Η κινεζική κυβέρνηση ανακοίνωσε την περασμένη Δευτέρα ότι ο ρυθμός ανάπτυξης της χώρας επιβραδύνθηκε για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο φτάνοντας στο επίπεδο του 7,5%. Τα επίσημα στοιχεία ήταν εντός των προσδοκιών και έγιναν δεκτά με ικανοποίηση από τις διεθνείς αγορές. Σχετίζονται δε με τις προσπάθειες του Πεκίνου να μετριάσει τις παγκόσμιες προσδοκίες καθώς σταδιακά κινείται προς ένα περισσότερο βιώσιμο οικονομικό μοντέλο. Ωστόσο, πολύ περισσότερο σημαντικές από την όποια υποχώρηση των ρυθμών ανάπτυξης θα είναι αργότερα φέτος οι αποφάσεις του Κεντρικού Οικονομικού Συνεδρίου, όπου η πολιτική ελίτ της Κίνας θα δώσει τον τόνο της οικονομικής πολιτικής της.
Η Κίνα εμφανίζεται να αποτυγχάνει στις προσπάθειές της να εμφανίσει σημάδια οικονομικής ωριμότητας, ειδικά υπό το πρίσμα της διεθνούς ύφεσης και του γενικότερου σκεπτικισμού για τα στοιχεία που ανακοινώνει το ίδιο το Πεκίνο. Οι εκκλήσεις προς το Πολιτικό Γραφείο για χαλάρωση της δέσμευσής του περί σκληρής αναδιάρθρωσης και για ανάληψη μέτρων ανακούφισης προκάλεσαν ανησυχίες για ανώμαλη προσγείωση. Μια τέτοια κίνηση ίσως έδινε προσωρινά ανάσα από τα οικονομικά προβλήματα, όμως ενδεχομένως να έχει και αρνητικά αποτελέσματα σε ό,τι αφορά τις προσπάθειες της χώρας για μεταρρυθμίσεις.
Η αναπόφευκτη αλήθεια είναι ότι το αναπτυξιακό μοντέλο που υπηρέτησε η Κίνα την περασμένη δεκαετία δεν είναι πλέον βιώσιμο. Αυτή η πραγματικότητα μπορεί να είναι επικίνδυνη για μια χώρα τόσο συνδεδεμένη με τις ξένες επενδύσεις και τη χαμηλή ανεργία όσο ο ασιατικός γίγαντας. Η ηγεσία της εστιάζει τις προσπάθειές της στο να επανασχεδιάσει τις προοπτικές της χώρας μετά από τα χρόνια της ιλιγγιώδους ανάπτυξης. Αυτό φανερώνει την πρόθεσή της να φέρει σε πέρας δομικές αλλαγές ώστε να τονώσει την οικονομία της που προς ώρας έχει να αντιμετωπίσει την υπερφόρτωση, την ανεπάρκεια και τα πρώτα δείγματα χρηματοοικονομικής ασθένειας.
Εν τω μεταξύ, η χρηματοοικονομική κρίση της Ευρώπης δεν δείχνει στοιχεία κάμψης, ενώ στις ΗΠΑ η ανάκαμψη εξακολουθεί να εμφανίζει μέτριες επιδόσεις. Για τον λόγο αυτό, η Κίνα θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι ένα σημαντικό κομμάτι της εξωτερικής ζήτησης, που παλιά στήριζε την οικονομία της, δεν θα είναι εκεί. Τα δεδομένα αυτά θα επιδεινωθούν από την εξάντληση της δεξαμενής φθηνού και προσβάσιμου εργατικού δυναμικού στις ακτές της και τις τεράστιες προκλήσεις που συνεπάγεται η απόπειρα ανάπτυξης του εσωτερικού της.
Η αυξημένη εσωτερική κατανάλωση είναι η εναλλακτική του μοντέλου εξαγωγών που φθίνει. Ωστόσο, οι δομικές μεταρρυθμίσεις που προώθησε το Πεκίνο λειτούργησαν περιοριστικά. Παρά τις προσπάθειες της ηγεσίας να χτιστεί μια ισχυρή καταναλωτική βάση στην Κίνα, η μέση κατανάλωση μειώθηκε, καθώς οι ανισορροπίες στην κατανομή του πλούτου επιτάθηκαν. Η αγοραστική δύναμη της μεσαίας τάξης της χώρας, που διανύει τη νηπιακή της ηλικία, συρρικνώνεται.
Επιπρόσθετα, η πορεία της Κίνας προς ένα μοντέλο εσωτερικής κατανάλωσης επιβραδύνθηκε από τις επί μακρόν εκκρεμούσες κοινωνικές προκλήσεις. Για παράδειγμα, το hukou, το σύστημα πληροφοριών για τα κινεζικά νοικοκυριά, εμποδίζει αυτούς που συνέρρευσαν στις αστικές περιοχές από την επαρχία να έχουν πρόσβαση σε κοινωνικές υπηρεσίες των πόλεων, καθυστερώντας έτσι τις διαδικασίες αστικοποίησης - σημείο κλειδί για την εγχώρια κατανάλωση. Άλλο ένα θέμα είναι το υποανάπτυκτο σύστημα πρόνοιας της Κίνας που αναγκάζει τους ανθρώπους να δεσμεύουν ένα υπολογίσιμο ποσοστό του εισοδήματός τους ως ασφάλεια για σύνταξη και νοσηλεία. Με τον τρόπο αυτόν αποθαρρύνονται από την «εύκολη» δαπάνη και επιβραδύνεται η ανάπτυξη της εγχώριας οικονομίας.
Αυτοί οι δύο παράγοντες παίζουν σημαντικό ρόλο στη διόγκωση της ανισορροπίας του πλούτου, η οποία πρέπει να αντιμετωπιστεί αν πρόκειται να υπάρξει μια σταθερή οικονομία εντός συνόρων.
Ένας πιο οξύς κίνδυνος στη χρηματοοικονομική κατάσταση της χώρας είναι η συρρίκνωση του αναπτυξιακού μοντέλου που στηρίζεται στον δανεισμό. Αυτό χαρακτηρίζεται από φούσκα στο real estate και από αυξανόμενο ρίσκο για τα χρηματοοικονομικά ιδρύματα της χώρας. Θα είναι οδυνηρό για την ηγεσία να απομακρυνθεί από το παλιό μοντέλο ανάπτυξης, την ίδια ώρα που ευελπιστεί για το καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα στο πλαίσιο ενός διορθωτικού κύκλου χαμηλότερων ρυθμών.
Το Πεκίνο έχει δύο επιλογές: Είτε να επιτρέψει στη φούσκα να συνεχίσει να διογκώνεται, ρισκάροντας ένα σοβαρό περιστατικό κρίσης στο μέλλον, είτε να επιβάλει επώδυνες δομικές μεταρρυθμίσεις. Οι αποφάσεις του τελευταίου μήνα της People's bank Of China να μη διοχετεύσει ρευστότητα στην οικονομία μετά από μια αύξηση στα διατραπεζικά επιτόκια δανεισμού καταδεικνύει ότι η νέα ηγεσία του Πεκίνου τείνει προς το δεύτερο.
Ωστόσο, η περικοπή της ρευστότητας και της χρηματοδότησης των περιφερειακών διοικήσεων μπορεί να οδηγήσει σε κύμα χρεοκοπιών, σε αύξηση της ανεργίας και σε κοινωνική αστάθεια.
Η απόφαση του Πεκίνου έναντι αυτών των μεταρρυθμίσεων είναι πιθανό να δοκιμαστεί εν όψει του Κεντρικού Οικονομικού Συνεδρίου, καθώς οι σημαντικές επιχειρηματικές χρεοκοπίες και οι μαζικές απολύσεις προστίθενται στα καλέσματα για προσωρινή ανάσα στη χρηματοοικονομική και νομισματική χαλάρωση.