Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Καλώς ή κακώς -και αυτό θα το κρίνει μόνον η ιστορία-, οι Βρετανοί ψήφισαν για Brexit.
Αυτό το οποίο παρουσίασε η πρωθυπουργός τους Τερέζα Μέι, μετά από μακρά διαπραγμάτευση με την ΕΕ, ως κατ' αρχήν συμφωνία ή «προσχέδιο συμφωνίας», όπως το χαρακτήρισε, για την έξοδο της χώρας της από την ΕΕ, εξασφάλισε, ωστόσο, την οργή οπαδών και πολέμιων του Brexit και εμφανίζεται να οδηγεί τη Βρετανία σε πρωτοφανή πολιτική και οικονομική αστάθεια.
Για τους πολέμιους του Brexit, τους «remainers», η συμφωνία κρατά τη Βρετανία εντός ΕΕ από την «πίσω πόρτα», μέσω Βορείου Ιρλανδίας, η οποία διατηρεί το υφιστάμενο τελωνειακό καθεστώς της, διαιρώντας έτσι στην πράξη το Ηνωμένο Βασίλειο ενώ ανοίγει την όρεξη της Σκωτίας για μία νέα προσπάθεια αυτονόμησης.
Για τους πολέμιους του Brexit, τους «leavers», η συμφωνία είναι κάκιστη για ακριβώς τους ίδιους λόγους αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν υπάρχει οδός διαφυγής ή διάρρηξης του πρωτοκόλλου για το τελωνειακό καθεστώς της Β. Ιρλανδίας, όπως είναι το Άρθρο 50 της Συνθήκης ΕΕ, για αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ως αποτέλεσμα, με τους υπουργούς της κυβέρνησής της -υπέρμαχους του Brexit- να παραιτούνται ο ένας μετά τον άλλον και βουλευτές του κόμματός της να κινούν διαδικασία πρότασης μομφής εναντίον της, η κα Τερέζα Μέι μάλλον τα έχει μπλέξει.
Όχι μόνον διότι πλέον οι Βρετανοί είναι αντιμέτωποι με τα τρία εναλλακτικά ενδεχόμενα που τους έθεσε: είτε να δεχθούν την (κατακριτέα από όλους) συμφωνία, είτε να αποχωρήσουν από την ΕΕ δίχως συμφωνία, είτε, τέλος, να παραμείνουν σε αυτήν, αλλά κυριότερα, επειδή όπως και να έχουν τα πράγματα, αυτά μπορούν να εξελιχθούν μόνον από το κακό στο χειρότερο.
Ο βαθμός του «μπλεξίματος», δε, καθίσταται σαφής και από το γεγονός ότι μεταξύ των υπουργών που παραιτήθηκαν χθες συγκαταλέγονται ο αρμόδιος για τις διαπραγματεύσεις του Brexit Ντόμινικ Ράαμπ και ο υπουργός με αρμοδιότητα την Βόρεια Ιρλανδία Σέλις Βάρα, αμφότεροι υπέρμαχοι του Brexit.
Από πολιτικές «περσόνες» που πρωταγωνίστησαν στην εκστρατεία υπέρ του Brexit, δε, όπως ο Μάικλ Φάρατζ, σιγή ιχθύος ενώ ο Μπόρις Τζόνσον καλεί τους υπουργούς της κας Μέι να υποβάλουν τις παραιτήσεις τους.
Αυτά όμως συμβαίνουν όταν η λαϊκή ψήφος εκμαιεύεται στη βάση ισχυρισμών, ότι «όλα θα είναι καλύτερα» με το Brexit, ακόμη κι αν δεν υπάρξει συμφωνία ως προς αυτό με την ΕΕ.
Όπως εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η έξοδος της Βρετανίας από την ΕΕ δίχως την προηγούμενη εξασφάλιση μεταβατικής εμπορικής συμφωνίας θα μπορούσε να της στοιχίσει έως και 8% του ΑΕΠ της -με σενάριο βάσης το 6%-, ενώ η εξασφάλιση μιας εμπορικής συμφωνίας θα μείωνε σχεδόν κατά το ήμισυ τις οικονομικές επιπτώσεις από τα εμπορικά εμπόδια και τη μείωση των ξένων επενδύσεων.
Με άλλα λόγια, η έξοδος θα σήμαινε -στην καλύτερη των περιπτώσεων- ζημία 2,5-3% έως 4% και έως 8% στη χειρότερη.
Υπό το φως, δε, του τρόπου με τον οποίο έγινε δεκτό το προσχέδιο συμφωνίας που παρουσίασε η κα Μέι στους συμπατριώτες της, το δεύτερο ενδεχόμενο εμφανίζεται πιθανότερο παρά ποτέ...
Εάν η έκβαση του βρετανικού δημοψηφίσματος περί Brexit ήταν υπέρ της παραμονής της χώρας στην ΕΕ, αυτή η ζημία θα ήταν μηδενική, σύμφωνα με το ΔΝΤ.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.