Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Το μείζον στην υπόθεση της «ποσοτικής χαλάρωσης» δεν αφορά μόνο στα ομόλογα αξίας 3 έως 4 δισ. ευρώ που θα μπορούσαν να απορροφηθούν από την ΕΚΤ -βάσει του ισχύοντος καθεστώτος ποσοστόσεων επί του χρέους κάθε εκδότριας χώρας-, όταν και όποτε ενταχθεί η Ελλάδα στο QE.
Κυριότερα, έχει να κάνει με το ισχυρό σήμα που θα εκπέμψει η εξέλιξη αυτή προς τις διεθνείς αγορές σε ό,τι αφορά στο ελληνικό δημόσιο χρέος αλλά και στην αλλαγή κλίματος που θα επέλθει σχετικά με τις δυνατότητες δανεισμού των επιχειρήσεων της χώρας.
Ενός «κλίματος» το οποίο, οσάκις εμφανίζεται στην οικονομία, επιδρά, κατά κανόνα, με πολλαπλασιαστικά οφέλη.
Γι' αυτούς ακριβώς τους λόγους, εξάλλου, η υπόθεση της ποσοτικής χαλάρωσης έχει αποτελέσει καίριο τμήμα του κυβερνητικού αφηγήματος σχετικά με την έξοδο της χώρας από την κρίση.
Μόλις πρόσφατα, ενώπιον της Πολιτικής Γραμματείας του ΣΥΡΙΖΑ, ο φίλτατος κ. Τσίπρας επανέλαβε αυτό το «στοίχημά» του, τονίζοντας τη σημασία της ολοκλήρωσης της αξιολόγησης και της ένταξης της χώρας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ, με τελικό στόχο τη μελλοντική έξοδο στις αγορές.
Υπό το πρίσμα αυτό, προκαλεί εύλογη απορία η στωικότητα με την οποία κορυφαία στελέχη της κυβέρνησης αλλά και του ΣΥΡΙΖΑ εμφανίζονται να αντιμετωπίζουν το ενδεχόμενο περαιτέρω καθυστερήσεων στην ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης αλλά και στην ένταξη της χώρας στο QE.
Απαντώντας σε ερωτήματα του Ν. Χατζηνικολάου, χθες το πρωί στον Real Fm, ο κ. Γ. Σταθάκης μάς διαβεβαίωσε ότι «… θα την αναβάλουμε ίσως για λίγο καιρό, αλλά δεν τη χάνουμε. Υπάρχει χρονικό διάστημα γι’ αυτό. Όλοι θα θέλανε να έχουν τελειώσει όλα».
Μερικές ώρες αργότερα, απαντώντας επίσης σε ερωτήματα του Ν. Χατζηνικολάου, στο δελτίο ειδήσεων του ΑΝΤ1, ο κ. Ν. Βούτσης εμφανίστηκε να δηλώνει ότι η ελληνική πλευρά τα έχει κάνει όλα καλώς με την τρέχουσα αξιολόγηση και πως «άλλοι» φταίνε που βρισκόμαστε ακόμη εκτός ποσοτικής χαλάρωσης, λέγοντας ότι «δεν κρατάμε εμείς ομπρέλα, κάποιοι έβαλαν ομπρέλα κάτω από αυτά τα χρήματα».
Ακόμη κι αν υποθέσουμε, έστω προς στιγμήν και χάριν συζητήσεως, ότι τα πράγματα έχουν ακριβώς όπως τα περιγράφουν αμφότεροι οι παραπάνω, γιατί ξεχνάμε ότι η πρώτη αξιολόγηση έκλεισε με καθυστέρηση ενός έτους και η δεύτερη ακόμη να κλείσει ενώ στην καλύτερη των περιπτώσεων το μόν που προσδοκούμε από το Eurogroup της 20ής τρέχοντος είναι κάποιου είδους «πολιτική συμφωνία»;
Γιατί ξεχνάμε ότι το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης τρέχει περισσότερο από δύο χρόνια τώρα και ανανεώθηκε μόλις πρόσφατα -ελέω και των ανησυχιών για τις επιπτώσεις της πολιτικής Τραμπ έναντι της Ευρώπης-, με διάρκεια έως τον Δεκέμβριο του 2017 και για ποσό έως 60 δισ. ευρώ μηνιαίως;
Εντέλει, εμείς γιατί δεν βάζουμε το «χεράκι μας» κάπως πιο ενεργά, ώστε να κλείσει αυτή η «ομπρέλα» που «κάποιοι» κρατούν πάνω από την Ελλάδα ενόσω «βρέχει χρήματα» στην ευρωζώνη;
Ακόμη κι αν ξεπεράσουμε, με τον έναν ή τον άλλο τρόπο, τις αιτιάσεις που διατύπωσε πρόσφατα ο Μ. Ντράγκι αναφορικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους ώστε αυτό να ενταχθεί στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης, οφείλουμε να θυμόμαστε πως όσο καθυστερεί η ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης, άλλο τόσο «μεγαλώνει ο λογαριασμός».
Εκείνος ο λογαριασμός που έχει να κάνει τόσο με τα δημόσια οικονομικά όσο και με την εθνική οικονομία και με τις δυνατότητές της να ορθοποδήσει και που αφορά -εντέλει- τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά αυτής της χώρας.
Εκείνους οι οποίοι βάζουν το χέρι στην τσέπη για να πληρώσουν τον πραγματικό λογαριασμό…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.