Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Τα δύο παράλληλα στοιχήματα που ήδη εξελίσσονται στον απόηχο των εκλογών της 7ης Ιουλίου αφορούν, πρώτον, στη διακυβέρνηση Μητσοτάκη και δεύτερον, στη δυνατότητα «ωρίμανσης» του ΣΥΡΙΖΑ από κόμμα διαμαρτυρίας -με κυβερνητική θητεία- σε κόμμα εξουσίας.
Είναι παράλληλα, δε, αυτά τα δύο στοιχήματα διότι το έργο και η ποιότητα της διακυβέρνησης Μητσοτάκη -που αποτελεί το κύριο ζητούμενο αυτής της υπόθεσης- εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από την επιτυχή ή μη διαδικασία μετάλλαξης του ΣΥΡΙΖΑ.
Το φαινόμενο περιέγραψε ο ίδιος ο κ. Α. Τσίπρας, μέσω του μηνύματος αποδοχής της ήττας του ΣΥΡΙΖΑ, τη βραδιά των εκλογών.
«….Θα δώσω όλες μου τις δυνάμεις, ώστε ο ΣΥΡΙΖΑ και η Προοδευτική Συμμαχία να μετασχηματιστούν σε μια μεγάλη προοδευτική δημοκρατική παράταξη, με ευθύνη για το παρόν και το μέλλον του τόπου», είπε σε μία προφανή διεκδίκηση του κεντρο-αριστερού χώρου που καταλάμβανε κάποτε το ΠΑΣΟΚ.
Προϊδέασε, δε, έως έναν βαθμό, για το είδος της αντιπολίτευσης που προτίθεται να ασκήσει εφεξής, λέγοντας: «Θα ασκήσουμε υπεύθυνη αλλά ταυτόχρονα και δυναμική αντιπολίτευση, υπεράσπισης των μεγάλων κατακτήσεων του λαού μας τα τελευταία χρόνια. Υπεράσπισης των δικαιωμάτων και της φωνής των αδυνάμων, υπεράσπισης των αξιών μας. Και ταυτόχρονα, θα προετοιμαστούμε ώστε πιο ώριμοι, με μεγαλύτερη εμπειρία και δύναμη, να επιστρέψουμε σε θέσεις κυβερνητικής ευθύνης, όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου».
Η ισορροπία μεταξύ «υπεύθυνης» και «δυναμικής» αντιπολίτευσης, ευλόγως, θα κρίνει όχι μόνον αυτή τη μετεξέλιξη του ΣΥΡΙΖΑ αλλά βεβαίως και τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη.
Εάν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ μπόρεσε να φέρει σε πέρας το Γ’ μνημόνιο, το οποίο η ίδια συνομολόγησε με τους εταίρους και δανειστές της χώρας, τούτο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη διαχρονική ανοχή έως και «ασυλία» που απολαμβάνει η Αριστερά στην πατρίδα μας.
Όπως αντίστοιχα, εάν το σύνολο των κυβερνήσεων από το 2010 έως την ανάληψη της εξουσίας από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν κατόρθωσε να ολοκληρώσει το πρώτο και το δεύτερο μνημόνιο, τούτο οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη ριζοσπαστική αντιπολίτευση που άσκησε εντός -αλλά κυριότερα εκτός- κοινοβουλίου, ο ΣΥΡΙΖΑ.
Εάν ο ΣΥΡΙΖΑ, από τη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επιλέξει να επιστρέψει σε εκείνες τις τακτικές, όχι μόνο θέτει φραγμό στη διαδικασία ωρίμανσης που περιέγραψε ο ίδιος ο πρόεδρός του αλλά κινδυνεύει να έρθει σε σύγκρουση με την πρόσφατη λαϊκή εντολή.
Συνολικά, δε, η επιλογή του «σκληρού ροκ» θα μπορούσε να οδηγήσει τη χώρα μακριά από την περίοδο σταθερότητας που τόσο χρειάζεται, ώστε να μπορέσει να επιστρέψει σε κάποιου είδους κανονικότητα.
Υπό το πρίσμα αυτό, ο τρόπος με τον οποίο θα κυλήσει ο «χορός» μεταξύ κυβέρνησης και αξιωματικής αντιπολίτευσης το επόμενο διάστημα, στο κοινοβούλιο αλλά και στους δρόμους των κυριότερων πόλεων της χώρας, θα κρίνει το διττό στοίχημα το οποίο τέθηκε τη βραδιά των εκλογών.
Ο «εύκολος» δρόμος και βεβαίως εκείνος στον οποίο μας είχαν συνηθίσει τα δύο κόμματα το τελευταίο διάστημα είναι αυτός της σφοδρής αντιπαράθεσης.
Ουδένα ωφέλησε και μάλιστα ο κ. Μητσοτάκης είχε την ευφυΐα να τον εγκαταλείψει εγκαίρως, εισπράττοντας έτσι το σχετικό όφελος στην κάλπη.
Πλέον, εναπόκειται στον κ. Τσίπρα να καταδείξει ότι ηγείται μίας παράταξης που μπορεί να πράξει το ίδιο.
Εντέλει, τούτο θα αποτελούσε και μέτρο ωριμότητας.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.