Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Ο «πάγος» που φέρεται να έβαλε χθες το Μέγαρο Μαξίμου στον φίλτατο κ. Φίλη και στην «κόντρα» του με την Εκκλησία, σχετικά με τη διδασκαλία του μαθήματος των θρησκευτικών στα σχολεία, δεν ήρθε ούτε μια στιγμή νωρίτερα από ό,τι έπρεπε.
Το αντίθετο, μάλιστα. Άργησε.
Όσες κυβερνήσεις έχουν προσπαθήσει «να τα βάλουν» με την Εκκλησία στη διάρκεια των τελευταίων ετών, ανεξαρτήτως «χρώματος», έχουν πιει το πικρό ποτήρι της πολιτικής ήττας, παρά την ενδεχόμενη ορθότητα των θέσεών τους, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το κύμα «εκκλησιαστικών διαδηλώσεων» ενάντια στην κατάργηση της υποχρεωτικής αναγραφής του θρησκεύματος στις ταυτότητες.
Η ελληνική κοινωνία δεν είναι ακόμη έτοιμη, από όποιο μετερίζι κι αν τη θωρήσεις, να αποδεχθεί ένα πλήγμα στα «κεκτημένα αιώνων» της Εκκλησίας.
Μολονότι η χώρα έχει χρεοκοπήσει από πολλού χρόνου, επιμένει να έχει στο δημόσιο μισθολόγιο χιλιάδες ιερείς και να τηρεί δυο μέτρα και δυο σταθμά σε ό,τι αφορά φόρους όπως ο ΕΝΦΙΑ, απαλλάσσοντας από αυτόν τους «χώρους θρησκευτικής λατρείας» ανεξαρτήτως δόγματος, ενώ πέπλο αδιαφάνειας εμφανίζεται να καλύπτει πολλές από τις εκτάσεις που φέρεται να κατέχει ή να διεκδικεί η Εκκλησία, εξαιτίας βεβαίως και της απουσίας ολοκλήρωσης του κτηματολογίου…
Έτσι, λοιπόν, γιατί η υποχρεωτική διδασκαλία των θρησκευτικών στα σχολεία, δίκην κατήχησης, να αποτελέσει εξαίρεση;
Όπως ορθά επεσήμανε χθες ο κ. Κ. Μαρκάζος (Παιδεία της Αποκάλυψης ή της... ανακάλυψης;) «…όσοι θίγουν την Εκκλησία είναι καταδικασμένοι σε μοναξιά».
Υπό το πρίσμα αυτό, η «κόντρα» που επιχείρησε να ανοίξει ο υπουργός Παιδείας με την Εκκλησία αναφορικά με τη μετατροπή του μαθήματος των θρησκευτικών σε μάθημα θρησκειολογίας, ακόμη κι αν αντικατοπτρίζει τα ιδεολογικά πιστεύω του ιδίου και του πολιτικού χώρου από τον οποίο προέρχεται, αφορούσε μια χαμένη μάχη.
Μια μάχη, η οποία εν πολλοίς εξηγεί σε μεγάλο βαθμό τους λόγους για τους οποίους η Ελλάδα εξακολουθεί ακόμη να αντιμετωπίζει θεμελιώδη ελλείμματα λειτουργίας των θεσμών, όμοια των οποίων δύσκολα απαντά κανείς σε σύγχρονα ευρωπαϊκά κράτη.
Όταν σε έναν τόπο ο καταναγκασμός, εν προκειμένω θρησκευτικός, υπερισχύει της δυνατότητας επιλογής και του πλουραλισμού, γιατί να μη συναντάμε και ελλείμματα δημοκρατίας, ή ακόμη και διαχωρισμού μεταξύ των εξουσιών;
Εάν η Αριστερά επιθυμεί, όντως, να καταστήσει σαφές το ιδεολογικό της στίγμα, το οποίο εμφανίζεται να απουσιάζει κατά την άσκηση της λοιπής της πολιτικής και ιδίως της οικονομικής, θα μπορούσε να βρει περισσότερο πρόσφορα εδάφη.
Φερειπείν, το Κοινοβούλιο, όπου θα μπορούσε να περιορίσει την έκδοση πράξεων νομοθετικού περιεχομένου (πρακτική για την οποία παλαιότερα κατηγορούσε την προηγούμενη κυβέρνηση) αλλά και να επιδείξει τον δέοντα σεβασμό στη διαδικασία κοινοβουλευτικού ελέγχου από την αντιπολίτευση, καθιστώντας υποχρεωτική την παρουσία των υπουργών της κυβέρνησής της όταν συζητιούνται ερωτήσεις ενδιαφέροντός τους.
Αυτό θα ήταν, όντως, μάθημα Δημοκρατίας, και θα οδηγούσε σε ποιοτικό άλμα τη συζήτηση περί «ηθικού πλεονεκτήματος», αντί του σημερινού ολισθηρού δρόμου τον οποίο αυτή ακολουθεί.
Έτσι, λοιπόν, για όσο διάστημα ακόμη κρατά τα ηνία της εξουσίας σε αυτή τη χώρα η παρούσα κυβέρνηση, αντί να αναλώνεται σε μάχες που δεν μπορούν να κερδηθούν εξαιτίας του δριμύτατου πολιτικού κόστους που συνεπάγονται, ας επικεντρωθεί τουλάχιστον στο έργο ανάταξης του τόπου και εξόδου του από τη δυσπραγία στην οποία βρίσκεται σήμερα.
Ας προσπαθήσει να αφήσει τουλάχιστον εκεί το στίγμα της.
Ούτως ή άλλως, θα ήταν μια «θεάρεστη» πράξη.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.