Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ο ένας ήταν υπουργός Οικονομικών επί κυβέρνησης Σαμαρά, όπως δεν χάνει την ευκαιρία να μας θυμίσει ο έτερος, ο οποίος κατέχει την ίδια θέση στη σημερινή κυβέρνηση.
Υπό «κανονικές» συνθήκες, η ρητορική τους θα μπορούσε να είναι διαμετρικά αντίθετη.
Όμως, δεν είναι.
Λένε περίπου τα ίδια πράγματα, σε ό,τι αφορά καίριες παραμέτρους της διαπραγμάτευσης για τη β’ αξιολόγηση, όπως ότι η οικονομία υπεραπέδωσε και πως δεν χρειάζονται νέα μέτρα για την επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% -εάν επαληθευτούν οι ρυθμοί ανάπτυξης της οικονομίας- και διαφέρουν -βασικά- σε ένα: την ταχύτητα με την οποία πρέπει να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση.
Ο Γιάννης Στουρνάρας, ως διοικητής της Τραπέζης της Ελλάδος, θα ήθελε να είχε κλείσει «χθες» η αξιολόγηση, εκτιμώντας ότι οσονούπω ανοίγει ένας εκλογικός κύκλος στην Ευρώπη, στην ολοκλήρωση του οποίου οι συνθήκες δεν θα είναι καλύτερες για την Ελλάδα.
Ο Ευκλείδης Τσακαλώτος, αν και συνειδητοποιεί ότι ο διαθέσιμος χρόνος είναι οριακός -«έχουμε καταλάβει ότι δεν πρέπει να καθυστερούμε», λέει χαρακτηριστικά-, ως σημερινός διαπραγματευτής δηλώνει πως προσπαθεί για «συμφωνία-πακέτο», το πολιτικό σκέλος της οποίας ελπίζει να κλείσει στο Eurogroup της 20ής Φεβρουαρίου, ενώ οι «λεπτομέρειες»… αργότερα.
Από το δικό τους πρίσμα, αμφότεροι έχουν δίκιο.
Ούτε ο χρόνος περισσεύει για την ίδια την οικονομία και για το πολιτικό περιβάλλον που ανατέλλει στην Ευρώπη, ούτε τα «νούμερα» που επικαλείται το ΔΝΤ -ζητώντας νέα μέτρα για την εξασφάλιση των πρωτογενών πλεονασμάτων- είναι τα προσήκοντα, όπως έχουν επανειλημμένως διαβεβαιώσει οι Βρυξέλλες.
Πάνω σε αυτό το «δίκιο», αλλά και στην επιθυμία της Ευρώπης να μη μονοπωλήσει το ελληνικό ζήτημα τους εκλογικούς κύκλους της Ολλανδίας, της Γαλλίας και της ίδιας της Γερμανίας, ενδεχομένως να βρίσκεται η άκρη του νήματος για την ολοκλήρωση της παρούσας αξιολόγησης.
Αποτελεί, ίσως, σχήμα οξύμωρο ότι η ολοκλήρωση ή μη μίας οικονομικού χαρακτήρα αξιολόγησης εναπόκειται σε αμιγώς πολιτικά κριτήρια, όμως, αυτή είναι τελικά η μορφή του «τέρατος». Τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο Βερολίνο ή στις Βρυξέλλες.
Σε αυτό το πλαίσιο, αν και το αφήγημα της κυβέρνησης, τουλάχιστον σε ό,τι αφορά στο σκέλος της ποσοτικής χαλάρωσης, κινδυνεύει να μην επαληθευτεί, υπό το φως των πρόσφατων αιτιάσεων της ΕΚΤ, ανατέλλει μία ουσιαστική ευκαιρία εξασφάλισης μίας εγγύησης πολιτικού χαρακτήρα αναφορικά με τη βιωσιμότητα του χρέους, κατά την επικείμενη συνεδρίαση του Eurogroup.
Αντίστοιχες διαβεβαιώσεις έχουν παρασχεθεί και κατά το παρελθόν και τότε είχαν σταθεί ικανές να άρουν τις επιφυλάξεις του ΔΝΤ σχετικά με τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα.
Κατά πόσον θα αρκέσουν για ακόμη μια φορά, ωστόσο, είναι άγνωστο, ιδίως υπό το φως του «blame game» μεταξύ ΔΝΤ και Ευρωπαίων δανειστών, για το οποίο έκανε χθες λόγο ο φίλτατος Τσακαλώτος.
Ακριβώς σε αυτό το σημείο, δε, μπορεί να χαθούν «όλα», δεδομένης της αμετακίνητης θέσης που διατηρεί το ΔΝΤ σε ό,τι αφορά στην ανάγκη ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
Εάν οι εγγυήσεις αναφορικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, που ελπίζεται -από τον φίλτατο Τσακαλώτο- ότι θα παράσχουν οι φίλτατοι Ευρωπαίοι, θεωρηθούν επαρκείς εκ μέρους του ΔΝΤ, ίσως, όλα καλώς.
Εάν όχι, η χώρα μας κινδυνεύει να χάσει πολύ περισσότερα από όσα διαπραγματεύεται σήμερα.
Η έως τώρα εμπειρία, δε, σε ό,τι αφορά στα αποτελέσματα διαπραγματεύσεων αυτού του είδους, είναι μάλλον… επώδυνη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.