκδόσεις Ποιότητα (2010)
2. Jοnathan Spyer, An Analytical and Historical Overview of British Policy Toward Israel, Global Research on International Affairs, (June 2004).
Πηγή: Premium.paratiritis.gr