Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
«Ασπιρίνη» και όχι «γιατρειά».
Ο διπλασιασμός των κονδυλίων του φερώνυμου επενδυτικού πακέτου που πρότεινε χθες από το βήμα του ευρωκοινοβουλίου ο φίλτατος Ζαν Κλοντ Γιούνκερ ασφαλώς θα αποτελέσει μια «θεάρεστη» εξέλιξη, εφόσον υλοποιηθεί, αλλά δεν λύνει τα δομικά προβλήματα με τα οποία είναι αντιμέτωπη σήμερα η ΕΕ.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση όντως προσέφερε στους λαούς των κρατών μελών που την απαρτίζουν, αλλά και οικοδομήθηκε επί μιας μακράς περιόδου ευημερίας και ασφάλειας.
Πλην, όμως, αμφότερα τα στοιχεία αυτά τίθενται σήμερα υπό αμφισβήτηση και κυριότερα η ευμάρεια των λαών της.
Στο οικονομικό πεδίο, χαμηλοί ρυθμοί ανάπτυξης, παρά την πρωτοφανή νομισματική χαλάρωση που εφαρμόζει η ΕΚΤ, και συνάμα υψηλά επίπεδα χρέους και ελλειμμάτων μαστίζουν σειρά κρατών κυρίως του ευρωπαϊκού Νότου, αλλά ακόμη και ορισμένες από τις ισχυρότερες οικονομίες, όπως η γαλλική και η ιταλική, δεύτερη και τρίτη αντιστοίχως από πλευράς μεγέθους στην ευρωζώνη και την ΕΕ.
Στο πεδίο της ασφάλειας, τόσο το κύμα ισλαμικής τρομοκρατίας όσο και η προσφυγική κρίση δοκιμάζουν τις πλέον θεμελιώδεις των αρχών και αξιών επί των οποίων εδράζεται το ευρωπαϊκό οικοδόμημα.
Όσο «θεάρεστες» κι αν είναι, έτσι, οι προτάσεις που έβαλε χθες στο τραπέζι των (ακόμη) 28 ο φίλτατος Γιούνκερ, περί δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού στρατού, περί «ευρηματικής ευελιξίας στην εφαρμογή των δημοσιονομικών κανόνων» και περί «περισσότερης Ευρώπης», δεν μπορούν παρά να προσκρούσουν στον ογκόλιθο της πραγματικότητας και στην άρνηση σειράς ευρωπαϊκών κρατών να συναινέσουν σε αντίστοιχες πρωτοβουλίες του παρελθόντος.
Πώς είναι δυνατόν να καρποφορήσουν προτάσεις περί της δημιουργίας ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας ή ενός ευρωπαϊκού στρατού, όταν η εξωτερική πολιτική της ΕΕ είναι έννοια απούσα ή καθορίζεται από τα επιμέρους εθνικά συμφέροντα των κρατών μελών της και δη των ισχυροτέρων εξ αυτών;
Πώς είναι δυνατόν ακόμη και να διανοηθεί κανείς την ύπαρξη ενιαίας εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής στην ΕΕ, όταν αυτή κάθεται στο τραπέζι της διαπραγμάτευσης και συζητά για την πιθανότητα ένταξης μίας τρίτης χώρας στους κόλπους της, της Τουρκίας, παραγνωρίζοντας ότι αυτή αρνείται να αναγνωρίσει την κυριαρχία της Κύπρου, ενός δηλαδή εκ των 28 κρατών μελών της ΕΕ;
Στο οικονομικό πεδίο, δε, τα πράγματα καθίστανται πλέον οξύμωρα.
Πώς είναι δυνατόν χώρες με δημόσιο χρέος τερατωδών διαστάσεων και υψηλό έλλειμμα, όπως η Ιταλία, να ζητούν χαλάρωση των δημοσιονομικών περιορισμών του Συμφώνου Σταθερότητας, ώστε να διοχετεύσουν περισσότερα κεφάλαια στην οικονομία τους;
Από πού θα τα βρουν και με τι κόστος, εάν οι αγορές αντιληφθούν ότι θα υπάρξει περαιτέρω δημοσιονομικός εκτροχιασμός και ότι τούτο ενδέχεται να καταστεί ο κανόνας για τα λοιπά κράτη μέλη της ευρωζώνης;
Δίχως αμφιβολία, το ευρωπαϊκό οικοδόμημα πάσχει και θα συνεχίσει να πάσχει, τόσο στο πολιτικό όσο και στο οικονομικό πεδίο, εφόσον συνεχίσει να αρνείται την περαιτέρω σύσφιξη των αρμών του.
Με κλειστά σύνορα και κλειστές τις κάνουλες της χρηματοδότησης ελέω ελλειμμάτων, αλλά και δίχως αμοιβαιοποίηση του χρέους, τα προβλήματα δεν λύνονται.
Για να υπάρξουν οι εξελίξεις αυτές, όμως, απαιτείται το όραμα να γίνει πραγματικότητα.
Απαιτείται η μετεξέλιξη του σημερινού χαλαρού πολιτικού και οικονομικού μορφώματος που ακούει στο όνομα ευρωζώνη ή ακόμη και ΕΕ, σε μια ομοσπονδία ισότιμων κρατών μελών.
Υπάρχει έδαφος για αυτό το ποιοτικό άλμα;
Διότι εάν δεν υπάρχει, οι προτεινόμενες λύσεις δεν θα απέχουν από τις θεραπευτικές ικανότητες της «ασπιρίνης», όσο χρήσιμες κι αν αποδεικνύονται, ενίοτε, και αυτές…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.