Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ήταν μόλις 8 μήνες μετά το PSI, δηλαδή το μεγαλύτερο ονομαστικό «κούρεμα» δημόσιου χρέους στην παγκόσμια οικονομική ιστορία, όταν οι εταίροι και δανειστές μας αναγνώριζαν, έστω υπό αίρεση, ότι ακόμη τίθεται θέμα βιωσιμότητας αυτού του χρέους.
Με την απόφαση του Eurogroup, τον Νοέμβριο του 2012, αναγνώριζαν ότι πέραν των μέτρων που είχαν ήδη ληφθεί, ήσαν διατεθειμένοι να προχωρήσουν σε επιπρόσθετες κινήσεις ελάφρυνσης του ελληνικού δημόσιου χρέους -εάν ήταν απαραίτητο-, όταν η Ελλάδα εξασφάλιζε πρωτογενές πλεόνασμα στον προϋπολογισμό της, ώστε να διασφαλιστεί πως «...με το τέλος του προγράμματος του ΔΝΤ το 2016, η Ελλάδα θα μπορέσει να φθάσει μια σχέση χρέους προς ΑΕΠ, εκείνη τη χρονιά, 175% (επί του ΑΕΠ)...» που θα διευκολύνει την εκ νέου πρόσβασή της στις διεθνείς αγορές.
Μολονότι η κυβέρνηση Σαμαρά παρουσίασε πρωτογενές πλεόνασμα τόσο στον προϋπολογισμό του 2013 όσο και του 2014, η ελάφρυνση αυτή ουδέποτε δόθηκε.
Ελέω πολιτικών σκοπιμοτήτων των ίδιων των εταίρων και δανειστών μας, της μεταρρυθμιστικής κόπωσης που εμφάνισε η κυβέρνηση Σαμαρά μετά τις Ευρωεκλογές του 2014 αλλά και της τότε διαφαινόμενης ανόδου του ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία, τα μέτρα περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους, ώστε να εξασφαλιστεί η βιωσιμότητά του, ουδέποτε υλοποιήθηκαν.
Για τον λόγο αυτόν, εξάλλου, παραμένει και το ΔΝΤ εκτός προγράμματος -χρηματοδοτικά- έκτοτε.
Όσα ακολούθησαν κατά τη διάρκεια του καταληκτικού τμήματος της διακυβέρνησης Σαμαρά όσο και κατά το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ είναι γνωστά και ουδόλως αμελητέα, με το αναλογούν μερίδιο ευθύνης, κατά εκάστη περίπτωση…
Όπως αντιστοίχως γνωστή είναι και η επίπτωση που είχαν στον βαθμό εμπιστοσύνης που έτρεφαν οι εταίροι και δανειστές σε ό,τι αφορά στην υλοποίηση των δεσμεύσεων που είχαμε αναλάβει ως χώρα.
Ως αποτέλεσμα και των γεγονότων αυτών, βρισκόμαστε ακόμη εκτός διεθνών αγορών.
Πλέον, σχεδόν δύο χρόνια μετά τη σύναψη του τρίτου κατά σειρά μνημονίου, η Ελλάδα εμφανίζεται να οδεύει προς την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης αυτού του προγράμματος, εξασφαλίζοντας εύσημα πανταχόθεν, συμπεριλαμβανομένης της Κομισιόν, του ΔΝΤ αλλά και εσχάτως της ίδιας της ΕΚΤ, δια στόματος Μπ. Κερέ.
«Η ελληνική κυβέρνηση έκανε ό,τι της αναλογούσε. Έκαναν ό,τι τους αναλογούσε σε ό,τι αφορά τις πολιτικές, σε ό,τι αφορά το MoU και τώρα εναπόκειται στους υπουργούς του Eurogroup σε ό,τι αφορά την επιβεβαίωση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους», τόνισε το μέλος του εκτελεστικού συμβουλίου ΕΚΤ και κάλεσε το Eurogroup να βρει μια λύση που θα οδηγήσει στο να επιστρέψουν οι επενδυτές και οι καταθέσεις στη χώρα μας.
Κατά πόσον θα ευοδωθεί αυτή η έκκλησή του παραμένει άγνωστο και μάλλον αμφίβολο.
Ελέω και πάλι πολιτικών σκοπιμοτήτων, οι οποίες συνδέονται με τις επικείμενες εθνικές εκλογές στη Γερμανία, οι εταίροι και δανειστές μας εμφανίζονται απρόθυμοι να στείλουν ένα σαφές και ξεκάθαρο μήνυμα προς τις διεθνείς αγορές σχετικά με την εξασφάλιση -έστω μελλοντικά και έστω στον «προσήκοντα» χρόνο- της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους.
Για ακόμη μια φορά, όπως μας προϊδέασε χθες ο φίλτατος Γ. Ντάισελμπλουμ, είναι πιθανόν να συμπεριληφθεί στο κοινό ανακοινωθέν του Eurogroup κάποια έκφραση δυνητικού χαρακτήρα, κατά το γνωστό, «εφόσον χρειαστεί» ή το «ενδεχόμενα μέτρα», σε ό,τι αφορά στην εξασφάλιση βιωσιμότητας του χρέους.
Θα πρόκειται -εάν όντως συμβεί- για την επανάληψη ακριβώς του ίδιου λάθους με εκείνο που ακολούθησε την απόφαση του Eurogroup τον Νοέμβριο του 2012.
Η χώρα θα κρατηθεί υπό ομηρεία και ανεξαρτήτως του ποιος κρατά τα ηνία της και της μεταρρυθμιστικής διάθεσης που αυτός διαθέτει, η πρόσβασή της στις διεθνείς αγορές θα είναι υπονομευμένη.
Θα πρόκειται όχι μόνο για ένα πλήγμα προς τη χώρα και τους δοκιμαζόμενους πολίτες της, αλλά και για την αξιοπιστία της ίδιας της ευρωζώνης.
Ουδείς το έχει ανάγκη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.