Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Σε μία «αποτελεσματική» δημοκρατία, εκεί δηλαδή όπου οι λόγοι και οι πράξεις των πολιτικών προσώπων τελούν υπό τη συνεχή αξιολόγηση του εκλογικού σώματος, ανέξοδη κριτική δεν υφίσταται. Οι πάντες κρίνονται και η κρίση επ’ αυτών εκφράζεται ατύπως και ενδεχομένως φωτογραφικά, μέσω των δημοσκοπήσεων και πάντως, με κάθε επισημότητα, στην κάλπη, όποτε κι αν αυτή στηθεί.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, όσο ευπρόσδεκτη κι αν είναι στο πλαίσιο της άσκησης κοινοβουλευτικού ελέγχου, η συζήτηση που θα διεξαχθεί σε επίπεδο Αρχηγών Κομμάτων, την Παρασκευή, 2 Απριλίου, κατόπιν αιτήματος της προέδρου του ΚΙΝΑΛ Φ. Γεννηματά, «σχετικά με την ανάγκη ενός αποτελεσματικού εθνικού σχεδίου αντιμετώπισης της πανδημίας και των επιπτώσεών της στην οικονομία», το κύριο ζητούμενό της θα όφειλε να είναι όχι μόνον η -αναμενόμενη- έκφραση κριτικής αλλά κυριότερα η διατύπωση προτάσεων.
Πώς, δηλαδή, θα μπορέσουμε να βγούμε μία ώρα αρχύτερα από την περιπέτεια στην οποία έχουμε εμπλακεί και πώς, αντίστοιχα, θα μπορέσουμε να σηκώσουμε νωρίτερα το κεφάλι από την οικονομική λαίλαπα που συνοδεύει την πανδημία και θα συνεχίσει να πλήττει τον τόπο και μετά από αυτήν.
«Μεταξύ μας», υπό το φως τόσων άλλων «κοκορομαχιών» ανάμεσα στους πολιτικούς αρχηγούς, πόσες είναι οι πιθανότητες να εξελιχθούν τα πράγματα προς αυτή την κατεύθυνση και πόσες να αποδειχθεί και αυτή η συζήτηση ακόμη μία ανταλλαγή ιαχών;
Υπό το φως, δε, της διχογνωμίας που υφίσταται ακόμη και μεταξύ μελών της επιστημονικής κοινότητας ως προς τα βήματα που πρέπει να ακολουθηθούν για την αντιμετώπιση της πανδημίας, πόσο πιθανό είναι να βγάλουν άκρη επί του συγκεκριμένου ζητήματος οι κυριότεροι πολιτικοί μας εκπρόσωποι;
Εάν, όμως, έχουν όντως έτσι τα πράγματα, τότε προς τι ο κόπος; Η απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα μπορεί να δοθεί μόνον «επί του πεδίου», την Παρασκευή, στις 10 και μισή το πρωί.
Στον βαθμό που ο πολιτικός κόσμος της χώρας εμφανιστεί προετοιμασμένος να εισέλθει σε μία διαδικασία με κατάληξη την αποκόμιση οφέλους για τους πολίτες αυτής της χώρας, τότε η συγκεκριμένη συζήτηση θα έχει δικαιώσει τους λόγους ύπαρξής της. Για την ακρίβεια, θα έχει ενισχύσει τον ρόλο που διαδραματίζουν οι συντελεστές της και τον τρόπο με τον οποίο αυτός εκτιμάται από το εκλογικό σώμα.
Ούτως ή άλλως, τόσο η αξιωματική αντιπολίτευση όσο και η λοιπή δεν φείδεται κριτικής σε καθημερινή βάση έναντι της κυβέρνησης. Για παράδειγμα, μόλις χθες, ο φίλτατος κ. Α. Τσίπρας, μιλώντας ενώπιον της κοινοβουλευτικής ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ, έκανε λόγο για «απόλυτο ερασιτεχνισμό στον σχεδιασμό της επιδημιολογικής επιτήρησης» και τόνισε ότι σήμερα έχουμε «οδηγηθεί σε ένα παρατεταμένο και αναποτελεσματικό lockdown πέντε μηνών, το πιο παρατεταμένο στην Ευρώπη, και ταυτόχρονα στην κατάρρευση των δημόσιων νοσοκομείων».
Έχει άδικο; Το ΚΙΝΑΛ, που ζήτησε τη συζήτηση της Παρασκευής, αναφερόμενο στην αποδοχή τέλεσής της από την κυβέρνηση, εκτίμησε ότι «χρειάστηκε να φθάσουμε σε τραγικές εικόνες στα νοσοκομεία και να αντιμετωπίζουν την απειλή λουκέτων οι επιχειρήσεις και της ανεργίας οι εργαζόμενοι, για να γίνει το αυτονόητο. Κάλλιο αργά παρά ποτέ όμως».
Όλα βέβαια θα κριθούν στην πράξη. Η συζήτηση της Παρασκευής μπορεί απλά να επιβεβαιώσει την εκτίμηση μεγάλου μέρους του εκλογικού σώματος για τους πολιτικούς του εκπροσώπους ή να τη διαψεύσει. Ας κρατάμε πάντως... μικρό καλάθι.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.