Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η πρόσφατη επίκληση του τουρκικού casus belli εκ μέρους του υπουργού Εξωτερικών Ν. Δένδια, ως τμήματος της ελληνικής διπλωματικής φαρέτρας με στόχο την επιβολή κυρώσεων κατά της γείτονος, κατά την επικείμενη ευρωπαϊκή Σύνοδο Κορυφής, είναι απολύτως χρήσιμη.
Όχι μόνο για τον εμπλουτισμό της ελληνικής επιχειρηματολογίας στην προσπάθεια επιβολής κυρώσεων κατά της Τουρκίας όσο, κυριότερα, για την υπόμνηση των λόγων για τους οποίους η χώρα μας επιδεικνύει μία πρόδηλη απουσία βούλησης στην άσκηση του κυριαρχικού δικαιώματός της να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα στο Αιγαίο ή στην Αν. Μεσόγειο έως τα 12 ν.μ. από το 1995, οπότε ενέκρινε η τουρκική Βουλή αυτή την «αιτία πολέμου», έως σήμερα.
Για την υπόμνηση, με άλλα λόγια, της ύπαρξης ισχυρής απειλής πολέμου εναντίον της χώρας μας, εκ μέρους μίας -θεωρητικώς- συμμάχου χώρας στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, για την οποία ελάχιστα είναι διατεθειμένοι να πράξουν είτε οι λοιποί σύμμαχοί μας στο Βορειοατλαντικό Σύμφωνο είτε οι εταίροι μας στην ΕΕ. Ως προς τους τελευταίους, δε, θα έχουμε αύριο Πέμπτη απτές αποδείξεις, για ακόμη μία φορά, ως προς την απροθυμία τους να επιβάλλουν κυρώσεις αποτελεσματικού χαρακτήρα κατά της Τουρκίας.
Υπό αυτό το πρίσμα και δεδομένης της συνεχούς κλιμάκωσης των τουρκικών προκλήσεων και του προφανούς ενδεχομένου αυτές να οδηγήσουν όντως σε εμπόλεμη σύρραξη, η Ελλάδα είναι -εκ των πραγμάτων- αναγκασμένη να καταλήξει σε δύο αποφάσεις.
Πρώτον, ως προς την ακριβή φύση των πραγμάτων έναντι της γείτονος και δεύτερον, ως προς την ταυτότητα των πραγματικών συμμάχων της. Με άλλα λόγια, να εξοικειωθεί με το ενδεχόμενο πολέμου και να αναζητήσει τους φυσικούς της συμμάχους, εκεί όπου αυτοί προκύπτουν, βάσει των κοινών εχθρών.
Η τουρκική επεκτατικότητα, δε, προσδιορίζει αυτούς τους δυνητικούς συμμάχους, ευχερώς.
Εκ των πραγμάτων, στο πλευρό της Ελλάδας και της Κύπρου βρίσκονται το Ισραήλ, δεδομένων και των κοινών ενεργειακών συμφερόντων, η Γαλλία, υπό το φως των απειλών που προβάλλουν για τα συμφέροντά της από τις βλέψεις -οθωμανικού χαρακτήρα- της Τουρκίας, η Αίγυπτος, για εν πολλοίς αντίστοιχους λόγους (επιπροσθέτως εκείνου των Αδελφών Μουσουλμάνων), ενδεχομένως η Ιορδανία και βεβαίως τα Η.Α.Ε., με τα οποία συνήψαμε εσχάτως και κοινή αμυντική συμφωνία.
Προφανές εμπόδιο, δε, στο ενδεχόμενο δημιουργίας συμμαχιών αυτού του είδους στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ, με την ένταξη της Κύπρου, της Αιγύπτου ή του Ισραήλ σε αυτό, είναι το τουρκικό βέτο.
Η δημιουργία εναλλακτικών συμμαχιών που θα επιτρέψουν τη βελτίωση του ισοζυγίου ισχύος έναντι της Τουρκίας αποτελεί μονόδρομο για την Ελλάδα. Ούτε ο ρόλος των ΗΠΑ μπορεί πλέον να προεξοφληθεί, ούτε το ΝΑΤΟ αποτελεί ασπίδα έναντι των τουρκικών προκλήσεων. Η δε ΕΕ έχει καταστήσει σαφές -και αναμένεται να το επιβεβαιώσει το προσεχές διήμερο- πως δεν αποτελεί κάτι περισσότερο από ένα χαλαρό οικονομικό μόρφωμα, προϊόν ενός αέναου συμβιβασμού καθώς και αντιφάσεων, από το οποίο ελάχιστα μπορεί να αναμένει ένα κράτος-μέλος, ακόμη κι αν απειλούνται τα κυριαρχικά του συμφέροντα ή -ενδεχομένως- και η κυριαρχία του.
Υπ’ αυτό το πρίσμα, εάν οι παραδοσιακοί συμμαχικοί δεσμοί δεν επαρκούν, είναι καιρός δημιουργίας νέων. Οι δε νέοι σύμμαχοι είναι ακριβώς εκείνοι, των οποίων τα συμφέροντα απειλεί ο κοινός εχθρός. Η Τουρκία.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.