Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Εάν υπάρχει ένας λόγος για τον οποίο η χώρα βρίσκεται στη σημερινή της κατάντια, αυτός, δίχως άλλο, αφορά στις δύο θεμελιώδεις αρνήσεις οι οποίες χαρακτήρισαν το σύνολο της λεγομένης μνημονιακής περιόδου, από το 2010 έως σήμερα.
Υπό τον φόβο του πολιτικού κόστους, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις -με κυρίαρχη τη γερμανική- ουδέποτε θέλησαν να έρθουν αντιμέτωπες με το γεγονός ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο -και άρα με την ανάγκη να το απομειώσουν ουσιαστικά-, ενώ οι ελληνικές κυβερνήσεις ουδέποτε επέδειξαν τη βούληση προώθησης ριζικών μεταρρυθμίσεων για την εξυγίανση της οικονομίας της χώρας.
Ως αποτέλεσμα, πρώτον, απαξιώθηκε η θεαματικότερη στην παγκόσμια οικονομική ιστορία απομείωση χρέους, το PSI του 2012, καθώς η Ελλάδα αναγκάστηκε να επωμιστεί νέα διακρατικά δάνεια και δεύτερον, οι πολίτες της χώρας οδηγήθηκαν στη βάσανο της υπερφορολόγησης και σε ατέρμονες θυσίες.
Με τον πλέον σαφή τρόπο, η γενική διευθύντρια του ΔΝΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, περιέγραψε αυτά τα δύο φαινόμενα στην επιστολή που απηύθυνε πρόσφατα προς τους υπουργούς Οικονομικών της Ευρωζώνης, ενόψει της σημερινής συνεδρίασής τους.
Έτσι, ο «καβγάς» στο σημερινό Eurogroup -επί της ουσίας- δεν θα αφορά ούτε στο διαβόητο πακέτο των έκτακτων ή προληπτικών μέτρων ύψους 3,6 δισ. ευρώ, που ζητά το ΔΝΤ ώστε να εξασφαλιστεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2018, ούτε ακόμη και στην παραμονή του ίδιου του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Αν και εντέλει -πιθανότατα- θα την κρίνει.
Ο καβγάς θα αφορά στο γεγονός ότι «τα νούμερα» και φυσικά το «πρόγραμμα» δεν βγαίνουν και θα εξακολουθούν να μη βγαίνουν ενόσω οι δύο κυριότερες πλευρές -οι Ευρωπαίοι δανειστές και εμείς- αρνούνται να δουν την πραγματικότητα.
Σε ό,τι αφορά στην Ελλάδα, αλλεπάλληλες κυβερνήσεις, της παρούσης συμπεριλαμβανομένης, επέλεξαν την «εύκολη» οδό της υπερφορολόγησης, αντί εκείνης των μεταρρυθμίσεων, επιτείνοντας έτσι τις υφεσιακές επιδράσεις της διαδικασίας δημοσιονομικής προσαρμογής.
Φόροι επί φόρων, εισφορές επί εισφορών και «οριζόντια μαχαίρια» κάθε λογής εφαρμόστηκαν επί χρόνια, οδηγώντας τους -συνεπείς- πολίτες στα όρια της ανέχειας ή και πέρα από αυτά.
Αντίθετα, καίριες μεταρρυθμίσεις, όπως το άνοιγμα αγορών και επαγγελμάτων, η αύξηση της αποτελεσματικότητας του δημόσιου τομέα, η ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, η πάταξη της φοροδιαφυγής και τόσες άλλες, ακόμη εκκρεμούν και περιφέρονται δίκην ανεκπλήρωτων υποσχέσεων από μνημόνιο σε μνημόνιο επί μία εξαετία.
Ως αποτέλεσμα, όπως, εμμέσως πλην σαφώς, γράφει η Λαγκάρντ, η Ελλάδα θεωρείται ανίκανη να προωθήσει μεταρρυθμίσεις και οι πολίτες της καλούνται να επωμιστούν ένα υπέρμετρο βάρος.
Γεγονός που αυτόματα μας οδηγεί στην πλευρά των Ευρωπαίων δανειστών, καθιστώντας μια απομείωση του χρέους επιτακτική, ώστε να μπορέσουν -επιτέλους- να «βγουν τα νούμερα».
Αλλά και πάλι «τοίχος» και δη γερμανικός, υπό το φως -για ακόμη μια φορά- του εκεί πολιτικού κόστους.
Αν και, βεβαίως, αποτελεί ένα μάλλον δυσχερές έργο το να εξηγείς στον Γερμανό φορολογούμενο τους λόγους για τους οποίους πρέπει ο ίδιος να επωμιστεί μια οικονομική ζημία, επειδή η Ελλάδα αρνείται να εκσυγχρονίσει τον δημόσιο τομέα της και να αντιμετωπίσει τις συντεχνίες, το πελατειακό κράτος και την απουσία συνθηκών ελεύθερου και υγιούς ανταγωνισμού...
Γι' αυτόν τον λόγο, μεταρρυθμίσεις, αναδιάρθρωση χρέους και χρηματοδότηση πρέπει να συζητηθούν ταυτόχρονα, μας είπε η φιλτάτη Λαγκάρντ.
Κατά πόσον θα εισακουστεί είναι άγνωστο.
Αυτό που είναι γνωστό, ωστόσο, είναι πως η περίοδος του «pretend and extend», που έλεγε ο φίλτατος «Γιάνης», (με ένα «ν»), τελειώνει.
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.