Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Το πρόβλημα με την πολιτική περιορισμού των δαπανών την οποία ασκεί η κυβέρνηση -ή ακριβέστερα της μη υλοποίησης των δαπανών που ήδη προβλέπει ο προϋπολογισμός-, δεν είναι ότι η ελληνική οικονομία θα καταλήξει περίπου όπως ο… γάιδαρος του Χότζα, όταν και αυτός εφάρμοσε αντίστοιχη πολιτική.
Κυριότερα, το πρόβλημα αφορά στο γεγονός ότι ενώ ασκεί αυτή την πολιτική, ώστε να παρουσιάσει «φουσκωμένο» πρωτογενές πλεόνασμα, -ύψους 2,1 δισ. ευρώ το πρώτο δίμηνο του έτους-, ταυτόχρονα κρατά το σύνολο της οικονομίας -ιδιωτικής τε και δημόσιας- σε κατάσταση ομηρίας, εξαιτίας της συνεχιζόμενης αβεβαιότητας περί την έκβαση της β' αξιολόγησης και της συνολικότερης πορείας της χώρας.
Η κυβέρνηση όχι μόνον εμφάνισε υψηλότερα δημόσια έσοδα χάρη στην υπερφορολόγηση και στο αυξημένο μέρισμα που έλαβε από την Τράπεζα της Ελλάδος, αλλά έκανε «δίαιτα» στις δημόσιες δαπάνες, πρώτον περιορίζοντας κατά περίπου 200 εκατ. ευρώ το πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων και δεύτερον μειώνοντας κατά 836 εκατ. ευρώ τις πρωτογενείς της δαπάνες, παρά τις προβλέψεις του προϋπολογισμού.
Χαρακτηριστικό της πολιτικής αυτής είναι το γεγονός ότι τον μήνα Ιανουάριο, το ποσό που δαπάνησε για την αποπληρωμή ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών της δεν υπερέβη τα 9,3 εκατ. ευρώ, σύμφωνα με στοιχεία του υπουργείου Οικονομικών.
Έτσι, όμως, φίλτατοι, δεν θα πάμε πολύ μακριά…
Η σαφής ύφεση που καταγράφηκε στο τέλος του προηγούμενου έτους κινδυνεύει να συνεχιστεί και το τρέχον, ανατρέποντας έτσι το σύνολο των μακροοικονομικών προβλέψεων επί των οποίων εδράζονται οι τρέχουσες συζητήσεις της κυβέρνησης με τους εταίρους και δανειστές της.
Είναι αδιανόητο σε μια -κρατικοδίαιτη- οικονομία, η οποία βρίσκεται επί τόσα χρόνια σε ύφεση -με ένα ελάχιστο διάλειμμα επί των ημερών της διακυβέρνησης Σαμαρά, για να μην ξεχνιόμαστε-, το κράτος να μην υλοποιεί τις δαπάνες που το ίδιο έχει εγγράψει στον προϋπολογισμό του, ώστε να αντιμετωπίσει τα προβλήματα ρευστότητας που υφίσταται ως αποτέλεσμα των δικών του ενεργειών, δηλαδή, της άρνησής του να κλείσει μια ώρα αρχύτερα την τρέχουσα αξιολόγηση και να λάβει την προβλεπόμενη χρηματοδότηση.
Είτε αφορά την αποπληρωμή εξωτερικών του υποχρεώσεων, είτε εγχώριων…
Σε μια οικονομία του είδους αυτού, λοιπόν, στην οποία οι ιδιωτικές επενδύσεις, νέες ή και υφιστάμενες για τη συντήρηση και την αναβάθμιση εξοπλισμού, έχουν κυριολεκτικά «παγώσει» εξαιτίας της περιρρέουσας αβεβαιότητας, είναι εγκληματικό να περιορίζονται οι προϋπολογισθείσες δαπάνες του προγράμματος δημόσιων επενδύσεων, το οποίο είναι βασικό εργαλείο πλέον για την εξασφάλιση κάποιου είδους ανάπτυξης.
Μια κακή συμφωνία σήμερα είναι προτιμότερη από μια καλύτερη αύριο, είχε πει πρόσφατα μια ψυχή και είχε απόλυτο δίκιο, παρά τις θεωρίες που διατυπώνει ενίοτε (χθες, πλέον πρόσφατα) ο φίλτατος Γιάνης (με ένα ν), ότι το υφιστάμενο μνημόνιο ήταν «σχεδιασμένο» ώστε να αποτύχει.
Θα αποτύχει, εάν το οδηγήσουμε στην αποτυχία.
Εάν δεν κάνουμε όσα δεσμευτήκαμε να κάνουμε, τρώγοντας τον πολύτιμο χρόνο σε μια «αέναη» διαπραγμάτευση και κρατώντας την οικονομία σε βαθιά αβεβαιότητα, ενώ σφίγγουμε τον βρόχο της ρευστότητας ολοένα και περισσότερο, ενώ η ευρωζώνη διανύει τα καταληκτικά στάδια μιας περιόδου κατά την οποία θα λέμε ότι κυριολεκτικά «έβρεχε χρήμα».
Με τον τρόπο αυτό είναι βέβαιον ότι θα οδηγηθούμε στο ίδιο σημείο που βρέθηκε ο Χότζας, όταν εφάρμοσε αντίστοιχη τακτική «περιορισμού δαπανών»: «Τι ατυχία! Πάνω που έμαθα τον γάιδαρό μου να μην τρώει, ψόφησε!»
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.