Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Το «πακέτο” των 100 εκατ. ευρώ που εξήγγειλε η κυβέρνηση για την προώθηση της ηλεκτροκίνησης, κατά την περίοδο 2020-2021, κυρίως με τη μορφή «μπόνους» στην αγορά ηλεκτρικών οχημάτων και δευτερευόντως για παραγωγικές επενδύσεις στη Μεγαλόπολη και τη Δυτ. Μακεδονία, αποτελεί, τουλάχιστον σε πρώτη ανάγνωση, μία «θεάρεστη» εξέλιξη.
Περίπου δέκα-δεκαπέντε χιλιάδες συμπατριώτες μας, εξαρτώμενης της τιμής αγοράς του ηλεκτρικού αυτοκινήτου, δικύκλου ή ποδηλάτου που θα επιλέξουν, θα τύχουν ενός μπόνους έως και 6.000 ευρώ ενώ έως και ισάριθμα ρυπογόνα οχήματα θα αποσυρθούν από τους ελληνικούς δρόμους. Αντίστοιχα, στις πληττόμενες από τη διαδικασία της απολιγνιτοποίησης περιοχές υπάρχει ελπίδα πραγματοποίησης παραγωγικών επενδύσεων για την κατασκευή φορτιστών, μπαταριών κ.λπ.
Επί της ουσίας, όμως, αυτό το «πακέτο» αποτελεί ένα βήμα προς τη λάθος κατεύθυνση.
Πρώτον, διότι ο τρόπος με τον οποίο έχει δομηθεί, ενισχύει για ακόμη μία φορά τις εισαγωγικές δραστηριότητες αντί των παραγωγικών και δεύτερον, διότι δεν αφορά επιδοτήσεις στην παραγωγή πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας αλλά αντίθετα στην κατανάλωσή της.
Με άλλα λόγια, όπως τονίζουν και παράγοντες του κλάδου των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, μολονότι δημιουργούνται αυξημένες ανάγκες κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, δεδομένης της ευρείας εισαγωγής της ηλεκτροκίνησης, δεν παρέχονται κίνητρα για την παραγωγή αυτής της επιπρόσθετης ενέργειας από καθαρές πηγές.
Ακόμη χειρότερα, όπως επισημαίνουν, το συγκεκριμένο «πακέτο» θα οδεύσει για ακόμη μία φορά στις τσέπες εισαγωγέων αντί εγχώριων κατασκευαστών, χάνοντας έτσι ακόμη μία ευκαιρία αναζωογόνησης της εγχώριας βιομηχανίας.
Σε ό,τι αφορά, δε, στην επιλογή των δύο παραπάνω περιοχών για την πριμοδότηση επενδύσεων στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος, όσο προφανής είναι η ανάγκη αναχαίτισης της ανεργίας που θα προκύψει από την απολιγνιτοποίηση, άλλο τόσο είναι και οι λόγοι πολιτικής σκοπιμότητας που συνδέονται με αυτή τη διαδικασία.
Απεμπολείται, όμως, έτσι η δυνατότητα εναλλακτικών επενδύσεων σε καινοτόμους τομείς, είτε από νεοφυείς είτε από καθιερωμένες επιχειρήσεις, που ήδη ειδικεύονται στην παραγωγή μπαταριών και φορτιστών στον τόπο μας.
Υπό αυτό το πρίσμα, πρόκειται για ένα αποσπασματικό μέτρο, το οποίο αν και θα ενισχύσει τους εισαγωγείς ηλεκτρικών οχημάτων, ελάχιστα θα συνεισφέρει στην ενδυνάμωση της ελληνικής παραγωγικής βάσης, διαιωνίζοντας έτσι ένα παντελώς αποτυχημένο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης, παρά τη σχετικά μικρή πρόσθετη «πράσινη» αξία που αυτό έχει.
Για παράδειγμα, εάν οι φίλτατοι κ.κ. Κυρ. Μητσοτάκης και Κ. Χατζηδάκης επιθυμούν όντως την περαιτέρω αποδέσμευση της Ελλάδας από ρυπογόνες και «αντιπεριβαλλοντικές» δραστηριότητες, θα μπορούσαν να προσφέρουν κίνητρα πραγματοποίησης πράσινων παραγωγικών επενδύσεων ανά τη χώρα, αντί απλώς ενός «μπόνους» στην αγορά οχημάτων που έχουν κατασκευαστεί εκτός Ελλάδος.
Πέραν του προφανούς οφέλους από τη στήριξη «πράσινης» επιχειρηματικότητας, μέσω αυτού του τρόπου θα γινόταν και ένα σημαντικό βήμα στην αξιοποίηση εγχώριου επιστημονικού προσωπικού αλλά και πιθανώς επαναπατρισμού ορισμένων εξ όσων εγκατέλειψαν την Ελλάδα στη διάρκεια του λεγόμενου “brain drain”.
Ακριβώς στο ίδιο πρίσμα, θα ήταν προτιμότερη η καταβολή προσπαθειών για την υπέρβαση των προβλημάτων που συναντά σήμερα η πραγματοποίηση, για παράδειγμα, αιολικών επενδύσεων σε σειρά νησιών, των Κυκλάδων συμπεριλαμβανομένων.
Φίλτατοι, κάντε ευκολότερη τη ζωή όσων παράγουν ήδη «πράσινη» ενέργεια, αν όχι μέσω φορολογικών ή άλλων επενδυτικών κινήτρων, τουλάχιστον μέσω της άρσης των προβλημάτων που αυτοί συναντούν στην υλοποίηση των επενδύσεών τους και θα συμβάλετε έτσι σε πολύ σημαντικότερο βαθμό στο «πρασίνισμα» της χώρας, παρά με την επιδότηση των εισαγωγών.
Έτσι, δεν είναι;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.