Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η στήλη των «προβλέψεων» έναντι πιθανών κινδύνων στους εταιρικούς ισολογισμούς εμπεριέχει μία προφανή σοφία.
Στη δική μας περίπτωση, τέτοια πρόβλεψη -ακόμη κι αν ήταν δυνατή ή εφικτή- δεν υπάρχει.
Δίχως να ασπαζόμαστε θεωρίες συνωμοσίας ή να είμεθα λάτρεις σεναρίων, το ενδεχόμενο μίας μη προβλεπόμενης «εμπλοκής» στο ελληνικό ζήτημα κατέστη χθες εντονότερο.
Και τούτο επ’ αφορμή των πληροφοριών που είδαν το φως της δημοσιότητας (Der Spiegel) σχετικά με περαιτέρω καθυστερήσεις στη λήψη απόφασης εκ μέρους του ΔΝΤ, αναφορικά με τη συμμετοχή του ή μη στο ελληνικό πρόγραμμα, έως ότου ο Ντ. Τραμπ αναλάβει τη θέση του προέδρου των ΗΠΑ και «εξοικειωθεί» με το ελληνικό ζήτημα.
Αν και η μελλοντική στάση Τραμπ έναντι του ελληνικού ζητήματος παραμένει επί της ουσίας άγνωστη -τουλάχιστον έως έναν βαθμό-, βάσει των μέχρι τώρα τοποθετήσεών του, το ζήτημα αυτό αφορά την ευρωζώνη και κυρίως… τη Γερμανία.
Σε οποιαδήποτε περίπτωση, η μόνη «πρόβλεψη» που μπορεί να κάνει η Ελλάδα τόσο έναντι του ενδεχομένου μεταβολής της στάσης των ΗΠΑ επί του ζητήματος της χώρας μας, όσο και του σαφούς ενδεχομένου να υπάρξουν επιπτώσεις στην πορεία της οικονομίας από τη συνεχιζόμενη αβεβαιότητα, αφορά στην ταχεία ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης του «προγράμματος».
Όπως έχουμε ήδη επισημάνει, το σύνολο των θετικών προβλέψεων σχετικά με την ανάκαμψη της οικονομίας και την εξασφάλιση ρυθμών ανάπτυξης έως και 2,7% του ΑΕΠ το 2017 θέτει ως ρητή προϋπόθεση την ομαλή εκτέλεση του «προγράμματος» και κατά προέκταση την απρόσκοπτη πορεία χρηματοδότησης της χώρας.
Υπό το πρίσμα αυτό, κάθε χρονική καθυστέρηση στην ολοκλήρωση της παρούσας αξιολόγησης παρατείνει την παραμονή της οικονομίας σε καθεστώς αβεβαιότητας και δυσχεραίνει την έξοδό της από την κρίση και την ύφεση.
Ο νέος κύκλος έντασης με τους δανειστές καταγράφεται ήδη ως «πιστωτικά αρνητικός», από έναν διεθνή οίκο αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, τη Moody’s, -όποια αξία κι αν έχει το γεγονός αυτό- και σαφώς δεν αυξάνει την ελκυστικότητα της χώρας μας ως επενδυτικού προορισμού.
Η παρούσα κυβέρνηση, είτε βάσει της πλειοψηφίας που διαθέτει, είτε διεκδικώντας μία διευρυμένη πλειοψηφία στη βάση όρων συναίνεσης με την αντιπολίτευση και δη την αξιωματική, οφείλει να οδηγήσει σε αίσια κατάληξη την τρέχουσα διαπραγμάτευση με τους θεσμούς, ώστε να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση το ταχύτερο δυνατόν.
Εάν η λεγόμενη «πολιτική λύση» στο κουβάρι της διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς δεν κατέστη δυνατόν να εξευρεθεί στο Βερολίνο, κατά την εκεί πρόσφατη επίσκεψη του πρωθυπουργού Α. Τσίπρα, τότε οφείλει να αναζητηθεί στην Αθήνα, μεταξύ του εγχώριου πολιτικού προσωπικού.
Οφείλει, δε, να αναζητηθεί με γνώμονα την αποφυγή νέων περιπετειών που θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε οπισθοδρόμηση, για ακόμη μια φορά, την πορεία ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας.
Το πολιτικό προσωπικό της χώρας οφείλει -επιτέλους- να εγκαταλείψει το υφιστάμενο κλίμα αντιπαράθεσης και πόλωσης και να καταδείξει ότι αναγνωρίζει τους σαφείς κινδύνους με τους οποίους βρίσκεται αντιμέτωπος ο τόπος.
Οτιδήποτε λιγότερο είναι πολύ πιθανόν ότι δεν θα φανεί… αρκετό.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.