Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η Νέα Δημοκρατία αναδείχθηκε νικήτρια των εθνικών βουλευτικών εκλογών της 7ης Ιουλίου, στη βάση μιας ατζέντας η οποία κατά το οικονομικό της σκέλος περιελάμβανε τη συνολική μείωση της φορολογίας, την υιοθέτηση ενός δικαιότερου τρόπου φορολόγησης για τη μεσαία τάξη και την επιτάχυνση της οικονομικής δραστηριότητας μέσω της προώθησης μεταρρυθμίσεων.
Οι προβλέψεις του φορολογικού νομοσχεδίου που είδαν το φως της δημοσιότητας στο τέλος της προηγούμενης εβδομάδας δεν εμπίπτουν εντός αυτής της ατζέντας. Πριμοδοτούνται για ακόμη μία φορά όσοι μπορούν να αποκρύψουν εισοδήματα, ενώ κυριολεκτικά αμετάβλητη παραμένει η φορολογική μεταχείριση των μισθωτών εκείνων οι οποίοι ανήκουν στα μεσαία εισοδήματα.
Πρόκειται, δε, για ακριβώς την ίδια -μεσαία- εισοδηματική τάξη, η οποία σήκωσε την πλειονότητα των φορολογικών βαρών φυσικών προσώπων κατά τη διάρκεια της μνημονιακής περιόδου και της υπερφορολόγησης που επικράτησε τότε και συνέβαλε στην πολιτική αλλαγή.
Έτσι όπως στέκουν τα πράγματα, μέσω των προβλέψεων του φορολογικού νομοσχεδίου που τέθηκε σε δημόσια διαβούλευση την προηγουμένη εβδομάδα, ο εισαγωγικός συντελεστής στην κλίμακα φορολογίας εισοδήματος φυσικών προσώπων ορίζεται στο 9% (από 22%) για εισοδήματα έως 10.000 ευρώ και στα υπόλοιπα κλιμάκια, χωρίς αλλαγές στα όρια εισοδήματος, οι συντελεστές μειώνονται κατά 1 μονάδα, με τον καταληκτικό συντελεστή να διαμορφώνεται σε 44% από 45%.
Με άλλα λόγια, για ακόμη μία φορά πριμοδοτούνται -πέραν των χαμηλόμισθων- οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι οποίοι ούτως ή άλλως δηλώνουν -κατά πάγια πρακτική- εισοδήματα εντός ή πλησίον του αφορολόγητου ορίου και πλέον, με τη διαμόρφωση του εισαγωγικού συντελεστή στο 9%, μπορούν να δουν σημαντικές μειώσεις φόρου.
Αντίθετα, για τους μισθωτούς με «μεσαία» εισοδήματα, η φορολογική ελάφρυνση είναι μόλις μία ποσοστιαία μονάδα, η οποία μάλιστα εξανεμίζεται όταν συνυπολογιστεί η έκπτωση φόρου για τέκνα.
Αυτό το οποίο συνιστά σχήμα οξύμωρο, δε, είναι ότι ωφελημένα από αυτές τις μεταβολές των φορολογικών συντελεστών εξέρχονται τα ανώτερα εισοδηματικά κλιμάκια (άνω των 80.000 ευρώ ετησίως) καθώς η μείωση του συντελεστή φορολόγησής τους κατά μία μονάδα μπορεί να οδηγήσει σε ελάφρυνση της τάξης των 1.000 ευρώ ή και υψηλότερη.
Κοντολογίς, τα μεγαλύτερα οφέλη από τη νέα φορολογική κλίμακα και τη νέα έκπτωση φόρου θα έχουν οι έχοντες εισοδήματα από 10.000 έως και 15.000 ευρώ καθώς και όσοι έχουν υψηλές αποδοχές άνω των 80.000 ευρώ.
Χαμένοι της ιστορίας αποδεικνύονται για ακόμη μία φορά οι λεγόμενοι «μεσαίοι» μισθωτοί, με εισοδήματα από 20.000 ευρώ έως 51.000 ευρώ, οι οποίοι όμως είναι εκείνοι οι οποίοι επωμίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια της κρίσης το μεγαλύτερο μερίδιο των φορολογικών βαρών.
Ακριβώς αυτό το γεγονός, δε, συνέβαλε καταλυτικά στην πολιτική αλλαγή που βίωσε πρόσφατα η χώρα και δυνητικά μπορεί να επιδράσει κατ’ αντίστοιχο τρόπο και στο μέλλον, στον βαθμό που δεν υπάρξει ανακατανομή των φορολογικών βαρών.
Υπό αυτό το πρίσμα, η συνέχιση της παραγωγής «υπερπλεονασμάτων», όπως επιβεβαιώθηκε μόλις χθες από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη κατά τη διάρκεια της συνέντευξής του στον Σκάι, και η διοχέτευσή του «στοχευμένα στους πιο αδύναμους» όπως είπε, συνιστά διαιώνιση του καθεστώτος υπερφορολόγησης και συνέχιση της αδικίας που διαπράττεται κατά της μεσαίας τάξης.
Αυτή η βίαιη ανακατανομή εισοδήματος έχει οδηγήσει ήδη 4,35 εκατ. φορολογουμένους να έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές στην εφορία -παρά τις διάφορες ρυθμίσεις χρεών- και να στέκουν αντιμέτωποι -πολλοί εξ αυτών- με αναγκαστικά μέτρα είσπραξης.
Τι ακριβώς απαιτείται ώστε να γίνει αντιληπτό στην κυβέρνηση πως καταστάσεις όπως αυτές οδηγούν -κάποια στιγμή- σε πολιτικές αλλαγές;
Τι περιμένουν;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.