Ο πόλεμος των τζιχαντιστών, που καθόρισε, αλλά και μπέρδεψε, την αμερικανική εξωτερική πολιτική την τελευταία δεκαετία, ξέσπασε και πάλι το β' τρίμηνο.
Σε μια προσπάθεια να ιδρύσουν ένα εμιράτο που ακόμα και ο Οσάμα μπιν Λάντεν θα μπορούσε να δει μόνο στα όνειρά του, οι τζιχαντιστές μαχητές έχουν εξαπλωθεί από τη Συρία μέχρι τη Μεσοποταμία. Όμως οι ΗΠΑ δεν είναι έτοιμες να συρθούν σε έναν ακόμα σεκταριστικό πόλεμο στον ισλαμικό κόσμο. Η Ουάσιγκτον δεν μπορεί να τερματίσει τον τζιχαντικό πόλεμο μέσω μιας άμεσης στρατιωτικής επέμβασης, ούτε όμως θέλει και να το ξαναπροσπαθήσει. Η αναταραχή δεν θα περιοριστεί στο Ιράκ, αφού οι αδύναμες κυβερνήσεις από τη Δαμασκό μέχρι τη Σαναά (Υεμένη) θα δυσκολευτούν να καταστείλουν το κάλεσμα των τζιχαντιστών στα όπλα.
Εφαρμόζοντας τα μαθήματα των πρόσφατων πολέμων, οι ΗΠΑ θα κρατήσουν αποστάσεις από τη σύγκρουση αυτή.
Όμως, θα χρησιμοποιήσουν την ανταλλαγή πληροφοριών και τη στρατιωτική στήριξη για να ενισχύσουν τις γηγενείς δυνάμεις προκειμένου να απομακρυνθούν οι σουνίτες από τις πολύ πιο φιλόδοξες και καταστροφικές ομάδες τζιχαντιστών. Καθώς θα συνεχίζεται ο πόλεμος των τζιχαντιστών, ο κόσμος θα δει ότι το θέμα δεν αφορά πλέον μόνο αυτούς και τις ΗΠΑ. Καθώς η προσοχή τους θα είναι στραμμένη σε μεγαλύτερες προκλήσεις εξωτερικής πολιτικής σε άλλους τομείς, οι ΗΠΑ θα βασιστούν σε περιφερειακούς παίκτες για να διαχειριστούν την ισορροπία δυνάμεων στη Μέση Ανατολή.
Στοιχείο-κλειδί της στρατηγικής αυτής είναι να υπάρξει κάποιος διακανονισμός μεταξύ ΗΠΑ και Ιράν. Δεν θα δούμε αυτό το τρίμηνο κάποια περιεκτική συμφωνία, όμως καθώς οι συγκρούσεις στο Ιράκ γίνονται ένας ακόμα λόγος για συνεργασία μεταξύ της Ουάσιγκτον και της Τεχεράνης, σίγουρα θα υπάρξει πρόοδος.
Αν και η Ρωσία έχει προσπαθήσει να κρατήσει «απασχολημένες» τις ΗΠΑ με τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, δεν έχει καταφέρει να εκτροχιάσει τις διαπραγματεύσεις ΗΠΑ - Ιράν. Η Μόσχα μπορεί επίσης σύντομα να προσπαθήσει να αποσπάσει την προσοχή της Ουάσιγκτον στο Ιράκ, όμως η εμπλοκή της Ρωσίας στην περιοχή δεν θα αποτρέψει την Αμερική από το να στρέψει τη στρατηγική προσοχή της στις περιοχές της πρώην Σοβιετικής Ένωσης.
Το επόμενο τρίμηνο, η αναμέτρηση ΗΠΑ - Ρωσίας δεν θα είναι τόσο θορυβώδης όσο τα γεγονότα στη Μέση Ανατολή. Όπως προέβλεψε το Stratfor το β' τρίμηνο, οι περιορισμοί τόσο στην Ουάσιγκτον όσο και στη Μόσχα έχουν οδηγήσει σε σταθεροποίηση της αντιπαράθεσής τους. Η Ρωσία θα διατηρήσει την επιλογή της αύξησης ή μείωσης της πίεσης στα σύνορά της με την Ευρώπη, όμως, θα είναι πιο συγκρατημένη αυτό το τρίμηνο καθώς θα προσπαθεί να «χωρίσει» τις ΗΠΑ από τους Ευρωπαίους εταίρους και να διορθώσει μέρος της ζημιάς που έχει προκληθεί στη ρωσική οικονομία. Η Ρουμανία και η Πολωνία είναι οι Ευρωπαίοι παίκτες-κλειδιά που θα πρέπει να παρακολουθούμε, καθώς οι ΗΠΑ θα προσπαθούν να δημιουργήσουν μια περιφερειακή συμμαχία ως αντίβαρο στη Ρωσία.
Για την ώρα, η Μέση Ανατολή θα συνεχίσει να απασχολεί τα πρωτοσέλιδα, όμως το Stratfor εξακολουθεί να παρακολουθεί την υπαρξιακή διαμάχη στην Ευρώπη ως προς το πώς να ισορροπήσει την εθνική κυριαρχία και την ενοποίηση της Ε.Ε. σε μια περίοδο κρίσης. Το ερώτημα αυτό θα βρίσκεται στην καρδιά της διαμάχης για τους διορισμούς στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή αυτό το τρίμηνο. Η πολιτική διαδικασία φαίνεται κάπως τετριμμένη για τους παρατηρητές εκτός Ευρώπης, όμως η διαμάχη αυτή παραπέμπει σε έναν μελλοντικά βαθύτερο διχασμό.
Την ίδια ώρα, η Ρωσία θα συνεχίσει να βαθαίνει τις στρατηγικές σχέσεις της με την Ασία, προκειμένου να προστατευθεί από την Ευρώπη, αλλά και για να περιπλέξει το συμμαχικό δίκτυο των ΗΠΑ στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού. Εκμεταλλευόμενη αυτήν την περίοδο, όπου η προσοχή των ΗΠΑ είναι στραμμένη αλλού, η Κίνα θα λάβει επιπλέον μέτρα για να ενισχύσει τη θέση της στη Νότια Θάλασσα, σε βάρος του Βιετνάμ και των Φιλιππίνων. Το Πεκίνο θα προσπαθήσει να αποφύγει μια άμεση στρατιωτική σύγκρουση, ωστόσο θα αυξήσει τον κίνδυνο ακούσιων συγκρούσεων.
Εν τω μεταξύ, η Λατινική Αμερική συνεχίζει να ακολουθεί ένα πιο δυναμικό μονοπάτι. Ο εξελισσόμενος διάλογος ΗΠΑ-Κούβας δημιουργεί προοπτικές για εξομάλυνση των σχέσεων μεταξύ των ΗΠΑ και της Βενεζουέλας μελλοντικά. Η Κολομβία διατηρεί την προσοχή των επενδυτών καθώς συνεχίζει τις ειρηνευτικές συνομιλίες, ενώ η Αργεντινή αγωνίζεται να διευθετήσει το χρέος της, με το βλέμμα στραμμένο σε μια πιο σοβαρή μεταρρύθμιση στον τομέα της ενέργειας.