Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Σε μία ακόμη δημόσια επίδειξη της διαφωνίας του σχετικά με τις προβλέψεις και τους στόχους του τρέχοντος μνημονίου, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο έθεσε χθες τον δάκτυλον επί τον τύπον των ήλων σε ό,τι αφορά στο ελληνικό ζήτημα και όλους όσοι εμπλέκονται σε αυτό.
Οι Έλληνες -με αλλεπάλληλες κυβερνήσεις τους- αδυνατούν να προωθήσουν μεταρρυθμίσεις, οι Ευρωπαίοι επιλέγουν να προσποιούνται ότι το ελληνικό χρέος είναι βιώσιμο ώστε να αποφύγουν περαιτέρω αναδιάρθρωσή του, ενώ το ίδιο το ΔΝΤ εξωθήθηκε σε συμβιβασμούς -και άρα λάθη- σχετικά με προβλέψεις του προγράμματος, ιδίως κατά την έναρξή του το 2010, για την αποφυγή της μετάδοσης της κρίσης στην υπόλοιπη Ευρώπη.
Κοντολογίς, αυτά μας είπε, μία ημέρα πριν τη σημερινή συνεδρίαση του Eurogroup, κατά την οποία ελπίζεται η έγκριση της αξιολόγησης και το «πράσινο φως» για την εκταμίευση ποσού έως και 11 δισ. ευρώ. Μία συγκυρία καθόλου… ανύποπτη.
Αυτό που δεν μας είπε, βέβαια, είναι οι προθέσεις του σχετικά με ενδεχόμενη αναδιάρθρωση των δανείων που το ίδιο έχει χορηγήσει στην Ελλάδα, αλλά η απάντηση σε αυτό το ερώτημα είναι γνωστή: το καταστατικό… το απαγορεύει. Όπως και να έχει, τα δάνεια αυτά αφορούν μόνον στο 5% του συνόλου του δημόσιου χρέους και η όποια διευθέτησή τους θα είχε αντίστοιχα μικρό αντίκτυπο επ' αυτού.
Αυτό που επίσης δεν μας είπε, όμως, στην περίφημη Debt Sustainability Analysis (DSA) ή άλλως πως «Έκθεση βιωσιμότητας του χρέους» που δημοσιοποίησε χθες, αλλά που ευθέως συνάγεται από το περιεχόμενό της, είναι ότι δίχως μία ριζική αναδιάρθρωση, τόσο των στόχων του ελληνικού προγράμματος, όσο και του ίδιου του χρέους, η περαιτέρω συμμετοχή του στα ελληνικά δρώμενα είναι μάλλον… αμφίβολη.
Συμπέρασμα, το οποίο μας οδηγεί με αντίστοιχη ευθύτητα στην άλλη όχθη του Ατλαντικού και συγκεκριμένα σε εκείνες τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, με πρώτη τη γερμανική, που διακαώς επιθυμούν την παραμονή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, δεδομένης της εγκυρότητας και της βαρύτητας που φέρει ως ανεξάρτητος τεχνοκρατικός οργανισμός.
Διότι, καλώς ή κακώς, δεν νοείται να βρίσκεσαι σε αντιπαράθεση -εντέλει πολιτικού χαρακτήρα- με την Κομισιόν, ή ακόμη και με την ίδια την ΕΚΤ, και να μην επιθυμείς ως «σύμμαχό» σου το ΔΝΤ, όταν προασπίζεσαι τη μία ή την άλλη λύση για την Ελλάδα ενώπιον της… Bundestag.
Έτσι, λοιπόν, έξι χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου και επτά χρόνια από την έναρξη της κρίσης, πέφτουν οι μάσκες.
Το ΔΝΤ δηλώνει με κάθε σαφήνεια ότι είναι περισσότερο πιθανό…. να ανατείλει ο ήλιος από τη Δύση παρά να επιτευχθεί ο στόχος περί πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% επί σειρά ετών, λέγοντας ότι ελάχιστες χώρες το έχουν κατορθώσει διεθνώς και ότι για εμάς τρέφει ελάχιστες ελπίδες ενώ -επίσης- περιγράφει την αδυναμία σειράς ελληνικών κυβερνήσεων να προωθήσουν τις μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η οικονομία, ώστε να ξαναπάρει εμπρός.
Ακόμη κι αν τα καταφέρουν με την υπερφορολόγηση, αφενός θα είναι κάτι «ηρωικό», αφετέρου θα… εξοντωθούν, λέει το ΔΝΤ.
Άρα, αφού οι Έλληνες δεν θέλουν και δεν μπορούν, αναγκαστικά πρέπει να πάμε στην άλλη πλευρά της εξίσωσης, δηλαδή, στους δανειστές, οι οποίοι πλέον πρέπει να αναδιαρθρώσουν τις απαιτήσεις τους από την Ελλάδα, ώστε να «βγαίνουν τα νούμερα».
Όλα αυτά, δε, υπό το φως και της πρόσφατης τοποθέτησης Σόιμπλε, «άλλα λόγια να αγαπιόμαστε» και για το χρέος να τα πούμε μετά το 2018… και πάντως μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές στη Γερμανία.
Όμως αυτά, φίλτατοι, αφορούν στην ουσία της υπόθεσης και βεβαίως στις ζωές όλων μας.
Διότι εάν οι επισημάνσεις του ΔΝΤ δεν εισακουστούν -και οι πιθανότητες είναι πως δεν υπάρχει πολιτική βούληση εκ μέρους των Ευρωπαίων γι' αυτό-, οι εξελίξεις δεν θα είναι επ’ αγαθώ, ούτε για τη χώρα, ούτε για τους πολίτες της.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.