Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Εάν ειπώθηκε μια αλήθεια στη διάρκεια της, κατά τα λοιπά αμαρτωλής, «Βαρουφακιάδας» αυτή ήταν το περίφημο «pretend and extend».
Η φράση, δηλαδή, με την οποία ο Γιάνης (με ένα ν) περιέγραφε την υποκριτική στάση του συνόλου των εμπλεκόμενων πλευρών στην ελληνική κρίση, ότι το χρέος είναι βιώσιμο και ότι το πρόγραμμα «βγαίνει», ώστε να εξυπηρετηθούν οι πολιτικές σκοπιμότητες του καθενός, κατά τη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία.
Ενάμιση χρόνο μετά -και πολλά δισ. ζημιωμένοι-, είμαστε αντιμέτωποι, ωστόσο, με την ίδια αλήθεια.
Το σύνολο των εμπλεκομένων, ΔΝΤ, Βρυξέλλες, Γερμανία και η ελληνική κυβέρνηση -όπως και η αξιωματική αντιπολίτευση- ερίζουν περί τον ίδιο μονότονο άξονα, με μόνο τελικό θύμα την ελληνική οικονομία.
Αν και η Γερμανία, δια στόματος του υπουργού επί των Οικονομικών, Β. Σόιμπλε, δηλώνει ότι επιθυμεί διακαώς την παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, στέκει αντίθετη σε οποιαδήποτε νύξη για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, την οποία ωστόσο το ΔΝΤ κρίνει ως απαραίτητη για τη συμμετοχή του στο πρόγραμμα.
Στέκει αντίθετη, συνάμα, στην ευθεία πρόταση του ΔΝΤ για τη μείωση των στόχων περί πρωτογενών πλεονασμάτων, από το 3,5% στο 1,5%, κρίνοντας ότι «το πρόγραμμα βγαίνει» και ότι δεν επηρεάζεται η δυνατότητα της χώρας να ανακάμψει.
Όλα αυτά, ταυτόχρονα, δεν μπορεί να είναι αλήθεια.
Εάν η Γερμανία επιθυμεί την παρουσία του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, ως του ανεξάρτητου και μη πολιτικά επηρεαζόμενου (σε αντιδιαστολή με την Κομισιόν) τεχνοκρατικού φορέα, τότε γιατί αντιτίθεται λυσσαλέα στις προτάσεις του; Τι δεν μας λέει;
Αντίστοιχα, εάν το ΔΝΤ εκτιμά ότι ο στόχος επίτευξης πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% του προϋπολογισμού δεν είναι διατηρήσιμος για μακρύ χρονικό διάστημα και υποσκάπτει τόσο την αξιοπιστία του προγράμματος όσο και τη δυνατότητα της χώρας να ανακάμψει, τότε γιατί υπαναχωρεί των θέσεών αυτών και διεκδικεί επιπρόσθετα μέτρα, ώστε να συμμετάσχει στο πρόγραμμα; Τι δεν μας λέει και αυτό;
Όσο, δε, για τη μακρά συζήτηση περί των εσφαλμένων προβλέψεών του και τους λάθος πολλαπλασιαστές αναφορικά με το μέγεθος των επιπτώσεων των δημοσιονομικών μέτρων στην ελληνική οικονομία, πολύς λόγος έχει γίνει ήδη και δεν χρειάζεται να αναλωθούμε σε περαιτέρω αναφορές.
Όπως δεν χρειάζονται περαιτέρω αναφορές και για τη διαχρονική και διακομματική άρνηση της ελληνικής πλευράς να αναλάβει τη λεγομένη «ιδιοκτησία» του προγράμματος..
Πώς είναι δυνατόν να περιμένουμε να «βγει» ένα πρόγραμμα, όταν εφαρμόζουμε -και μάλιστα με τον λάθος τρόπο- μόνον τα μισά από όσα προβλέπει και δη με μεγάλη καθυστέρηση;
Εάν υπάρχει ένας και μόνον αντίλογος στα διαβόητα σφάλματα του ΔΝΤ, αυτός δίχως άλλο αφορά στο γεγονός ότι ουδέποτε υλοποιήθηκαν οι περίφημες μεταρρυθμίσεις για την απελευθέρωση της ελληνικής οικονομίας, οι οποίες υποτίθεται ότι θα λειτουργούσαν -μεσοπρόθεσμα- ως «αντίβαρο» στη δημοσιονομική προσαρμογή και άρα θα μετρίαζαν τις επιπτώσεις της επί της οικονομίας.
Αντ’ αυτών, το μόνο που έγινε και συνεχίζει να γίνεται, είναι υπέρμετρη φορολόγηση και μάλιστα μόνο σε ένα περιορισμένο τμήμα της φορολογικής βάσης. Εκείνους, οι οποίοι, πρώτον, δεν μπορούν να κρύψουν τα εισοδήματά τους και δεύτερον, εισπράττουν κάτι περισσότερο από 9.000 ευρώ ετησίως…
Για την πάταξη της φοροδιαφυγής όλα αυτά τα χρόνια τι έγινε;
Για το άνοιγμα των επαγγελμάτων, των αγορών -και ειδικότερα την αγορά ενέργειας-, για την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης, για τον εκσυγχρονισμό της λειτουργίας του δημόσιου τομέα, για τον περιορισμό των κρατικών δαπανών επί του ασφαλιστικού συστήματος, κατά τρόπο δίκαιο και αποτελεσματικό, τι έγινε;
Ημίμετρα, στην καλύτερη των περιπτώσεων. Τα επαγγέλματα και οι αγορές «μισάνοιξαν», το ασφαλιστικό έμεινε με την «προσωπική διαφορά» και τις χιλιάδες εθελούσιες και πρόωρες και ούτω καθ’ εξής…
Όσο, δε, για την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να προωθήσει τώρα τις αλλαγές που έχει ανάγκη ο τόπος, ή για το περίφημο εθνικό σχέδιο για την ανάταξη της οικονομίας, άλλα λόγια να αγαπιόμαστε…
Αντίστοιχα, όμως, και η φίλτατη αξιωματική αντιπολίτευση, η οποία, αν και ορθώς εμμένει στην ανάγκη περιορισμού των κρατικών δαπανών, δεν μας λέγει πώς θα συμβεί αυτό δίχως ένα νέο μαχαίρι σε μισθούς και συντάξεις, δεδομένου του βάρους που αυτά τα κονδύλια έχουν επί του προϋπολογισμού…
Κοντολογίς, φίλτατοι, μετά από 6,5 χρόνια μνημόνιο και 8 ύφεση, αυτός ο τόπος είναι κουρασμένος από τις μισές αλήθειες και τους τακτικισμούς.
Το μόνο που χρειάζεται είναι λόγια σταράτα, ώστε να μπορέσει να πάρει τις αποφάσεις του…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.