Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η Τουρκία είναι το μοναδικό κράτος, παγκοσμίως, που αναγνωρίζει το ψευδοκράτος της Βορείου Κύπρου. Το Πακιστάν και το Μπανγκλαντές που το είχαν επίσης αναγνωρίσει, υποχρεώθηκαν να ανακαλέσουν τη σχετική απόφασή τους το 1983, κατόπιν του ψηφίσματος 541 του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ αλλά και διεθνούς πίεσης προς αυτή την κατεύθυνση.
Αντίθετα, η Τουρκία δεν αναγνωρίζει τη Δημοκρατία της Κύπρου ως κυρίαρχο κράτος, μολονότι αυτή χαίρει διεθνούς αναγνώρισης και είναι μέλος της ΕΕ, ενώπιον της οποίας εκκρεμεί (ακόμη) η υπόθεση της τουρκικής ένταξης, τουλάχιστον «θεωρητικώς», καθώς η όλη διαδικασία έχει πλέον «παγώσει».
Όλα αυτά, όμως, είναι «αρχαία ιστορία». Το «νέο» της υπόθεσης είναι ότι στο πλαίσιο αυτής της ιδιότυπης πραγματικότητας, η Άγκυρα δηλώνει πρόθυμη να συζητήσει για την υπόθεση της Ανατολικής Μεσογείου με «όλους τους εμπλεκόμενους» -πλην της Κύπρου-, την οποία εξακολουθεί να χαρακτηρίζει ως την «ελληνοκυπριακή πλευρά».
Σύμφωνα με σενάρια που είδαν το φως της δημοσιότητας, δε, θέτει ως προϋπόθεση για τη σύγκληση πενταμερούς διάσκεψης για το Κυπριακό, την προηγούμενη διακοπή των γεωτρήσεων που πραγματοποιεί η Κύπρος στην ΑΟΖ της.
Σε αυτή την κατεύθυνση, εξάλλου, ήταν και οι δηλώσεις που έκανε πρόσφατα, στη διάρκεια συνέντευξης Τύπου με τον Σλοβάκο ομόλογό του, και ο υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Μεβλούτ Τσαβούσογλου: «... εμείς σε όλα αυτά τα θέματα, ενώ υπερασπιζόμαστε τα δικαιώματα της Τουρκίας και των Τ/Κ, στο θέμα του ίσου διαμοιρασμού του πλούτου στην ανατολική Μεσόγειο είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε με όλους, συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας, πλην του “ε/κ τομέα”. Ενώ η Τουρκία έχει αυτή τη θετική προσέγγιση, θέλουμε να τονίσουμε ότι είμαστε ενάντια στις προσεγγίσεις που αποκλείουν την Τουρκία».
Ακριβώς στο ίδιο μήκος κύματος είχε κινηθεί πρόσφατα και ο υπουργός Ενέργειας και Φυσικών Πόρων της Τουρκίας Φατίχ Ντονμέζ, δηλώνοντας ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να συνομιλήσει για την επίλυση του ζητήματος της ΑΟΖ με όλες τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου. Στην περίπτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας, ωστόσο, είχε «υπενθυμίσει» ότι η Λευκωσία πρέπει να απευθυνθεί στην... τουρκοκυπριακή πλευρά.
Αν και χθες ο Πρόεδρος της Κύπρου Ν. Αναστασιάδης τοποθετήθηκε έναντι όλων αυτών, λέγοντας ότι δεν μπορεί «επειδή η Τουρκία μας αμφισβητεί ως κράτος να παραιτηθούμε της κρατικής μας υπόστασης για να υπάρξει διάλογος», αλλά και ότι «η καλή θέληση υπαγορεύει την προσέλευση στον διάλογο χωρίς αμφισβήτηση ή προαπαιτούμενα», είναι σαφές ότι η τελευταία μεθόδευση της Τουρκίας αφορά ένα και μόνο ζήτημα: να καταστεί όμηρος των προθέσεών της επί του κυπριακού ζητήματος το ενεργειακό πρόγραμμα της Κυπριακής Δημοκρατίας.
Με άλλα λόγια, να τεθούν οι γεωτρήσεις που ήδη εκτελούνται στην κυπριακή ΑΟΖ αλλά και εκείνες που έχουν προγραμματιστεί να αρχίσουν κατά το επόμενο διάστημα, υπό την «κηδεμονία» της Άγκυρας και να οδηγηθούν έτσι στις «ελληνικές καλένδες», τουλάχιστον έως ότου υπάρξει «λύση» στο κυπριακό ζήτημα, με τη δική της σύμφωνη γνώμη.
Αντίστοιχα, η άλλη όψη του ιδίου νομίσματος θα μπορούσε να αφορά μία προσπάθεια της Τουρκίας για τον διαχωρισμό των συμφερόντων της Ελλάδος από εκείνα της Κύπρου στο ενεργειακό πεδίο, η οποία ωστόσο, είναι γνωστό ότι δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτή ούτε από την Αθήνα αλλά ούτε και τη Λευκωσία, καθιστώντας τες έτσι υπαίτιες για την απουσία διαλόγου, τόσο επί του κυπριακού όσο και επί των ενεργειακών ζητημάτων της περιοχής.
Αυτό είναι, κοντολογίς, το «περιβάλλον» εντός του οποίου πρέπει να κινηθούν Αθήνα και Λευκωσία, απαντώντας προς όσους τρίτους τους προτρέπουν «να τα βρουν» με την Άγκυρα, τόσο επί του κυπριακού όσο και επί του ενεργειακού της Ανατ. Μεσογείου.
Ένα περιβάλλον, με άλλα λόγια, γεμάτο «παγίδες».
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.