Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Η ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του τρίτου μνημονίου, πιθανώς κατά το Eurogroup της 24ης Μαΐου όπως ελπίζει η κυβέρνηση, ολοκληρώνει, δίχως αμφιβολία, μια μακρά περίοδο αβεβαιότητας στην ελληνική οικονομία.
Μολονότι αναμένεται ότι θα προσφέρει από πλευράς χρηματοδότησης μόνον το ένα τρίτο των συνολικών κονδυλίων, ύψους περίπου 15 δισ. ευρώ, που ήσαν προγραμματισμένα για την Ελλάδα έως την τρέχουσα περίοδο βάσει της συμφωνίας του περασμένου καλοκαιριού, εντούτοις αποτρέπει το ενδεχόμενο «ατυχήματος» αναφορικά με τις χρηματοοικονομικές υποχρεώσεις της χώρας και αφαιρεί, συνεπώς, ένα σημαντικό ποσοστό ανασφάλειας σχετικά με την πορεία της.
Αποτελεί, ωστόσο, σαφή ένδειξη μιας καθολικής αποτυχίας, το γεγονός ότι έξι χρόνια μετά την υπαγωγή της χώρας σε καθεστώς επιτροπείας και μνημονίου, αυτή παραμένει στο «κυνήγι της επόμενης δόσης» ενώ άλλες χώρες όπως η Ιρλανδία, η Πορτογαλία και βεβαίως η Κύπρος, οι οποίες υπήχθησαν σε αντίστοιχο καθεστώς μετά από εμάς, έχουν ήδη κατορθώσει να απαλλαγούν από αυτό και καταγράφουν σημαντικές οικονομικές επιδόσεις.
Όπως επεσήμανε, στο περιθώριο επιχειρηματικής εκδήλωσης, ο πρώην πρόεδρος του ΣΕΒ κ. Δ. Δασκαλόπουλος, αναφερόμενος στην πρόσφατη απόφαση του Eurogroup, "παρά τις υποτιθέμενες εξελίξεις ή καινούργια γεγονότα, στην ουσία η πρόοδος στη χώρα μας είναι υπερβολικά αργή και λυπούμαι που, επί πολλά χρόνια τώρα, τρέχουμε συνέχεια πίσω από τη δόση μας και ανακουφιζόμαστε όταν την παίρνουμε, χωρίς να έχουμε ακόμη καταφέρει να γίνουμε κύριοι της τύχης μας".
Δίχως αμφιβολία, πρόκειται για μια συνολική αποτυχία όσων κράτησαν τα ηνία της χώρας κατά τη διάρκεια των τελευταίων έξι ετών, η οποία μαρτυρά πολλά και για όσους τους έδωσαν αυτή την ευκαιρία.
Μια αποτυχία, η οποία δεν αποτυπώνεται μόνο στην παραμονή της χώρας σε μνημόνιο καθ' όλη αυτήν την περίοδο ή στην απώλεια του ενός τετάρτου της δυνατότητάς της να παράγει πλούτο, ή ακόμη και στη διατήρηση των πανευρωπαϊκών πρωτείων ανεργίας στα χρόνια αυτά.
Κυριότερα, αποτυπώνεται στην απουσία βούλησης για αλλαγή και άρσης των αιτίων που την οδήγησαν στη σημερινή της κατάντια.
Η ύπαρξη δεσμεύσεων για την προώθηση ακριβώς των ίδιων μεταρρυθμίσεων, από το πρώτο, στο δεύτερο και στο τρίτο μνημόνιο, τουλάχιστον αυτό μαρτυρά.
Η μια κυβέρνηση μετά την άλλη επέλεγε να παραμερίζει την προώθηση των απαραίτητων δομικών μεταρρυθμίσεων, οι οποίες θα μετέβαλαν κατά τρόπο ριζικό το ελληνικό οικονομικό περιβάλλον και αντ’ αυτών κατέφευγαν στις «εύκολες» λύσεις της υπερφορολόγησης και των οριζόντιων περικοπών, για την επίτευξη των δημοσιονομικών τους στόχων.
Ως αποτέλεσμα, η χώρα όχι μόνον οδηγούνταν βαθύτερα στην ύφεση και την ανεργία, αλλά απεμπολούσε και ένα πολύτιμο «αντίβαρο» -έστω μακροπρόθεσμο- στην περιοριστική πολιτική που ακολουθούσε.
Πρόκειται ασφαλώς για ένα φαινόμενο, την ευθύνη του οποίου φέρουν όχι μόνον οι ελληνικές κυβερνήσεις της τελευταίας εξαετίας αλλά και οι εκπρόσωποι των εταίρων και δανειστών που συναινούσαν στη διατήρηση της πολιτικής αυτής, με προοπτική την εξασφάλιση των εισπρακτικών τους στόχων.
Έτσι, στην ολοκλήρωση μιας εξάχρονης περιόδου, η Ελλάδα μπορεί να έχει επιτύχει δημοσιονομική εξυγίανση και να παράγει πλέον πρωτογενή πλεονάσματα, βάσει των οποίων θα είναι σε θέση να εξυπηρετεί τις χρηματοοικονομικές της υποχρεώσεις, όμως, έχει χάσει την ευκαιρία να γίνει πράγματι «κυρία της τύχης της», όπως έχουν γίνει όλες οι άλλες χώρες που μπήκαν -και βγήκαν- από το μνημόνιο… πριν από την ίδια.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.