Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η διαφαινόμενη νέα «κόντρα» στην οποία φέρεται να εισέρχεται η κυβέρνηση, μέσω του αρμόδιου υπουργού της Γ. Κατρούγκαλου, με τους εκπροσώπους των εταίρων και λοιπών δανειστών της αναφορικά με τα εργασιακά ζητήματα, οφείλει να μην οδηγήσει σε τέλμα και μακρά καθυστέρηση για ακόμη μία φορά την αξιολόγηση του προγράμματος προσαρμογής.
Δίχως απολύτως καμία αμφιβολία, δεν είναι δυνατή η παρέκκλιση από το κοινοτικό κεκτημένο στον τομέα αυτόν, όπως τούτο διαμορφώνεται από σειρά ευρωπαϊκών αλλά και ελληνικών δικαστικών αποφάσεων, όμως, αντίστοιχα σαφές είναι ότι το συγκεκριμένο πεδίο οφείλει να μην αποτελέσει πεδίο ακραίων διεκδικήσεων από αμφότερες τις πλευρές.
Ούτως ή άλλως, οι όποιες δεσμεύσεις υπάρχουν είναι ήδη διατυπωμένες στο τρίτο μνημόνιο, που φέρει την υπογραφή τόσο της κυβέρνησης όσο και των δανειστών.
Επίσης δίχως αμφιβολία, περί διαπραγμάτευσης πρόκειται και στο πλαίσιό της σαφώς είναι αναμενόμενη η ύπαρξη τακτικών του είδους αυτού, όμως το μείζον ήταν και παραμένει η αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και η ανάκτηση της αξιοπιστίας της χώρας έναντι των δανειστών της.
Το κύριο ζητούμενο για τη χώρα μας σήμερα και «κλειδί» για την υπέρβαση της κρίσης που αυτή διανύει, είναι η ανάκτηση της χαμένης αξιοπιστίας της. Τόσο έναντι των εταίρων της, όσο και του διεθνούς επενδυτικού κοινού.
Δίχως την ύπαρξη εμπιστοσύνης προς το πλαίσιο υπό το οποίο καλείται να δράσει η επιχειρηματικότητα, ας μην περιμένουμε «έκρηξη» επενδύσεων στον τόπο μας.
Μόνη, δε, ασφαλής οδός προς την κατεύθυνση αυτή είναι η πλήρης, έγκαιρη και αποτελεσματική εκπλήρωση των δεσμεύσεων και μεταρρυθμίσεων που έχει αναλάβει η χώρα έναντι των δανειστών της, συνάπτοντας το τρίτο μνημόνιο.
Όπως διαπιστώθηκε για ακόμη μια φορά, εσχάτως, ελάχιστη ανταπόκριση υπάρχει από τους εταίρους μας για την απομείωση του βάρους που εναποθέτει σήμερα στην ελληνική οικονομία το δημόσιο χρέος.
Το σημαντικότερο αίτιο, δε, για τη στάση τους αυτή έχει υπάρξει η απουσία της πεποίθησης ότι η χώρα μας όντως θα τιμήσει την υπογραφή της και θα υλοποιήσει το μεταρρυθμιστικό έργο που έχει αναλάβει μέσω του μνημονίου.
Πρόκειται για επιφυλάξεις εν πολλοίς δικαιολογημένες, υπό το φως, πρώτον, της μακράς καθυστέρησης -περίπου ενός έτους- στην ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης, και δεύτερον, της εκπεφρασμένης αντίθεσης σειράς υπουργών της παρούσας κυβέρνησης στην προώθηση του μεταρρυθμιστικού έργου και των ιδιωτικοποιήσεων, για τις οποίες έχει ήδη δεσμευτεί η κυβέρνηση.
Εάν υπάρχει μια ανάγκη, άρα, υπό τις παρούσες συνθήκες, αυτή αφορά στην ταχύτερη ολοκλήρωση της τρέχουσας αξιολόγησης, δηλαδή στην εφαρμογή όσων η κυβέρνηση ήδη συμφώνησε να υλοποιήσει διαμέσου του τρίτου μνημονίου.
Ούτως ή άλλως, οι παθογένειες της ελληνικής οικονομίας είναι γνωστές και δεδομένες και η ανάγκη υπέρβασης της παρούσας κρίσης καλεί για τη θεραπεία τους.
Υπό το πρίσμα αυτό, τα «εργασιακά» συνιστούν ένα πεδίο όπου κρίνεται σημαντικό τμήμα της προσπάθειας αύξησης της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας και άρα οφείλει να αποτελέσει τμήμα του μεταρρυθμιστικού έργου.
Σαφώς, δε, δεν αποτελεί ένα πεδίο το οποίο θα μπορούσε να αναχθεί σε τόπο έκφρασης ακραίων απόψεων ή ιδεοληψιών, από τη μία ή την άλλη πλευρά.
Ας επικρατήσει νηφαλιότητα και τήρηση όσων όλοι δεσμεύτηκαν να πράξουν, μπας και δούμε -επιτέλους- φως στην άκρη του τούνελ...
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.