Φίλτατοι, καλημέρα σας!
Για πρώτη φορά εδώ και πολύ καιρό τα τελευταία χρόνια, η Ελλάδα εμφανίζεται ενώπιον σειράς θετικών συγκυριών, τόσο εγχωρίως όσο και στον διεθνή περίγυρό της.
Ο βαθμός στον οποίο θα μπορέσει να τις αξιοποιήσει, θα κρίνει και τις δυνατότητές της να βγει από την πολύχρονη κρίση που την ταλανίζει μία ώρα αρχύτερα ή όχι.
Εγχωρίως και δη στο δημοσιονομικό προσκήνιο, όχι μόνο καταγράφηκε πρωτογενές πλεόνασμα κατά πολύ υψηλότερο των στόχων -και των προσδοκιών-, στο 4,2% του ΑΕΠ (βάσει των κανόνων του προγράμματος), αλλά μετά από πολλά χρόνια καταγράφηκε και δημοσιονομικό πλεόνασμα, της τάξης του 0,7% του ΑΕΠ.
Ανεξαρτήτως της συζητήσεως σχετικά με τις υφεσιακές επιπτώσεις που έχουν αυτά τα μεγέθη, καθώς και του τρόπου με τον οποίο επιτεύχθηκαν (διάβαζε κυρίως μέσω υπερφορολόγησης), γεγονός παραμένει ότι αποκαθιστούν, τουλάχιστον, μέρος της εμπιστοσύνης του διεθνούς επενδυτικού κοινού προς τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας.
Αντίστοιχα, προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης του αισθήματος εμπιστοσύνης προς τη χώρα μας επενεργεί και η διαφαινόμενη ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης με τους εταίρους και δανειστές μας, κατά πάσα βεβαιότητα, εντός του τρέχοντος μηνός.
Ο φίλτατος κ. Γ. Ντάισελμπλουμ, εξάλλου, δεσμεύτηκε χθες ενώπιον του Ευρωκοινοβουλίου ως προς αυτό...
Στο πολιτικό προσκήνιο, σαφώς είναι άξια μνείας η απουσία αναταράξεων μεταξύ των βουλευτών της συμπολίτευσης και η σχεδόν καθολική εκτίμηση ότι η κοινοβουλευτική υπερψήφιση των μέτρων που θα φέρει η κυβέρνηση είναι εξασφαλισμένη.
Στον διεθνή περίγυρο, επίσης, το κλίμα εμφανίζεται να είναι θετικό.
Η Ευρωζώνη βαδίζει σε τροχιά ανάπτυξης και μάλιστα κατά τρόπο ισόρροπο, από τον Νότο έως τον Βορρά, ενώ το υφιστάμενο καθεστώς ιδιαίτερα χαμηλών ή και μηδενικών επιτοκίων εν μέσω ποσοτικής χαλάρωσης εκ μέρους της ΕΚΤ παρατείνεται, τουλάχιστον έως τον Δεκέμβριο ή και περισσότερο, εάν τούτο απαιτηθεί, όπως διαβεβαίωσε χθες ο φίλτατος Μ. Ντράγκι.
Ακόμη και από γεωπολιτικής άποψης, η συγκυρία εμφανίζεται, αν όχι θετική, τουλάχιστον «αξιοποιήσιμη» από τη χώρα μας, με την αστάθεια να κυριαρχεί στη Βαλκανική, ελέω της αντιπαράθεσης μεταξύ Σερβίας, Κοσσυφοπεδίου-Αλβανίας, αλλά και την Τουρκία να διανύει ταραχώδη περίοδο.
Υπό αυτό το πρίσμα, εάν ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας μπορέσει να αδράξει την ευκαιρία και να ασκήσει μία πολιτική προσέλκυσης επενδύσεων, διαμέσου της αύξησης της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα και της προώθησης των δομικών μεταρρυθμίσεων που είναι ήδη δεσμευμένος να υλοποιήσει, τότε οι πιθανότητες ταχύτερης εξόδου από την κρίση είναι σαφώς περισσότερες.
Αρκεί να καταστεί αντιληπτό ότι άλλο πλεονάσματα και… άλλο μεταρρυθμίσεις.
Όπως επισημαίνει και το ΙΟΒΕ, κατά την τελευταία τρίμηνη έκθεσή του για την ελληνική οικονομία, εάν «…θεωρηθεί πως η αύξηση της φορολογίας αποτελεί υποκατάστατο για τη βελτίωση των δομικών χαρακτηριστικών και των απαραίτητων τομών, τότε θα πρέπει να αναμένεται μεσοπρόθεσμα περαιτέρω συρρίκνωση της παραγωγικής βάσης, απομάκρυνση της προοπτικής εξόδου στις αγορές και βαθύτερη ύφεση».
Έτσι, λοιπόν, φίλτατοι, αν και φαίνεται να ξημερώνει μία καλή ημέρα, εξαρτάται -και πάλι- από εμάς να καταδειχθεί εάν τούτο είναι όντως αληθές.
Ούτε καιρός για πισωγυρίσματα είναι, ούτε και για επιστροφή στις παλιές -κακές- συνήθειες του πελατειακού κράτους, ενόψει της επόμενης εκλογικής αναμέτρησης, όποτε κι αν αυτή διεξαχθεί.
Η διαδικασία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης οφείλει να συνεχιστεί, ώστε το πείραμα της επιστροφής στις αγορές, που υποσχέθηκε πρόσφατα ο πρωθυπουργός, να αποδειχθεί επιτυχές.
Μπορούμε, επιτέλους, να αδράξουμε την ευκαιρία;
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.