Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η σύνοδος κορυφής της ΕΕ που αρχίζει αύριο και ολοκληρώνεται την Πέμπτη στις Βρυξέλλες έχει χαρακτηριστεί -δικαίως- ως μία από τις κρισιμότερες στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πέραν του μακροπρόθεσμου κοινοτικού προϋπολογισμού, των προτεραιοτήτων και του στρατηγικού σχεδιασμού της ΕΕ, αλλά και της κλιματικής αλλαγής, στην ατζέντα της συνόδου συγκαταλέγεται το (επικείμενο;) Brexit ενώ κυρίαρχο ρόλο αναμένεται να διαδραματίσει και η υπόθεση της Τουρκίας, στη διττή της διάσταση, Συρίας και Κύπρου.
Πέραν του γεγονότος ότι έκαστο των θεμάτων αυτής της συνόδου θα αρκούσε ώστε να αποτελέσει ζήτημα αποκλειστικής απασχόλησης μίας συνόδου κορυφής, τη χώρα μας, όπως βεβαίως και την Κύπρο, απασχολεί κυρίως η προκλητικότητα της γείτονος, σε όλες τις εκφάνσεις της.
Η συνεχιζόμενη παραβίαση της εθνικής κυριαρχίας της Δημοκρατίας της Κύπρου και η αυξανόμενη ένταση που αποκτά το προσφυγικό/μεταναστευτικό ζήτημα απειλούν ευθέως την πορεία αμφοτέρων των κρατών και συνιστούν παράγοντα αποσταθεροποίησης ολοκλήρου της περιοχής, καθιστώντας επιτακτική την αντιμετώπισή τους. Αντίστοιχα, η έμπρακτη παραβίαση της Συνθήκης της Λωζάνης, με την τουρκική εισβολή στο έδαφος της Συρίας, συνιστά τμήμα της επεκτατικής πολιτικής της Άγκυρας και -ως εκ τούτου- δεν πρέπει να αγνοηθεί.
Υπό αυτό το πρίσμα η «παρθενική» παρουσία του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη στις εργασίες αυτής της συνόδου προσφέρει μία άνευ προηγουμένου ευκαιρία κινητοποίησης των Ευρωπαίων εταίρων μας στην κατεύθυνση της λήψης ισχυρών μέτρων για την αντιμετώπιση αυτών των απειλών.
Το έργο, δίχως αμφιβολία, είναι δυσχερές. Όχι μόνον εξαιτίας της συχνά κατακερματισμένης εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, υπό το φως της διαφορετικής στόχευσης που έχει το κάθε κράτος-μέλος της, αλλά -κυριότερα- εξαιτίας του «ειδικού βάρους» που έχει η Τουρκία ως περιφερειακή δύναμη της περιοχής αλλά και ως οικονομική οντότητα.
Υπό το φως ακριβώς αυτών των προβληματισμών παραμένουν κενό γράμμα οι κυρώσεις που επέβαλε νωρίτερα εφέτος η ΕΕ έναντι της Τουρκίας και ακριβώς για αυτόν τον λόγο δεν έχει υπάρξει έως τώρα δυναμικότερη αντίδραση εκ μέρους της Ευρώπης τόσο στην υπόθεση της Συρίας όσο και της Κύπρου.
Αμφότερα αυτά τα ζητήματα, όμως, βρίσκονται στα θεμέλια επί των οποίων εδράζεται σήμερα η Ευρώπη και σε περίπτωση που κλονιστούν, το πλήγμα θα το υποστεί κυρίως η ίδια. Ως εκ τούτου, ο ρόλος του Έλληνα πρωθυπουργού, ως του πολιτικού ηγέτη η χώρα του οποίου υφίσταται πρώτη την ένταση του μεταναστευτικού και προσφυγικού κύματος και αναμένεται να είναι επίσης η πρώτη που θα δεχθεί την όποια τυχόν μεγέθυνσή του, είναι κομβικός.
Η Ελλάδα οφείλει κατά τη διήμερη σύνοδο κορυφής της ΕΕ να μην αποδειχθεί στωικός παρατηρητής των εξελίξεων αλλά να αρθρώσει λόγο πειστικό, ο οποίος θα σταθεί ικανός να κινητοποιήσει τους εταίρους μας κατά τρόπο καταλυτικό έναντι των πράξεων της γείτονος.
Το δίκιο του ισχυρού δεν πρέπει να αφεθεί να κατισχύσει της διεθνούς νομιμότητας και η Ευρώπη οφείλει, επιτέλους, να προσμετρήσει -πέραν των γεωστρατηγικών συσχετισμών και των οικονομικών παραμέτρων- τις αρχές επί των οποίων η ίδια εδράζεται, πριν καταλήξει στις αποφάσεις της.
Αυτό είναι το έργο που βαρύνει τους ώμους του κ. Μητσοτάκη και επ’ αυτού θα κριθεί κατά την επιστροφή του από τις Βρυξέλλες.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.