Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η μεταστροφή της στάσης του Βερολίνου επί των ελληνο-τουρκικών, με την αναγνώριση ότι η Τουρκία όντως αμφισβητεί την ελληνική κυριαρχία και ότι τούτο δεν είναι δυνατόν να γίνει αποδεκτό -έναντι της πολιτικής των ίσων αποστάσεων που τηρούσε έως τώρα η Γερμανία-, μόλις μία ημέρα μετά τη συνάντηση Μητσοτάκη - Σολτς, δεν μπορεί παρά να αναγνωριστεί ως καρπός των προσπαθειών του Έλληνα πρωθυπουργού.
Αντίστοιχα, δεν είναι δυνατόν να παραγνωριστεί ότι την ίδια ημέρα, η εφημερίδα «Καθημερινή» έφερε στο φως δημοσίευμα που υπογράφει ο Βασίλης Νέδος και φέρει τον τίτλο «50 χρόνια τουρκικού επεκτατισμού μέσα σε 16 χάρτες», διαμέσου του οποίου καταδεικνύεται, κατά τρόπο εμπεριστατωμένο, η μεθοδικότητα και η συνεχής διεύρυνση των τουρκικών αξιώσεων, από το 1972 έως σήμερα.
Έτσι, λοιπόν, όσο θεάρεστη κι αν είναι η αλλαγή γραμμής πλεύσης εκ μέρους της Γερμανίας, φέρνει στην επιφάνεια ορισμένα ζητήματα.
Πρώτον, τη σημειολογία που συνοδεύει αυτή την αιφνίδια μεταστροφή και τη δυνητική αξία συμμάχων οι οποίοι μεταβάλλουν απόψεις σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Δεύτερον, ότι η πολιτική του κατευνασμού ή εντέλει της απραξίας που ακολούθησε η Ελλάδα για το μεγαλύτερο μέρος της Μεταπολίτευσης απλώς ενθαρρύνει τη γείτονα και δεν αποτελεί την προσήκουσα οδό αντιμετώπισης των αξιώσεών της.
Τρίτον, ότι ακόμη και για χώρες συμμάχους σε διεθνείς οργανισμούς όπως η ΕΕ και το ΝΑΤΟ απαιτούνται μεθοδικές και συντονισμένες ενέργειες για την προβολή των ελληνικών θέσεων, της βασιμότητάς τους έναντι του διεθνούς δικαίου και του δικαίου της Θάλασσας, όπως βεβαίως και της παραβατικής συμπεριφοράς της γείτονος. Ιδίως εάν διατηρούν στενούς οικονομικούς ή και πολιτικούς δεσμούς με αυτήν, όπως εν προκειμένω η Γερμανία.
Τέταρτον, ότι υπό το φως τόσο επίμονων και διαρκώς διογκούμενων διεκδικήσεων εκ μέρους της γείτονος, οι εξοπλισμοί αποτελούν μονόδρομο για τη χώρα μας, παρά την προφανή οικονομική αιμορραγία που συνεπάγονται για τα δημόσια οικονομικά. Τόσο ως μέσο άσκησης εξωτερικής πολιτικής όσο και για τη στιγμή που θα απαιτηθεί η χρήση τους στο πεδίο.
Η αξία όλων αυτών, δε, θα φανεί μόνο κατά την κρίσιμη ώρα. Θα κριθεί από τη στάση των συμμάχων μας, όπως βεβαίως και από τον βαθμό προετοιμασίας μας, ώστε να αντιμετωπίσουμε την όποια απειλή. Η ύπαρξη σθένους, ψυχικού και αμυντικού, θα κρίνει τα πράγματα.
Διότι, φίλτατοι, ας μην τρέφουμε αυταπάτες. Η Ελλάδα οφείλει να είναι πλήρως προετοιμασμένη.
Τις τελευταίες πέντε δεκαετίες η Τουρκία αυξάνει διαρκώς τις διεκδικήσεις της και πλέον απαιτεί ακόμη και εδαφικές παραχωρήσεις. Αποτελεί μία υπαρκτή απειλή και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται. Η διαχρονικότητα, δε, των αξιώσεών της δεν αφήνει αμφιβολία ότι πρόκειται για ένα φαινόμενο το οποίο δεν άπτεται της εκάστοτε πολιτικής ηγεσίας αυτής της χώρας.
Είτε παραμείνει στην εξουσία ο Ρ.Τ. Ερντογάν είτε όχι -πλην ελαχίστων εξαιρέσεων-, ουδεμία ουσιαστική αλλαγή θα υπάρξει στη στάση της Τουρκίας έναντι της χώρας μας, παρά μόνον επί το δυσμενέστερο.
Έτσι, λοιπόν, όσο ευχάριστα κι αν ήσαν τα νέα από το Βερολίνο, απλώς επιβεβαιώνουν όσα ήδη γνωρίζαμε για φίλους, εχθρούς και συμμάχους. Αφενός, ότι ο σύμμαχος την κρίσιμη ώρα φαίνεται και όχι κατόπιν «στενού μαρκαρίσματος» από την Ελλάδα, αφετέρου, ότι ο «πόλεμος» θα είναι μακρύς.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.