Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
«Τελευταία χαρτιά» στην οικονομία, προφανώς, δεν υπάρχουν. Απλά, οι «παρτίδες» διαδέχονται η μία την άλλη και από την έκβαση της καθεμίας κρίνεται πώς θα μπεις στην επόμενη. Με λεφτά ή χωρίς...
Υπ' αυτό το πρίσμα και στον απόηχο των όσων συνέβησαν στο περιθώριο των εργασιών της ετήσιας Συνόδου ΔΝΤ και Παγκόσμιας Τράπεζας στην Ουάσινγκτον, είναι σαφές ότι η παρτίδα που θα παιχτεί στο τελευταίο Eurogroup του έτους, στις 7 Δεκεμβρίου, θα κρίνει κατά πόσον η Ελλάδα θα είναι σε θέση να τονώσει το αίσθημα εμπιστοσύνης προς αυτήν και να προσελκύσει, για ακόμη μια φορά, το επενδυτικό ενδιαφέρον, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο της εξόδου της από την κρίση.
Κατά το πρωθυπουργικό αφήγημα στη ΔΕΘ, για να γίνει αυτό, στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης θα πρέπει να βρίσκονται η ολοκλήρωση της β' αξιολόγησης και η βελτίωση των όρων εξυπηρέτησης του χρέους, ώστε να ανοίξει ο δρόμος του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης για τα ελληνικά ομόλογα... και να μπούμε στην επόμενη παρτίδα, αυτήν της ανάπτυξης, με λεφτά.
Δεν πρόκειται, δε, για πακτωλούς ρευστότητας από την ΕΚΤ, αφού τα ελληνικά ομόλογα που ήδη κατέχει βρίσκονται σχεδόν σε επίπεδα πλαφόν», αλλά κυριότερα για την τόνωση του αισθήματος εμπιστοσύνης προς μια οικονομία τα ομόλογα της οποίας είναι ενταγμένα στη «φροντίδα» της ΕΚΤ.
Εάν, δε, το τρένο αυτού του Eurogroup φύγει δίχως τις κατάλληλες αποφάσεις για την Ελλάδα, οι εναλλακτικές οδηγούν σε πολύ φτωχότερες -από πλευράς ρευστότητας- παρτίδες...
Έτσι, λοιπόν, για τη χώρα μας, το «τελευταίο της χαρτί» οφείλει να είναι επιτυχές και να απαρτίζεται από τη «βούλα» ολοκλήρωσης και της β' αξιολόγησης -ενώ σήμερα εκκρεμεί τυπικά η ολοκλήρωση της α'-, ώστε να υπάρξει η δυνατότητα της παραπάνω αλληλουχίας.
Τελευταίο χαρτί, όμως, φαίνεται να είναι και για τους φίλτατους εταίρους μας -ιδίως τους Γερμανούς- στον αγώνα τους να εξωθήσουν την ελληνική πλευρά στην υλοποίηση των δεσμεύσεων που ανέλαβε πέρυσι τον Αύγουστο και ακόμη δεν έχει εκπληρώσει.
Ένα χρόνο μετά την εκπνοή της διορίας ολοκλήρωσης της α' αξιολόγησης, η συζήτηση περί το ελληνικό πρόγραμμα δεν επικεντρώνεται στο κατά πόσον η υλοποίησή του είναι επιτυχημένη, αλλά στη δυνατότητα αναπροσαρμογής των στόχων του και ειδικά αυτών σχετικά με τα πρωτογενή πλεονάσματα. Ένδειξη αποτυχίας, παρά οτιδήποτε άλλο...
Εάν κάτι είναι σαφές, δε, από όσα διαδραματίστηκαν στην Ουάσινγκτον στη διάρκεια των τελευταίων ημερών, αυτό αφορά στο ότι πλέον το οικονομικό επιτελείο της ελληνικής κυβέρνησης δεν διεκδικεί τη μείωση των στόχων των πρωτογενών πλεονασμάτων που θέτει το μνημόνιο έως το 2018, αλλά μετά την περίοδο αυτή, ώστε να διατηρήσει την όποια αξιοπιστία ακόμη διαθέτει.
Διότι ακριβώς εκεί βρίσκεται η όλη υπόθεση. Στο έλλειμμα αξιοπιστίας από το οποίο ακόμη υποφέρει η χώρα μας.
Τι ανάγκη θα είχαμε να συζητούμε για «τελευταία χαρτιά» και -πιθανώς- χαμένες ευκαιρίες, εάν η Ελλάδα τιμούσε τις δεσμεύσεις της και κατόρθωνε εγκαίρως να διέλθει τον σκόπελο τόσο της πρώτης όσο και της δεύτερης αξιολόγησης;
Το γεγονός ότι ακόμη βρισκόμαστε στα καταληκτικά στάδια της πρώτης αξιολόγησης είναι εκείνο που δημιουργεί αμφιβολίες ως προς την αξιοπιστία μας και μεταθέτει χρονικά τη συζήτηση για τη διευθέτηση του χρέους, πέραν των όποιων -υπαρκτών κατά τα λοιπά- σκοπιμοτήτων έχει η γερμανική πλευρά, σε σχέση με την εθνική της πολιτική σκηνή.
Διότι δίχως τη διευθέτηση του χρέους, όπως ορθά επισημαίνει το ΔΝΤ, το τρένο της ανάπτυξης δεν θα προλάβει ούτε στον σταθμό να μπει....
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.