Φίλτατοι, καλή σας ημέρα!
Εάν η παρούσα κυβερνητική κρίση, περί τον κ. Μουζάλα, έχει μία χρησιμότητα, αυτή, δίχως άλλο, αφορά στην επαναβεβαίωση της απόστασης που χωρίζει τους δύο ετερόκλητους κυβερνητικούς εταίρους.
Πέρυσι τον Γενάρη, αλλά και τον Σεπτέμβρη, ο κ. Τσίπρας θα μπορούσε να είχε προχωρήσει στον σχηματισμό κυβέρνησης, περίπου, με όποιον ήθελε, από τα κόμματα που απαρτίζουν το λεγόμενο «ευρωπαϊκό τόξο» και ιδίως εκείνα του μεσαίου χώρου.
Παρά την ύπαρξη πολλών προθύμων, ωστόσο, επέλεξε να σφραγίσει την «πρώτη φορά Αριστερά» με τους δεξιούς -ή και περισσότερο από δεξιούς- Ανεξάρτητους Έλληνες και τον επικεφαλής τους, φίλτατο Π. Καμμένο, με κύριο γνώμονα την αντιμνημονιακή τους ρητορική. Παράλληλα, βέβαια, η συνεργασία αυτή σφραγίστηκε και από την πρόθεση που δήλωσαν και οι δύο πλευρές να δώσουν μάχη για τη διαφθορά και τη διαπλοκή, καθώς δηλωμένη πρόθεση ήταν να πολεμήσουν το «παλαιό», στο οποίο κατατάσσεται το ΠΑΣΟΚ αλλά και το Ποτάμι. Αυτός είναι και ένας ακόμα λόγος που σύμφωνα με το κυβερνητικό σχήμα επιλέχθηκε η συμπόρευση.
Έναν χρόνο και ένα μνημόνιο αργότερα, αυτή η επιλογή του οδήγησε τον κυβερνητικό συνασπισμό στο σαφώς εκβιαστικό τελεσίγραφο Καμμένου, «ή ο Μουζάλας ή εγώ».
Με άλλα λόγια, οδήγησε στην αμφισβήτηση της κυβερνητικής συνοχής, την παραμονή της πλέον κρίσιμης Συνόδου Κορυφής της ΕΕ για το προσφυγικό, ήτοι τη μία εκ των δύο κρίσεων που διέρχεται η χώρα μας, αλλά και εν μέσω της αξιολόγησης του μνημονίου από τους εταίρους και δανειστές, δηλαδή την έτερη κρίση.
Τούτων λεχθέντων, η τροπή που θα έχει αυτή η υπόθεση θα καταδείξει κατά πόσον ο πρωθυπουργός εξακολουθεί να εκτιμά ότι η κυβέρνησή του μπορεί να συνεχίσει να πορεύεται υπό το παρόν σχήμα της, ή εάν είναι καιρός για διεύρυνσή της.
Αντίστοιχοι προβληματισμοί μπορούν να διατυπωθούν και σε ό,τι αφορά στον κ. Καμμένο, ο οποίος επέλεξε να θέσει αυτό το δίλημμα ενώπιον του κυβερνητικού εταίρου του κατά την παρούσα, δημοσκοπικά ατυχή περίοδο για την κυβέρνηση.
Το αμετακίνητο των θέσεων του κ. Καμμένου για τον κ. Μουζάλα αλλά και το κίνημα υποστήριξης που έχει αρχίσει ήδη να εκδηλώνεται προς το πρόσωπο του τελευταίου από μέλη της κυβέρνησης και άλλα κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, καθιστούν αναγκαστική, δε, τη λήψη αποφάσεων εκ μέρους του κ. Τσίπρα.
Από αυτήν την επιλογή, προφανώς, θα κριθεί η περαιτέρω «ταυτότητα» του κυβερνητικού σχηματισμού αλλά και κατά πόσον ο κ. Τσίπρας έχει υπερβεί τους ενδοιασμούς που διατηρούσε πέρυσι τον Ιανουάριο αναφορικά με τους επικρατέστερους για τον ρόλο του κυβερνητικού εταίρου, τότε και τώρα, ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι.
Ενδοιασμούς οι οποίοι αναμφίβολα συνδέονταν με την τακτική που ήταν αποφασισμένα αυτά τα δύο κόμματα να ακολουθήσουν κατά την τότε διαπραγμάτευση με τους εταίρους και δανειστές της χώρας.
Κυριότερα, όμως, τυχόν αλλαγή της κυβερνητικής σύνθεσης προς αυτή την κατεύθυνση θα σηματοδοτήσει και την ποιοτική μετάλλαξη του κυβερνητικού σχήματος, καθώς, πλέον, θα συμπεριλαμβάνει πολιτικές δυνάμεις πλησιέστερα προς το κέντρο.
Μόνος εχθρός του κ. Τσίπρα σε αυτή τη διαδικασία είναι ο χρόνος.
Αν και η φιλτάτη κ. Γεροβασίλη προσδιόρισε τη χρονική στιγμή λήψης των σχετικών αποφάσεων για μετά τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ, τυχόν διεύρυνση του κυβερνητικού σχήματος προσκρούει στην αξιολόγηση του μνημονίου, η οποία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Όλα αυτά, βέβαια, υπό την προϋπόθεση ότι όντως ο κ. Τσίπρας έχει πρόθεση και είναι διατεθειμένος να «αλλάξει τους φίλους του»…
Διότι, διαφορετικά, η όλη υπόθεση συνοψίζεται στην παραίτηση ενός υπουργού, για ένα γλωσσικό ολίσθημα, επί ζητήματος το οποίο δεν όφειλε καν να υπάρχει, εδώ και πολλά χρόνια…
Oι απόψεις που διατυπώνονται σε ενυπόγραφο άρθρο γνώμης ανήκουν στον συγγραφέα και δεν αντιπροσωπεύουν αναγκαστικά, μερικώς ή στο σύνολο, απόψεις του Euro2day.gr.