Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η κυβέρνηση της «επόμενης ημέρας», όσο άρτια κι αν έχει προετοιμάσει την πορεία της στην εξουσία, θα βρεθεί αντιμέτωπη -πέραν όλων των άλλων- με δύο καίρια προβλήματα.
Πρώτον, την ανάγκη να επιστρέψει η χώρα σε κάποιας μορφής κανονικότητα και δεύτερον, να αντιστραφούν οι τάσεις στο δημογραφικό ζήτημα.
Η επίλυση -ή μη- αμφότερων αυτών των προβλημάτων, τα οποία άπτονται άμεσα της ποιότητας διαβίωσης στην πατρίδα μας, θα είναι καθοριστικής σημασίας για το μέλλον της χώρας και προφανώς όχι μόνο για τη διάρκεια της επόμενης τετραετίας.
Η εξασφάλιση υψηλότερων ρυθμών ανάπτυξης, η ταχύτερη μείωση της ανεργίας, η βελτίωση του επιπέδου παρεχόμενων υπηρεσιών στους τομείς της Υγείας και της Παιδείας και φυσικά η μείωση του επιπέδου φορολογίας, συναρτώνται άμεσα με την επιστροφή στη λεγόμενη «κανονικότητα».
Από αυτήν, δε, εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό η όποια αναστροφή καταστροφικών φαινομένων όπως το “Brain Drain” ή της πορείας που έχει λάβει το δημογραφικό ζήτημα στην Ελλάδα, βαρύνοντας στην εξέλιξη ζητημάτων όπως το ασφαλιστικό.
Η προφανής διασύνδεση, δε, όλων αυτών καλεί για ένα ολοκληρωμένο σχέδιο αντιμετώπισής τους, αντί αποσπασματικών μέτρων, όσο εύστοχα κι αν είναι αυτά, κατά περίπτωση.
Έρευνα της διαΝΕΟσις που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα, αναφορικά με τις επιπτώσεις της κρίσης που βίωσε η χώρα μας, δίδει τις διαστάσεις αμφοτέρων αυτών των προβλημάτων.
Συνολικά 427.000 Έλληνες εκτιμάται ότι εγκατέλειψαν την πατρίδα τους το διάστημα 2008-2016, κυρίως νέοι και κυρίως υψηλής μόρφωσης.
Αυτή η μόρφωση στοίχισε στον Έλληνα φορολογούμενο ποσό 8 δισ. ευρώ ενώ οι ίδιοι παρήγαγαν στις χώρες που μετανάστευσαν προϊόντα αξίας 50 δισ. ευρώ, καταβάλλοντας φόρους ύψους 12,9 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την ίδια έρευνα.
Αντίστοιχα, σύμφωνα με τα στοιχεία άλλης έρευνας, επίσης της διαΝΕΟσις, το 1967 ο μέσος όρος γεννήσεων στη χώρα μας ήταν 2,45 παιδιά, για να περάσει στο 2,1 το 1981, στο 1,5 το 1987 και στο 1,23 το 1999, ενώ στη συνέχεια διαμορφώθηκε ελαφρά υψηλότερα.
Ωστόσο, για να παραμείνει τουλάχιστον… σταθερός ο πληθυσμός της χώρας μας, ο μέσος όρος των γεννήσεων θα πρέπει να είναι 2,1 παιδιά ανά γυναίκα.
Με μέσο όρο γεννήσεων στο 1,5 παιδί, ο πληθυσμός θα μειωθεί στο μισό μέσα στα επόμενα 65 χρόνια ενώ με μέσο όρο 1,3, η μείωση στο μισό θα επέλθει σε 44 χρόνια.
Τάσεις όπως αυτές δεν αντιστρέφονται στη θητεία ούτε μίας ούτε δύο κυβερνήσεων, αλλά απαιτούν μακρόχρονο σχεδιασμό και συνεπή εφαρμογή επί σειρά ετών.
Η αρχή, όμως, πρέπει να γίνει άμεσα, από την κυβέρνηση που -ελπίζεται- ότι θα αναδείξει η κάλπη της 7ης Ιουλίου.
Υπό αυτό το πρίσμα, όσο αδιανόητη κι αν κρίνεται, υπό τις παρούσες συνθήκες προεκλογικής έντασης, η χάραξη ενός κοινού δρόμου επί των ζητημάτων αυτών από τις κυριότερες πολιτικές δυνάμεις του τόπου, τούτη είναι απολύτως αναγκαία.
Μακροπρόθεσμα αποτελέσματα επί αυτών των ζητημάτων μπορούν να προέλθουν μόνον από την εφαρμογή πολιτικών οι οποίες υπερβαίνουν τους εκλογικούς κύκλους.
Εάν το γεγονός τούτο δεν καταστεί κατανοητό εκ μέρους των κυριότερων εκπροσώπων του πολιτικού κόσμου της χώρας, τότε, απλά, ο τόπος μας ουδέποτε θα μπορέσει να αντιστρέψει τις αιτίες δημιουργίας αυτών των θεμελιωδών προβλημάτων.
Όλα αυτά, δε, υπό την εύλογη προϋπόθεση ότι η κάλπη της 7ης Ιουλίου θα σταθεί όντως ικανή να αναδείξει την επόμενη κυβέρνηση του τόπου…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.