Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Όταν η χώρα σου κυριολεκτικά φλέγεται, μπορείς να αδιαφορήσεις; Όταν η ακρίβεια στερεί από πολλούς ακόμη και τα στοιχειώδη, είναι δυνατόν να το αγνοήσεις; Όταν άνθρωποι χάνουν τη ζωή τους στον βωμό της οπαδικής βίας, μπορείς να στρέψεις το βλέμμα σου αλλού;
Αυτή, όμως, είναι η καθημερινότητα. Αυτά είναι ορισμένα από τα θέματα που μας απασχολούν ημέρα με την ημέρα και επηρεάζουν τις ζωές όλων μας ή εντέλει των περισσοτέρων. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, όμως, αδυνατούμε συχνά να κοιτάξουμε πέρα από τον ορίζοντα. Αδυνατούμε να δούμε αυτά που αναπόδραστα θα βρούμε κάποια στιγμή μπροστά μας και στα οποία οφείλουμε σήμερα να εστιάσουμε, γιατί αύριο, είναι βέβαιον, θα είναι πολύ αργά.
Έτσι, λοιπόν, στον απόηχο αυτού του καλοκαιριού και ενώ η στήλη ετοιμάζεται να αποσυρθεί επ’ ολίγον, ίσως θα ήταν χρήσιμο να “δούμε” αυτά για τα οποία δεν συζητήσαμε, ούτε προεκλογικά, ούτε μετεκλογικά, ούτε ακόμη και σήμερα, υπό το βάρος της καθημερινότητας.
Όσο λοιπόν τη σκέψη πολλών στο οικονομικό γίγνεσθαι απασχολεί η υπόθεση της ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας από την Ελλάδα ή αυτών που θα πει σε λίγες εβδομάδες ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στη ΔΕΘ, θα ήταν ίσως χρήσιμο να φέρουμε στο μυαλό μας ζητήματα ιδιαζόντως ελληνικά, όπως το δημογραφικό και η γήρανση του πληθυσμού ή ακόμη και ζητήματα παγκόσμια όπως η κλιματική κρίση, που ήδη έχει βαριές επιπτώσεις και στην Ελλάδα, αλλά για τα οποία η συζήτηση εμφανίζεται να έχει κοπάσει, τουλάχιστον πρόσκαιρα.
Όπως βεβαίως, οφείλουμε να συζητήσουμε, όσο κι αν οι συμφωνίες με εταίρους και δανειστές μας επιτρέπουν να το βγάλουμε επί του παρόντος από το μυαλό μας, για το ζήτημα του χρέους. Και τούτο, καθώς οι ρυθμίσεις που μας επιτρέπουν να το εξυπηρετούμε φθηνότερα έχουν ημερομηνία λήξης. Κρίσιμη παράμετρος στην όλη υπόθεση παραμένει βεβαίως, όπως μας θυμίζει κατά καιρούς και η Τράπεζα της Ελλάδος, να έχουμε καταφέρει να διατηρήσουμε από το 2033 έως το 2060, μέσο ρυθμό ανάπτυξης 1,8% και πρωτογενές πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ. Κάτι που φαντάζει αν όχι απολύτως δυσχερές τουλάχιστον δύσκολο, καθώς η μέση μακροπρόθεσμη ανάπτυξη εκτιμάται περί το 1% ετησίως.
Όπως μας θύμισε πρόσφατα και η φιλτάτη Scope, οι “κίνδυνοι” είναι πολλοί:
Πρώτον, ο κίνδυνος οπισθοδρόμησης από τις μεταρρυθμίσεις που μας έβγαλαν από την κρίση. Κίνδυνος υπαρκτός και ορατός, υπό το πρίσμα δυνητικών πολιτικών εξελίξεων αλλά και πιέσεων του πελατειακού κράτους.
Δεύτερον, ο κίνδυνος της χαμηλής ανάπτυξης και του ρόλου που αυτή διαδραματίζει στο ζήτημα της βιωσιμότητας του χρέους.
Τρίτον, οι κίνδυνοι ενώπιον των οποίων βρίσκεται η ελληνική οικονομία και ειδικά κλάδοι όπως ο Τουρισμός ή ο πρωτογενής τομέας, εξαιτίας των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής. Σύμφωνα με μελέτη της Τραπέζης της Ελλάδος την οποία μνημονεύει και η Scope αυτό το κόστος υπολογίζεται από 577 δισ. ευρώ έως 701 δισ. ευρώ για την ελληνική οικονομία έως το 2100. Με άλλα λόγια, δύο ή και περισσότερο από τρεις φορές το σημερινό ΑΕΠ της χώρας.
Έτσι, λοιπόν, όταν θα ακούμε τον πρωθυπουργό της χώρας, τον φίλτατο Κυριάκο Μητσοτάκη να αναφέρεται στις οικονομικές προτεραιότητες της κυβέρνησής του, από το βήμα της ΔΕΘ, σε λίγες εβδομάδες, ας θυμηθούμε ότι το όλο ζήτημα δεν αφορά μόνον παροχές και μέτρα στήριξης.
Αφορά και μία σειρά από υπαρκτούς κινδύνους για τους οποίους πρέπει να δράσουμε σήμερα και όχι όταν αυτοί καταστούν γεγονότα… της καθημερινότητας.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.