Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Τέτοιο καιρό πριν από έναν χρόνο, το δεκαετές ελληνικό ομόλογο διαπραγματευόταν με απόδοση της τάξης του 4,66% ενώ χθες έκλεισε στο επίπεδο του 1,61%.
Αυτή η κολοσσιαία διαφορά των 300 μονάδων βάσης δεν σημειώθηκε ούτε από τη μία ημέρα στην άλλη, ούτε βεβαίως μόνον εξαιτίας της πολιτικής αλλαγής που υπήρξε στη χώρα μας. Σημειώθηκε εξαιτίας της σταδιακής μεταστροφής του κλίματος για την Ελλάδα και του επιπέδου εμπιστοσύνης που αυτή απολαμβάνει εκ μέρους του διεθνούς επενδυτικού κοινού και βεβαίως των εταίρων και δανειστών της, σε συνδυασμό βέβαια με τη διεθνή συγκυρία που έχει οδηγήσει σε αρνητικά επιτόκια ομόλογα αξίας 16 τρισεκατομμυρίων δολαρίων ανά τον κόσμο!
Οι καταστροφικοί χειρισμοί των ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ κατά τις διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους εταίρους το πρώτο εξάμηνο του 2015 εκτόξευσαν την απόδοση του ιδίου ομολόγου σε επίπεδα άνω του 15%.
Έκτοτε, με τη σύναψη και κυριότερα την εφαρμογή του Γ’ μνημονίου ανακτήθηκε μέρος αυτής της χαμένης εμπιστοσύνης, ενώ η εκπνοή του χρηματοδοτικού προγράμματος πέρυσι τον Αύγουστο σηματοδότησε τη διαδικασία σταδιακής εξόδου της χώρας από την κρίση, τονώνοντας περαιτέρω το αίσθημα εμπιστοσύνης προς αυτήν, δεδομένης της διατήρησης της πλειονότητας των μεταρρυθμίσεων που είχαν συντελεστεί επί του μνημονιακού της βίου.
Έτσι, όταν ο φίλτατος κ. Α. Τσίπρας κατηγορεί την κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ότι «τρώει από τα έτοιμα» (Εφημερίδα των Συντακτών, 07/09/19), εν πολλοίς έχει δίκιο.
Τα μέτρα ελάφρυνσης που εξήγγειλε από τη Θεσσαλονίκη ο επίσης φίλτατος κ. Κ. Μητσοτάκης από τη ΔΕΘ, κόστους περίπου 1,2 δισ. ευρώ, δεν θα ήταν δυνατά, εάν δεν προϋπήρχε ένα «απόθεμα» στον προϋπολογισμό -παρά την τόνωση των εσόδων του το τελευταίο δίμηνο- όπως επίσης δεν θα ήταν δυνατά και τα μέτρα ελάφρυνσης που είχε χορηγήσει προεκλογικά η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, με περίπου αντίστοιχο κόστος (1-1,1 δισ. ευρώ).
Όμως, όση «συνέχεια» κι αν έχει η οικονομία -και βεβαίως η λειτουργία της αποτελεί ένα συνεχές «νήμα»-, ο χαρακτήρας της δεν παύει να χρωματίζεται από το είδος της πολιτικής που επιλέγει να εφαρμόσει η εκάστοτε κυβέρνηση.
Για παράδειγμα, οι ελαφρύνσεις που προώθησε ο ΣΥΡΙΖΑ προ των ευρωεκλογών αφορούσαν κυρίως τους πολίτες και δη τους οικονομικά πλέον αδύναμους εξ αυτών ενώ τα φορολογικά μέτρα που μόλις εξήγγειλε η κυβέρνηση ΝΔ αφορούν -κυρίως- την επιχειρηματική κοινότητα.
Θεάρεστες και οι μεν και οι δε, όσο μακρά κι αν είναι η συζήτηση για το ποιες από αυτές θα μπορέσουν να τονώσουν την αναπτυξιακή διαδικασία κατά τρόπο μακροπρόθεσμα βιώσιμο. Αμφότερες, όμως, ήταν δυνατές κυρίως εξαιτίας της ευρωστίας που απέκτησε ο προϋπολογισμός κατά τα προηγούμενα χρόνια.
Έτσι, λοιπόν, η σημαντική βελτίωση της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, όπως αυτή καταγράφεται από τον δείκτη οικονομικού κλίματος που εκπονεί το ΙΟΒΕ, στο υψηλότερο σημείο της τελευταίας δωδεκαετίας, εφέτος τον Αύγουστο, δεν σημειώθηκε εν μία νυκτί.
Όσο κι αν αυτή τονώθηκε, ελέω της πρόσφατης πολιτικής αλλαγής και της εκτίμησης ότι η παρούσα κυβέρνηση μπορεί να ενισχύσει ουσιαστικότερα την επιχειρηματική κοινότητα και έτσι την αναπτυξιακή διαδικασία, η βελτίωση του συγκεκριμένου δείκτη υπήρξε σταδιακή καθ’ όλη την προηγούμενη περίοδο, ακριβώς λόγω της διαδικασίας «συνέχειας» που υφίσταται στην οικονομία.
Κάτι που είναι χρήσιμο να έχουν κατά νου οι εκάστοτε κυβερνώντες, πριν αναλωθούν στην κατακρήμνιση του έργου των πολιτικών τους αντιπάλων.
Αντίθετα, θα ήταν καλύτερα να αντιμετωπίζουν την οικονομία ως μία αέναη «σκυταλοδρομία» και όσους κρατούν κατά καιρούς τη σκυτάλη ως… μία ομάδα.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.